Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Συντεταγμένες: 36°56′20.0″N 31°10′19.9″E / 36.938889°N 31.172194°E
Άσπενδος | |
---|---|
36°56′20″N 31°10′20″E | |
Χώρα | Τουρκία |
Διοικητική υπαγωγή | Serik |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Άσπενδος (Παμφυλιακά: ΕΣΤϜΕΔΥΣ, Αττική διάλεκτος: Ἄσπενδος) ήταν αρχαία ελληνική πόλη στη περιοχή της Παμφυλίας στη Μικρά Ασία περίπου 40 χλμ. ανατολικά από τη σημερινή παραθαλάσσια πόλη Αττάλεια της Τουρκίας. Η Άσπενδος βρισκόταν στον ποταμό Ευρυμέδοντα, περίπου 16 χλμ. στην ενδοχώρα από τη Μεσόγειο Θάλασσα. Συνόρευε και ήταν εχθρική προς την αρχαία πόλη Σίδη.[1]
Η Άσπενδος ήταν μεσόγεια αλλά παρόχθια πόλη επί του ποταμού Ευρυμέδοντα που ήταν πλωτός και σε απόσταση περίπου 10 χλμ. από τις εκβολές του στη Μεσόγειο. Αποτελούσε αποικία Ελλήνων από το Άργος που φέρεται να την ίδρυσαν περί το 1000 π.Χ.. Κατά τον 5ο αιώνα π.Χ. η Άσπενδος αποτελούσε το σημαντικότερο κέντρο εμπορίου στη περιοχή με μεγάλες εξαγωγές γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων. Το ευρύ φάσμα των νομισμάτων της πόλης σε όλο τον αρχαίο κόσμο δείχνει ότι, τον 5ο αιώνα π.Χ., η Άσπενδος είχε γίνει η σημαντικότερη πόλη της Παμφυλίας. Την εποχή εκείνη, σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, ο Ευρυμέδοντας ποταμός ήταν πλωτός μέχρι την Άσπενδο[2] και η πόλη αντλούσε μεγάλο πλούτο από το εμπόριο αλατιού, λαδιού και μαλλιού. Περίπου το 465 π.Χ., ο Κίμων οδήγησε ένα αθηναϊκό ναυτικό εναντίον ενός περσικού ναυτικού στη Μάχη του Ευρυμέδοντα και το κατέστρεψε. Στη συνέχεια η Άσπενδος έγινε μέλος της Δηλιακής Συμμαχίας.[3]
Το 333 π.Χ. την πόλη κατέλαβε ο Μέγας Αλέξανδρος και το 190 π.Χ. περιέρχεται στους Ρωμαίους μετά από μεγάλη καταστροφή. Από το τέλος της Ρωμαϊκής περιόδου και στη συνέχεια κατά η Βυζαντινή η Άσπενδος έλαβε μια λατινογενή προσωνυμία καλούμενη "Πριμόπολις" λόγω της εμπορικότητάς της, η οποία όμως άρχισε σιγά σιγά να φθίνει.
Από τα λείψανα της αρχαίας πόλης που βρίσκονται παρακείμενα του σημερινού λόφου Μπαλκίς πάρα τον ποταμό Μπάλκε Σου ή Κιοπρού Σου, (όπως λέγεται σήμερα ο αρχαίος Ευρυμέδοντας ποταμός), ξεχωρίζουν το αρχαίο ελληνορωμαϊκό θέατρο και το ρωμαϊκό υδραγωγείο.
Το αρχαίο θέατρο της Ασπένδου θεωρείται ένα από τα καλύτερα διατηρημένα αρχαία ελληνικά θέατρα στο κόσμο. Έχει διάμετρο 96 μ. και χωρητικότητα καθισμάτων 7.000 θεατών.[4] Κτίσθηκε από τον Έλληνα αρχιτέκτονα Ζήνωνα το 155 (μ.Χ.) στην ελληνιστική περίοδο.[4] Το κοίλο ήταν κατασκευασμένο αμφιθεατρικά και έφερε τρία διαζώματα, (το κάτω,το μεσαίο και το άνω με θολωτές καμάρες) ενδιάμεσα των οποίων φέρονταν ανά είκοσι σειρές μαρμάρινων καθισμάτων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον από αρχιτεκτονική άποψη παρουσιάζει η μεγάλη πρόσοψη της σκηνής που το ύψος της έφθανε περίπου τα 14 μ. Ολόκληρο το χώρο της σκηνής φέρεται να σκέπαζε λοξή ξύλινη στέγη που εξασφάλιζε επίσης και ηχομόνωση. Η στέγη αυτή ήταν κρεμαστή σε ιστούς που ήταν περασμένοι σε 58 πακτωμένους προβόλους στο άνω μέρος της σκηνής και που με σχοινιά σύρονταν περιμετρικά από τις θολωτές καμάρες του άνω διαζώματος. Το θέατρο αυτό ήταν δωρεά δύο πλουσίων Ασπενδίων εμπόρων της εποχής.
Κατά την Βυζαντινή περίοδο το θέατρο είχε μεταβληθεί αρχικά σε καραβάν-σεράι (=σταθμό καραβανιών), αργότερα όμως μετά την κατάληψη της περιοχής από τους Σελτζούκους αποτελούσε Σελτζουκικό ανάκτορο.[5] Μέχρι πρόσφατα στο θέατρο αυτό παρουσιάζονταν διάφορα θερινά καλλιτεχνικά φεστιβάλ, λόγω όμως φθορών που σημειώθηκαν έχουν ανασταλεί παρόμοιες εκδηλώσεις, που συνεχίζονται όμως σε παρακείμενο κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο.