Άνω διδύμιο

Το Άνω διδύμιο (Superior Colliculus) είναι ένα ζεύγος δομών του εγκεφάλου που ανήκουν στο τετράδυμο πέταλο. Οι νευρώνες του απαντούν σε οπτικά, ακουστικά και σωματαισθητικά ερεθίσματα.

Παρεγκεφαλίδα, στέλεχος και μέσος εγκέφαλος

Δομή και συνδέσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα δύο άνω διδύμια βρίσκονται κάτω από τον θάλαμο και γύρω από την επίφυση στο μεσεγκέφαλο του εγκεφάλου των σπονδυλωτών. Είναι η κεφαλική (πρόσθια) όψη του μέσου εγκεφάλου, πίσω από την περιυδραγωγό φαιά ουσία και αμέσως πάνω από το Κάτω Διδύμια. Τα άνω τα κάτω διδύμια συναποτελούν αυτό που ονομάζεται τετράδυμο πέταλο.

Το άνω διδύμιο (ΑΔ) στον άνθρωπο παίζει ρόλο στην παραγωγή σακαδικών κινήσεων των ματιών και στον συντονισμό των κινήσεων οφθαλμών-κεφαλιού. Το ΑΔ λαμβάνει προσαγωγές συνδέσεις από τον φλοιό, το κάτω διδύμιο, τον αμφιβληστροειδή, τα βασικά γάγγλια και το νωτιαίο μυελό. Απαγωγές συνδέσεις από το ΑΔ προβάλλουν στον Παράμεσο Δικτυωτό σχηματισμό της Γέφυρας (PPRF) στο νωτιαίο μυελό και αλλού. Στον άνθρωπο, όπως και στα περισσότερα μεγάλα σπονδυλωτά, η αισθητηριακή πληροφορία προς το μεσεγκέφαλο διάγεται μέσα από τον Θάλαμο στον φλοιό για ερμηνεία, σύμφωνα με τις τρέχουσες θεωρίες. Ωστόσο, το ΑΔ μπορεί να προκαλέσει οφθαλμικές κινήσεις χωρίς την συμμετοχή του Φλοιού.

Το ΑΔ λαμβάνει οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα στα επιπολής στρώματά του ενώ τα βαθύτερα στρώματά του συνδέονται με πολλές αισθητηριοκινητικές περιοχές του εγκεφάλου. Το διδύμιο (άνω+κάτω) θεωρείται ότι συμμετέχει στον προσανατολισμό του ματιού και της κεφαλής προς ένα στόχο που έγινε αντιληπτός οπτικά και ακουστικά.

Είναι γενικά αποδεκτό ότι το ΑΔ των πρωτευόντων είναι μοναδικό στο είδος του στα θηλαστικά ως προς το ότι δεν περιλαμβάνει ένα πλήρη χάρτη του αντίπλευρου οπτικού ημιπεδίου. Αντίθετα, όπως και ο Πρωτοταγής οπτικός Φλοιός και ο έξω γονατώδης πυρήνας, κάθε ΑΔ αντιπροσωπεύει το αντίπλευρο ημιπεδίο ως τη μέση γραμμή, ενώ εξαιρείται από την αντιπροσώπευση το ομόπλευρο ημιπεδίο. Το λειτουργικό αυτό χαρακτηριστικό μπορεί να εξηγηθεί από την απουσία ανατομικών συνδέσεων ανάμεσα στα αμφιβληστροειδικά γαγγλιακά κύτταρα στο κροταφικό μισό του αμφιβληστροειδή και στο αντίπλευρο ΑΔ. Σε άλλα θηλαστικά, τα γαγγλιακά κύτταρα όλου του αμφιβληστροειδή προβάλλουν στο αντίπλευρο ΑΔ.

Στις νυχτερίδες, το ΑΔ επηρεάζει τις παραμέτρους των φωνής (κραυγής) τους και τις κινήσεις του αυτιού. Και τα δύο αυτά είναι μέρος του συστήματος ανίχνευσης της νυχτερίδας. Η αντίστοιχη περιοχή στα μη θηλαστικά σπονδυλωτά ονομάζεται Οπτικό Τετράδυμο πέταλο. Στα αμφίβια, τα ερπετά και ψάρια, το Οπτικό Τ/Δ είναι η μεγαλύτερη οπτική περιοχή, παρόλο που η λειτουργία του δεν είναι πλήρως γνωστή. Φαίνεται ότι είναι χρήσιμη για την διάκριση κυνηγού/λείας που οδηγεί στην συμπεριφορά απόδρασης ή κυνηγού αντίστοιχα. Σε φίδια με υπέρυθρη όραση, όπως ο Πύθωνας, παρόλο που η αρχική νευρική είσοδος είναι μέσω του Τρίδυμου νεύρου, και όχι του οπτικού νεύρου, το υπόλοιπο κύκλωμα επεξεργασίας αυτής της αίσθησης είναι παρόμοιο με την κανονική όραση και επομένως συμπεριλαμβάνει και το άνω διδύμιο.