Τα Άμβλαδα (αρχ. ελλ. Ἄμβλαδα) ήταν αρχαία πόλη της Μικράς Ασίας στην Πισιδία-Λυκαονία, κοντά στα σύνορα με τη Φρυγία, στα νοτιοδυτικά της Απολλωνίας.
Τα Άμβλαδα ήταν αποικία των Λακεδαιμονίων. Καθώς αναφέρει ο Στράβων[1], το κρασί των Αμβλάδων ήταν περίφημο και «προς διαίτας ιατρικάς επιτήδειον». Η πόλη γνώρισε μεγάλη ακμή στους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς χρόνους. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή ήταν αυτόνομη και τον 2ο αιώνα μ.Χ. (ρωμαϊκή δυναστεία Αντωνίνων κ.ε.) έκοψε τα χάλκινα νομίσματα που διασώθηκαν μέχρι σήμερα, με την επιγραφή «ΑΜΒΛΑΔΕΩΝ» ή «ΑΜΒΛΑΔΕΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ» και παραστάσεις σχετικές με τον Ηρακλή, την Κυβέλη ή τη Νέμεσι. Κατά τη βυζαντινή εποχή τα Άμβλαδα έγιναν έδρα Ορθόδοξης επισκοπής, που υπαγόταν στον μητροπολίτη Ικονίου, αργότερα και Ρωμαιοκαθολικής επισκοπής[2], που υπαγόταν στον Λατίνο μητροπολίτη Λυκαονίας. Τα Άμβλαδα ερημώθηκαν τον 13ο αιώνα. Τα ελάχιστα ερείπιά της σώζονται κοντά στο σημερινό Χισάρτεπε της Τουρκίας.