Όλαφ Γκούθφριθσον | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Óláfr Guðfriðarson; (Ιρλανδικά) |
Γέννηση | 9ος αιώνας |
Θάνατος | 941 Γιορκ |
Τόπος ταφής | Auldhame & Scoughall |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Cammán mac Amlaíb |
Γονείς | Γκοφραίντ ουα Αιμάρ |
Αδέλφια | Blácaire mac Gofrith Blácaire mac Gofraid |
Οικογένεια | Ουί Αιμάρ |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Battle of Brunanburh |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | βασιλιάς της Νορθουμβρίας |
Ο Όλαφ Γκούθφριθσον (Óláfr Guðrøðsson, ... - 941) ήταν Βίκινγκ οπλαρχηγός που βασίλευσε στο Δουβλίνο και στην Νορθουμβρία κατά την διάρκεια του 10ου αιώνα, ήταν γιος του Γκοφραίντ ουα Αιμάρ και δισέγγονος του Αιμάρ. Ο Όλαφ διαδέχθηκε τον πατέρα του σαν βασιλιάς του Δουβλίνου (934) και κυριάρχησε στους Βίκινγκ του Λίμερικ αιχμαλωτίζοντας τον βασιλιά τους Αμλάιμπ Κεννκάιρεχ (937). Την ίδια χρονιά συμμάχησε με τον Κωνσταντίνο Β΄ της Σκωτίας σε μια προσπάθεια να ανακτήσει το βασίλειο της Νορθουμβρίας στο οποίο ο πατέρας του είχε κυβερνήσει σύντομα το 927, οι δυνάμεις τους ηττήθηκαν στην μάχη του Μπρούναμπουρ από τον Έθελσταν της Αγγλίας. Ο Όλαφ επέστρεψε στην Ιρλανδία (938) αλλά με τον θάνατο του Έθελσταν την επόμενη χρονιά πήγε στην Γιορκ στην οποία ανακηρύχτηκε βασιλιάς ενώ ο αδελφός του Μπλακαίρ μακ Γκοφράιντ παρέμεινε βασιλιάς στο Δουβλίνο. Ο Όλαφ και ο διάδοχος του Έθελσταν Εδμόνδος Α΄ της Αγγλίας συναντήθηκαν στο Λέστερ (939) και αποφάσισαν να μοιράσουν μεταξύ τους την Αγγλία, η συμφωνία αυτή δεν κατόρθωσε να επιβιώσει και σε λίγα χρόνια οι Βίκινγκ είχαν καταλάβει τις πέντε επαρχίες του Ντέρμπι, του Λέστερ, του Λίνκολν, του Νότιγχαμ και του Στάμφορντ. Ο Όλαφ πέθανε (941) και τον διαδέχθηκε στην Νορθουμβρία o ξάδελφος του Αμλάιμπ Κουαράν, την εποχή που πέθανε τα Ιρλανδικά χρονικά τον καταγράφουν σαν "βασιλιά των Δανών" και "βασιλιά των πέντε επαρχιών".
Ο Όλαφ εμφανίζεται για πρώτη φορά στις σύγχρονες με αυτόν καταγραφές στις 10 Νοεμβρίου 933, την ημέρα που περιγράφεται ότι λεηλάτησε την Άρμαγκ.[1] Συμμάχησε με τον Ματουντάν μακ Αέντα υποτελή βασιλιά του Ουλάιντ και συγκρούστηκε με τον Μουιρτσερτάχ Μακ Νιλ του Αιρλεχ, στην μάχη που ακολούθησε έχασε 240 άντρες. Μια πρώιμη αναφορά για τον "γιο του Γκοφρέντ" που λεηλάτησε το μοναστήρι του Κίλνταρ (928) πιθανότατα να αναφέρεται στον Όλαφ χωρίς να αναφέρει το όνομα του.[2] Ο πατέρας του Όλαφ Γκοφράιντ ουά Αιμάρ, βασιλιάς του Δουβλίνου πέθανε το 934 και τον διαδέχθηκε ο Όλαφ σαν βασιλιάς.[1][3]
Ο Όλαφ περιγράφεται ως "ηγέτης των τεσσάρων επαρχιών" από τα Χρονικά των τεσσάρων επαρχιών (937) την χρονιά που πήγε στον ποταμό Ρι και αιχμαλώτισε τον βασιλιά του Λίμερικ Αμλάιμπ Κέννκερεχ αφού τα στρατεύματα του διέλυσαν τα πλοία του.[2][4] Η σύγκρουση αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι έγινε ανάμεσα στους Βίκινγκ του Λίμερικ και τους Βίκινγκ του Δουβλίνου και μπορεί να θεωρηθεί σαν μια σημαντική νίκη για τους Βίκινγκ του Δουβλίνου, την περίοδο αυτή η εξουσία των Βίκινγκ στην Ιρλανδία βρέθηκε στο αποκορύφωμα της.[5] Με την θέση του στην Ιρλανδία εξασφαλισμένη ο Όλαφ έστρεψε την προσοχή του στην Αγγλία και στην Νορθουμβρία η οποία είχε κυβερνηθεί στο παρελθόν από τον πατέρα του αλλά κατακτήθηκε από τον Έθελσταν της Αγγλίας (927).[3] Ο Όλαφ συμμάχησε με τον Κωνσταντίνο Β΄ της Σκωτίας το βασίλειο του οποίου είχε δεχτεί επίθεση από τον Έθελσταν (934) αλλά το 937 την ίδια χρονιά που πραγματοποιήθηκε η μεγάλη νίκη επί του Λίμερικ, ο Όλαφ και οι Βίκινγκ του Δουβλίνου έφυγαν για την Αγγλία.[6]
Οι συμμαχικές δυνάμεις του Όλαφ και του Κωνσταντίνου συνάντησαν τον στρατό του Έθελσταν στην μάχη του Μπρούνανμπουρ, η θέση του είναι αμφιλεγόμενη αλλά οι περισσότεροι το συνταυτίζουν με το Τσεσάιρ.[7] Ο Όλαφ και ο Κωνσταντίνος ήταν οι διοικητές του στρατού των Βίκινγκ, ο Όλαφ και ο αδελφός του Εδμόνδος αντίστοιχα ήταν οι διοικητές του στρατού των Άγγλων, οι απώλειες ήταν μεγάλες και από τις δυο πλευρές αλλά τελικά η μάχη κατέληξε σε μεγάλη νίκη για τους Άγγλους. Ο Όλαφ και ο Κωνσταντίνος κατόρθωσαν να επιζήσουν και να δραπετεύσουν στις πατρίδες τους στην Σκωτία και στην Ιρλανδία αντίστοιχα ωστόσο ένας από τους γιους του Κωνσταντίνου βρήκε τον θάνατο.[6] Οι αναφορές για την μάχη αυτή ήταν έντονες τόσο στο Αγγλοσαξωνικό χρονικό όσο και στα Ιρλανδικά χρονικά εκείνης της εποχής.[8][9] Οι πολυπληθείς αναφορές για την μάχη αποδεικνύουν την μεγάλη σημασία που είχαν δώσει οι Βρετανοί για την μάχη εκείνη την εποχή.[6]
Τα χρονικά καταγράφουν την επιστροφή του Όλαφ στην Ιρλανδία (938) και μια επιδρομή που πραγματοποίησε την ίδια χρονιά στο Κίλκουλλεν το οποίο ταυτίζεται με την σημερινή κομητεία του Κίλνταρ με χιλιάδες αιχμαλώτους.[2] Ο Έθελσταν πέθανε τον Οκτώβριο του 939 και αμέσως μετά ο Όλαφ αναχώρησε για την Γιορκ για να ανακηρυχθεί βασιλιάς της Νορθουμβρίας, άφησε τον αδελφό του Μπλακαίρ στο Δουβλίνο να παραμείνει βασιλιάς στην θέση του.[10][11] Ο Συμεών του Νταρχάμ αναφέρει ότι ο Όλαφ και ο νέος Σάξονας βασιλιάς Εδμόνδος συναντήθηκαν στο Λέστερ (939) προκειμένου να προχωρήσουν σε συμφωνία για να μοιράσουν μεταξύ τους την Αγγλία.[12] Η συμφωνία διατηρήθηκε πολύ λίγο, σε ελάχιστα χρόνια οι Βίκινγκ κατέκτησαν ξανά τις πέντε επαρχίες.[13] Τα Χρονικά του Μελρόζ καταγράφουν για το έτος 941 ο Όλαφ επιτέθηκε στην αρχαία Αγγλική εκκλησία του Τίνινγχαμ στα σύνορα με την Σκωτία αλλά εκείνη την εποχή ήταν τμήμα της Νορθουμβρίας.[14][15] Η επίθεση δεν ήταν μια απλή επιδρομή, ο βασικός στόχος του Όλαφ ήταν να εξασφαλίσει μια πολύ εύκολη επικοινωνία ανάμεσα στην Γιορκ και στο Δουβλίνο μέσω της Σκωτίας.[16]
Ο Όλαφ πέθανε (941) και τον διαδέχθηκε στην Νορθουμβρία ο Όλαφ Κουαράν.[11] Τα χρονικά περιγράφουν τον θάνατο του Όλαφ και τον ονομάζουν με τους τίτλους "βασιλιάς των Δανών" και "βασιλιάς των πέντε επαρχιών και των σκοτεινών ξένων".[17][18] Ένας σκελετός βρέθηκαν σε ανασκαφές στο Όλνταμ το 2005 με πολλά αγαθά που αποδεικνύει ότι ανήκε σε άντρα πολύ ψηλής καταγωγής, η παρουσία πλούσιων αγαθών και κοσμημάτων οδήγησε τους ιστορικούς και τους αρχαιολόγους στο συμπέρασμα ότι ο σκελετός ανήκε στον Όλαφ.[19] Ο Όλαφ πριν τον θάνατο του το 941 πραγματοποιούσε μια σειρά από ασταμάτητες επιδρομές στο Όλνταμ και στο Τίνινγκχαμ, δυο από τις τοπικές εκκλησίες στην περιοχή ήταν αφιερωμένες στον Άγιο Βαλτρίντ.[20] Ο ιστορικός Άλεξ Γουλφ (γεν. 1963) αναφέρει ότι δεν ανήκε με βεβαιότητα ο σκελετός στον Όλαφ αν και πολλές από τις ενδείξεις δείχνουν ότι πέθανε στην περιοχή σε μια από τις πολλές μάχες που πραγματοποιούσε εκείνη την εποχή. Ο Γουλφ γράφει επιπλέον ότι "οι οπαδοί του βασιλιά προτίμησαν να τον θάψουν σε ένα κοιμητήρι του Αγίου ώστε να εξασφαλίσουν στην συνέχεια την ευλογία του."[19]
Ο πατέρας του Όλαφ αναγνωρίζεται με τον Γκοφραίντ ο οποίος ήταν βασιλιάς του Δουβλίνου την περίοδο 920 - 934 και είχε βασιλεύσει για σύντομο χρονικό διάστημα στην Νορθουμβρία το 927.[21][22] Ο Γκόφραιντ καταγράφεται σαν εγγονός του Άιμαρ τον οποίο πολλοί ταυτίζουν με τον Άιβαρ τον Ασπόνδυλο αλλά το πατρώνυμο του δεν αναφέρεται σε καμιά από τις πηγές, πιθανότατα ήταν γιος κάποιου γιου του που δεν βασίλευσε ποτέ ή κάποιας κόρης του, σε οποιαδήποτε περίπτωση βασίλευσε χάρη στα δικαιώματα του παππού του.[23] Ο Άιμαρ αναφέρεται σαν ο γενάρχης της δυναστείας των Ουί Αιμάρ και ένας από τους αρχαιότερους βασιλείς του Δουβλίνου στα μέσα του 9ου αιώνα.[24]
Τρεις προσωπικότητες αναγνωρίζονται σαν γιοι του Όλαφ Γκούθφριθσον : ο Αλμπάν, ο Μπλακαίρ και ο Ραγκνάλ.[21] Ο Αλμπάν σκοτώθηκε το 926 σε μάχη εναντίον του Μουίρχερταχ μακ Νείγ.[25] Ο Μπλακαίρ βασίλευσε στο Δουβλίνο από το 939 και ο Ραγκνάλ μακ Γκοφρέιντ βασίλευσε στην Νορθουμβρία την περίοδο 943 - 944 πιθανότατα μαζί με τον ξάδελφο του Όλαφ Κουαράν μέχρι την εποχή που εκδιώχθηκε από τον Εδμόνδο Α΄ της Αγγλίας.[10][26] Ο Ιωάννης του Γούστερ γράφει τον 12ο αιώνα ότι ο Όλαφ παντρεύτηκε μια από τις κόρες του Κωνσταντίνου Β΄ της Σκωτίας πριν το 937 αλλά η πληροφορία θεωρείται ανεπιβεβαίωτη.[27] Ο χρονικογράφος του 13ου αιώνα Ρογήρος του Γουεντόβερ γράφει ότι ο Όλαφ παντρεύτηκε την Άλντγυθ κόρη του Νορθούμβριου κόμη Ορμ με την συμφωνία που ακολούθησε στο Λέστερ ανάμεσα στον Όλαφ και στον βασιλιά Εδμόνδο.[28]
Μια προσωπικότητα με το όνομα Καμμάν μακ Αμλάιμπ αναγνωρίζεται σαν γιος του Όλαφ, τα Χρονικά του Ούλστερ γράφουν την ήττα του σε μια θέση με το όνομα Ντάμπ (960), ο Καμμάν πιθανότατα είναι ένας από τους γιους του Όλαφ που καταγράφονται στα Χρονικά των Τεσσάρων Μάστερ (962).[29][30][31][32] Ο λογαριασμός αναφέρει ότι οι γιοι του Όλαφ και οι δικηγόροι πήγαν στην Ιρλανδία και λεηλάτησαν το Κονέιγ Μουίρθειμν και το Χάουθ, στην συνέχεια πήγαν στο Μύνστερ για να εκδικηθούν τον αδελφό τους Όιν. Συνέχισαν τις λεηλασίες μέχρι την ήττα τους από τους Ιρλανδούς στο Ουί Λιαθέιν στο οποίο 365 από αυτούς σκοτώθηκαν, την ίδια εποχή ένας ανώνυμος γιος του Όλαφ ήταν αρχηγός μιας νέας επιδρομής στο Άνγκλεσι.[31][32] Ο Καμμάν αναγνωρίζεται με τον Σίτριουκ Καμ μια προσωπικότητα η οποία πραγματοποίησε μια ναυτική επίθεση του Ουί Τσολγκάιν (962) αλλά αναγκάστηκε να επιστρέψει όταν συνετρίβη από δυνάμεις από το Δουβλίνο και το Λένστερ οι οποίες σκότωσαν πολλούς από τους άνδρες του.[33] Μια προσωπικότητα με το όνομα Γκοφράιντ μακ Αμλάιντ που καταγράφεται στα χρονικά ότι πέθανε το 963 πιθανότατα να ήταν γιος του Όλαφ Γκούθφριθσον ή του γιου του Όλαφ Κουαράν.[34] Τα "Χρονικά του Κλόνμακνόιζ" καταγράφουν έναν Άιμαρ σαν "γιο του βασιλιά" πιθανότατα να ήταν γιος του Όλαφ αλλά η καταγωγή του ήταν αβέβαιη.[35][36]