Άνταμ Φρανς φαν ντερ Μέλεν | |
---|---|
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Adam Frans van der Meulen (Ολλανδικά) |
Γέννηση | 11 Ιανουαρίου 1632[1][2][3] Βρυξέλλες[4] |
Θάνατος | 15 Οκτωβρίου 1690[5][6][1] Παρίσι[7] |
Χώρα πολιτογράφησης | Κάτω Χώρες των Αψβούργων Βασίλειο της Γαλλίας[8] |
Ιδιότητα | ζωγράφος[9][3], εκδότης[10] και εικαστικός καλλιτέχνης[11] |
Αδέλφια | Pieter van der Meulen[12] |
Κίνημα | μπαρόκ |
Καλλιτεχνικά ρεύματα | μπαρόκ |
Σημαντικά έργα | Louis XIV Crossing into the Netherlands at Lobith και The French army at Naarden, 20 July 1672 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Άνταμ Φρανς φαν ντερ Μέλεν (φλαμανδικά: Adam Frans van der Meulen[13], Βρυξέλλες, 11 Ιανουαρίου 1632 – Παρίσι, 15 Οκτωβρίου 1690) ήταν Φλαμανδός ζωγράφος του ύφους μπαρόκ, ο οποίος ειδικευόταν στη σύνθεση πινάκων με σκηνές μάχης.[14] Δραστηριοποιήθηκε αρχικά στις Βρυξέλλες, όπου διετέλεσε μαθητής του Πίτερ Σνάιερς και, από το 1660 και εντεύθεν, στο Παρίσι.[15]
Ο φαν ντερ Μέλεν εκπαιδεύτηκε από τον ζωγράφο της βελγικής Αυλής Πίτερ Σνάιερς στις Βρυξέλλες. Το πρώτο του έργο ως ανεξάρτητος καλλιτέχνης το δημιούργησε στις Βρυξέλλες. Ζωγράφιζε ρωπογραφίες και πίνακες με ιστορικά θέματα. Το 1651 έγινε μέλος στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά των Βρυξελλών.[14] Εστιάζοντας το ενδιαφέρον του στην απεικόνιση αλόγων και τοπίων, η φήμη του ξεπέρασε τα σύνορα της χώρας του και, το 1662, κλήθηκε στο Παρίσι από τον Ζαν Μπατίστ Κολμπέρ, με υπόδειξη του Σαρλ Λε Μπρεν για την κάλυψη της θέσης του ζωγράφου σκηνών μάχης στην Αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ΄ της Γαλλίας.
Οι πίνακές του κατά τις εκστρατείες στη Φλάνδρα το 1667 γοήτευσαν τόσο τον Λουδοβίκο, ώστε από εκείνη τη στιγμή τον διέταξε να τον συντροφεύει σε όλες του τις εκστρατείες. Το 1673 έγινε δεκτός στη Βασιλική Ακαδημία ζωγραφικής και γλυπτικής (Académie royale de peinture et de sculpture), έλαβε τον τίτλο του συμβούλου το 1681 και απεβίωσε, πλήρης τιμών, στο Παρίσι το 1690.
Σύμφωνα με τον βιογράφο Άρνολντ Χαουμπράκεν ήταν διάσημος για τις σκηνές μάχης (Conquêtes) πριν μεταβεί στη Γαλλία. Μετά τον θάνατο της πρώτης συζύγου του, η εξαδέλφη του Λε Μπρεν τον ερωτεύτηκε κι αυτός δεν τόλμησε να της αρνηθεί, αλλά τα ακριβά της γούστα τον κατέστρεψαν. Σήμερα είναι αμφίβολο κατά πόσον η ιστορία αυτή αληθεύει, καθώς ο Χαουμπράκεν αναφέρει επίσης ότι χάρη στον βασιλικό προστάτη του είχε εξασφαλίσει υψηλό βιοτικό επίπεδο και όλα του τα έξοδα ήταν πληρωμένα όταν "εξεστράτευε". Τάφηκε στην εκκλησία του Αγίου Ιππολύτου στο Γκομπλέν.[16]
Καλύτερα τον εκπροσωπεί μια σειρά εικοσιτριών πινάκων, φιλοτεχνημένων ως επί το πλείστον για τον Λουδοβίκο ΙΔ΄, οι οποίοι σήμερα βρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου. Από την άποψη της χρωματικής του παλέτας διατήρησε τις φλαμανδικές του προτιμήσεις, αλλά το ύφος του προσαρμόστηκε περισσότερο σε αυτό της γαλλικής σχολής.
Ο Άνταμ Φρανς φαν ντερ Μέλεν διέθετε ακμάζον εργαστήριο, το οποίο τον βοηθούσε να εκτελεί ιδιωτικές παραγγελίες για πάτρονες που δεν ανήκαν στην αυλή του Λουδοβίκου ΙΔ΄. Σχεδίασε, επίσης, ταπισερί για το εργοστάστιο των Γκομπλέν, στις οποίες απεικονίζονται ακριβείς ιστορικές λεπτομέρειες μαχών και φιλοτέχνησε πίνακες με κυνηγετικές εξορμήσεις και τοπία.[17]
Κατέλαβε υψηλή θέση στη Βασιλική Ακαδημία.