Έννιος Κόιντος | |
---|---|
![]() | |
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Ennius Quintus (Λατινικά)[1] |
Γέννηση | 16 Ιουλίου 239 π.Χ. Ρωδαίες[2] |
Θάνατος | 8 Οκτωβρίου 169 π.Χ. Ρώμη |
Αιτία θανάτου | ουρική αρθρίτιδα[3] |
Συνθήκες θανάτου | φυσικά αίτια[2] |
Τόπος ταφής | Τάφος των Σκιπιώνων |
Χώρα πολιτογράφησης | Αρχαία Ρώμη[1][2] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Λατινικά[4][5] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ποιητής[2][1] θεατρικός συγγραφέας συγγραφέας[6] Αρχαίος Ρωμαίος ιστορικός[7] χρονογράφος[8] |
![]() | |
Ο Κόιντος Έννιος (Quintus Ennius) (239 π.Χ-169 π.Χ) ήταν λατίνος τραγικός ποιητής.
Ο Κόιντος Ένιος γεννήθηκε στις Ρωδαίες (Rudiae), μικρή πόλη της Καλαβρίας ανάμεσα στον Τάραντα και το Βρινδήσιο, της Κάτω Ιταλίας το 239 π.Χ.[9] Φορέας τριών πολιτισμών, του Οσκικού, Ελληνικού και Λατινικού, προερχόταν από οικογένεια εύπορη της Μεσσαπείας και έλαβε επιμελημένη μόρφωση και κυρίως σπούδασε ρητορική και φιλοσοφία. Υπηρέτησε στο Ρωμαϊκό στρατό στη Νότια Ιταλία και αργότερα στη Σαρδηνία, ως εκατόνταρχος κατά την εκστρατεία του 215 π.Χ[9]- γνωρίζει τον Κάτωνα τον Πρεσβύτερο, ο οποίος τον πήρε μαζί του στη Ρώμη το 204 π.Χ.[10] Στη Ρώμη εργάζεται ως δάσκαλος. Κατοικεί στον στον Αβεντίνο λόφο με μεγάλη λιτότητα έχοντας μια υπηρέτρια να τον βοηθάει.[11] Στη Ρώμη γνωρίζει τον Σκιπίωνα τον Αφρικανό και τον Μάρκο Φούβλιο Νοβίλιο ο οποίος τον πήρε μαζί του όταν εκστράτευσε κατά κατά των Αιτωλών.[9] Από ένα αστεϊσμό στις Saturae ορισμένοι μελετητές συμπέραναν πως έπασχε από αρθριτικά. Αυτό όμως δεν τεκμηριώνει πως πέθανε από αυτήν την ασθένεια. Πέθανε το 169 π.Χ και οι στάχτες του μεταφέρθηκαν στην πατρίδα του και στήθηκε γι' αυτόν μνημείο στον οικογενειακό τάφο των Σκιπιώνων.[11]
Στην δραματική του δημιουργία κυριαρχεί η τραγωδία κάτι που οφειλόταν «στην κλίση του ταλέντου του»[13]
Μεγαλύτερο πρότυπό του είναι ο Ευριπίδης και τρεις από τις τραγωδίες του είναι αντλημένες από σωζόμενα έργα του Έλληνα τραγικού: η Hecuba, η Iphigenia και η Medea excul. Μεταφράζει κατ'ακρίβεια ή ακολουθεί πιστά τη δομή των έργων.[14] Οι επιδράσεις από τον Σοφοκλή δεν αποδεικνύονται από πουθενά, ενώ ο Αισχύλος επιδρά στο έργο του Eymenides. Ο Αρίσταρχος από την Τεγέα επιδρά στον Achilles.[13] Το έπος του Annales απηχεί ρωμαϊκές γεννεαλογικές παραδόσεις, ενώ φαίνεται να αγνοεί τα χρονικά των ποντιφήκων. Άγνωστες είναι οι πηγές των praetextae του.[15]
Τα έργα του απηχούν τον ρωμαϊκό και ελληνιστικό αξιακό κόσμο: η εργασία προκρίνεται έναντι της οκνηρίας. Οι Ρωμαίοι ήρωες αποθεώνονται με κυρίαρχο τον Σκιπίωνα. Απουσίαζει κάθε ρομαντική εξύμνηση του πολέμου, της στρατιωτικής τραχύτητας και αντιπαραθέτει την λεκτική αναμέτρηση απηχώντας την ελληνική σοφία και τον ελληνικό ορθολογισμό. Για τον Έννιο το δίκαιο ιεραρχείται ως ανώτερο της ανδρείας. Ως προς τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις δέχεται την ύπαρξη των θεών αλλά δεν φροντίζουν για τους ανθρώπους. Στρέφεται κατά της τέχνης των μάντεων, αλλά των ιδιωτών και όχι των θεσμοθετημένων οιωνοσκόπων.[16]
Το έργο του Annales γίνεται σχολικό εγχειρίδιο, οι φιλόλογοι τον σχολιάζουν, ενώ οι ποιητές το μιμούνται όπως ο Βιργίλιος στην Αινειάδα του.Ο Λουκρήτιος το ακολουθεί ως γλωσσικό και ως θεματολογικό πρότυπο. Τον 1ο π.Χ.αι. οι κωμωδίες του δεν παίζονται, αλλά οι τραγωδίες του εξακολουθούν να παίζονται. Τον 2ο μ.Χ ανανεώνεται το ενδιαφέρον για το έργο του: τα έργα του αντιγράφονται και ο αυτοκράτορας Αδριανός τον εκτιμά. Ο Οράτιος επηρεάζεται από τον Έννιο σε ωδές ρωμαϊκού περιεχομένου. Αυτό που επιδρά κυρίως είναι θεμελίωση της λατινικής ποιητικής γλώσσας, του εξαμέτρου και της διαφοροποίησης των λογοτεχνικών ειδών. Μετά την κατάρρευση του ρωμαϊκού κόσμου ο Έννιος δεν επιζούν.[17] Φράσεις και μεμονωμένες λέξεις από τα έργα του επιβιώνουν στους μεταγενέστερους συγγραφείς: έτσι το Κανείς δεν βλέπει ό,τι είναι μπροστά στα μάτια του, διερευνά τα πεδία του ουρανού, χρησιμοποιείται από τον Σενέκα κατά του Κλαύδιου που ήθελε να γίνει θεός, ενώ στον Μινόυκιο Φήλικα ένας εθνικός την επικαλείται κατά των Χριστιανών, και οι τελευταίοι με τη σειρά τους κατά της αστρολογίας των εθνικών. Τέλος η λέξη omnipotens είναι δημιούργημά του.[18]