Όσβαλντ Ρόταουχ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 17 Μαΐου 1897[1] Mittelsinn[2] |
Θάνατος | 4 Δεκεμβρίου 1967[1] Κολωνία[3] |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[4] |
Εκπαίδευση | διδάκτωρ νομικής |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | δικαστής εισαγγελέας[4] |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα |
Ποινική κατάσταση | |
Κατηγορίες εγκλήματος | έγκλημα κατά της ανθρωπότητας |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Rosemarie Rothaug |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | Βέρμαχτ |
Πόλεμοι/μάχες | Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Judge of the People's Court |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Όσβαλντ Ρόταουχ (γερμ. Oswald Rothaug) ήταν Γερμανός δικαστικός, ο οποίος κατηγορήθηκε και προσάχθηκε σε δίκη ενώπιον του Στρατιωτικού Δικαστηρίου που συγκροτήθηκε στην Νυρεμβέργη μετά την λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και εκδίκασε την υπόθεση "ΗΠΑ εναντίον Γιόζεφ Άλτστετερ και άλλων", γνωστότερης ως Δίκης των Δικαστικών.
Ο Ρόταουχ γεννήθηκε στις 7 Μαΐου 1897 στο Μίττελζιν (Mittelsinn). Ήταν γιος δασκάλου δημοτικού σχολείου. Σπούδασε Νομικά, αλλά η εκπαίδευσή του διακόπηκε κατά το χρονικό διάστημα 1916 - 1918 λόγω του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, κατά το οποίο υπηρέτησε στον Στρατό.[5]. Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του εισήλθε στον δικαστικό κλάδο (1925) και το 1933 ήταν πρώτος Εισαγγελέας στην Νυρεμβέργη.[6] Το 1938 έγινε μέλος του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (με αναδρομική ισχύ από το 1937). Το 1937 τοποθετήθηκε επικεφαλής του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης, θέση στην οποία παρέμεινε ως το 1943, οπότε μετατέθηκε ως Δημόσιος Κατήγορος στο λαϊκό δικαστήριο στο Βερολίνο.[7]. Ο ίδιος στην απολογία του αρνήθηκε ότι ανήκε στην SD ((Sicherheitsdienst, υπηρεσία ασφαλείας της SS), σύμφωνα όμως με τον μάρτυρα Έλκαρ (Elkar) ο Ρόταουχ ήταν "επί τιμή συνεργάτης" της SD σε θέματα νομικής φύσεως και συμβουλών. Στο Βερολίνο διετέλεσε επικεφαλής Δημόσιος Κατήγορος επί υποθέσεων εσχάτης προδοσίας στις νότιες περιοχές του Ράιχ καθώς και σε υποθέσεις που αφορούσαν στην "υποβίβαση του ηθικού του στρατεύματος" στα μέτωπα των μαχών.[5]
Ο Ρόταουγκ ήταν ο δικαστής που εκδίκασε μία από τις πλέον γνωστές δίκες στη Ναζιστική Γερμανία, γνωστή ως "υπόθεση Κάτσενμπέργκερ". Στις 13 Μαρτίου 1942 ο 67χρονος (τότε) Λίο Κάτσενμπέργκερ (τον οποίο αναφέρει στο κατηγορητήριο ως "Lehrnann Israel Katzenberger", αποκαλούμενο και Λίο), διακεκριμένος έμπορος παπουτσιών σε όλη τη χώρα και επικεφαλής της εβραϊκής πολιτιστικής κοινότητας στην πόλη κατηγορήθηκε ότι είχε σχέση με μια νεαρή έγγαμη φωτογράφο, την Ιρένε Ζάιλερ (Irene Seiler, πατρικό όνομα Σέφλερ), στην οποία ενοικίαζε διαμέρισμα ιδιοκτησίας του και της οποίας ο σύζυγος υπηρετούσε στο μέτωπο. Ο Κάτσενμπέργκερ συνελήφθη στις 18 Μαρτίου 1941 με βάση τον Νόμο "περί καθαρότητας του γερμανικού αίματος".[5] Τόσο ο Κάτσενμπέργκερ όσο και η Ζάιλερ αρνήθηκαν ότι είχαν την παραμικρή σεξουαλική σχέση. Η Ζάιλερ δήλωσε μάλιστα ότι η σχέση τους ήταν παρόμοια με αυτής πατέρα και κόρης. Ο ανακριτής της υπόθεσης συμπέρανε ότι υπήρχαν ελάχιστες αποδείξεις για να μπορέσει να προχωρήσει σε διώξεις. Η υπόθεση αυτή, όμως, τράβηξε την προσοχή του Ρόταουχ και φρόντισε να την περάσει στην δικαιοδοσία του, αντιλαμβανόμενος ότι παρόμοια υπόθεση θα ελάμβανε μεγάλη δημοσιότητα και την είδε ως ευκαιρία να επιδείξει τον ναζιστικό του ζήλο. Για το σκοπό αυτό απέστειλε σχετικές προσκλήσεις σε όλους τους Ναζί αξιωματούχους της περιοχής της Νυρεμβέργης να παρακολουθήσουν την δίκη. Παρά το γεγονός ότι δεν προσκομίστηκε καμία επιπλέον απόδειξη στο δικαστήριο, ο Ρόταουχ, βασιζόμενος στην κατάθεση αυτόπτη μάρτυρα ότι "είδε τον Κάτσενμπέργκερ να βγαίνει από το διαμέρισμα της Ζάιλερ ενώ είχε ήδη σκοτεινιάσει" καταδίκασε τον έμπορο σε θάνατο και την Ζάιλερ σε διετή φυλάκιση για ψευδορκία. Ο Κάτσενμπέργκερ καρατομήθηκε στην φυλακή του Στάντελχάιμ στις 2 Ιουνίου 1942[8]. Η απόφαση αυτή προκάλεσε δυσφορία ακόμη και σε κομματικούς αξιωματούχους και πιθανόν να ήταν η αιτία μετάθεσης του Ρόταουγκ στο Βερολίνο. Η υπόθεση Κάτσενμπέργκερ αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα για την καταδίκη του σε ισόβια από το Δικαστήριο.
Η υπόθεση αυτή μεταγράφηκε σε βιβλίο με τον (αγγλικό) τίτλο «The Maiden and the Jew» από την ανταποκρίτρια της Suddeutsche Zeitung Κριστιάνε Κολ (Christiane Kohl).[9]
Ο Ρόταουχ προσάχθηκε στην Δίκη των Δικαστικών ως ένας από τους δεκαέξι κατηγορουμένους, με τις κατηγορίες διάπραξης εγκλημάτων πολέμου και εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Στην ετυμηγορία αναφέρεται, μεταξύ άλλων ότι "από τις μαρτυρίες σχετικά με αυτές τις δίκες (μια από τις οποίες ήταν η υπόθεση Κατσενμπέργκερ) είναι εμφανές ότι από αυτές έλειπε κάθε ίχνος νομιμότητας. Στις υποθέσεις αυτές που προέδρευε ο εναγόμενος, παρά τις νομικές σοφιστείες που επινόησε, έδρασε απλά ως ένα όργανο στο πρόγραμμα των ηγετών του Ναζιστικού καθεστώτος για την δίωξη και εξόντωση (ενν. των Εβραίων)".[8]
Ο Ρόταουχ καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, αλλά αφέθηκε ελεύθερος το 1956. Έζησε ως το 1967 και απεβίωσε στην Κολωνία.