Έκκριση είναι η κίνηση ενός υλικού από το ένα σημείο στο άλλο, όπως μια εκκρινόμενη χημική ουσία από ένα κύτταρο ή έναν αδένα. Αντίθετα, η απέκκριση είναι η απομάκρυνση ορισμένων ουσιών από ένα κύτταρο ή οργανισμό. Ο κλασσικός μηχανισμός της έκκρισης των κυττάρων γίνεται μέσω εκκριτικών πυλών [1] στην κυτταρική πλασματική μεμβράνη. Οι εκκριτικές πύλες είναι μόνιμη δομή σε σχήμα κυπέλλου στη πλασματική κυτταρική μεμβράνη.
Εκκριτικό σύστημα στα βακτήρια σημαίνει μεταφορά ή μετατόπιση μορίων όπως πρωτεΐνες, ένζυμα ή τοξίνες (όπως τοξίνη χολέρας σε παθογόνα βακτήρια όπως Vibrio cholerae) από το εσωτερικό ενός κυττάρου στο εξωτερικό του.
Τα κύτταρα, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπινων κυττάρων, έχουν μια πολύ εξελιγμένη διαδικασία έκκρισης. Οι πρωτεΐνες καθώς συντίθενται μετατοπίζονται στον αυλό ER.
Ο βιοχημικός έλεγχος διατηρείται σε αυτήν την ακολουθία με χρήση pH.
Υπάρχουν πολλές πρωτεΐνες όπως FGF1, FGF2, interleukin-1 κλπ. που δεν έχουν αλληλουχία σήματος. Δε χρησιμοποιούν το κλασσικό ER-Golgi. Αυτά εκκρίνονται μέσω διαφόρων μη κλασσικών οδών.
Οι πρωτεΐνες μπορούν να απελευθερωθούν από κύτταρα μέσω παροδικών πόρων στην πλασματική μεμβράνη πλάσματος[2] and through nonlethal, transient oncotic pores in the plasma membrane induced by washing cells with serum-free media or buffers.[3].
Πολλοί τύποι ανθρώπινων κυττάρων έχουν τη δυνατότητα να είναι εκκριτικά κύτταρα. Έχουν τη συσκευή Golgi για την εκπλήρωση αυτής της λειτουργίας.
Η έκκριση υπάρχει επίσης και στα βακτήρια. Ορισμένες εκκρινόμενες πρωτεΐνες μετατοπίζονται κατά μήκος της πλασματικής μεμβράνης των κυττάρων από το SecYEG, ένα σύστημα μετατόπισης. Άλλοι μετατοπίζονται κατά μήκος της κυτταροπλασματικής μεμβράνης μέσω της οδού μετατόπισης. Υπάρχουν τουλάχιστον έξι εξειδικευμένα συστήματα έκκρισης.
Η έκκριση τύπου I είναι ένα σύστημα έκκρισης που εξαρτάται από τη συγγένεια. Η διαδικασία ξεκινά ως οδηγός της πρωτεΐνης.