Ύλλος

Ύλλος
Γενικές πληροφορίες
Τόπος ταφήςHyllos's tomb in Megara[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΙόλη
ΤέκναΚλεοδαίος
Evaechme
ΓονείςΗρακλής και Δηιάνειρα
ΑδέλφιαΜακαρία του Ηρακλή
Γληνεύς
Ctesippus
ΟικογένειαΗρακλείδες

Ο Ύλλος (και σπανιότερα Ύλλας ή Ύλλης) ήταν γιος του Ηρακλή και της Δηιάνειρας, σύζυγος της Ιόλης[2]. Τον θεωρούσαν επώνυμο της δωρικής φυλής των Υλλέων. Μετά τον θάνατο του πατέρα του είχε πιθανώς υιοθετηθεί από τον Αιγιμιό.

Ο Ηρακλής έχοντας ολοκληρώσει τους 12 άθλους του διώχθηκε από τον βασιλιά της Τίρυνθας Ευρυσθέα ως σφετεριστής του θρόνου και πέθανε ως εξόριστος χωρίς ποτέ να επιστρέψει στην πατρίδα του. Οι απόγονοί του, οι Ηρακλείδες, με αρχηγό τον Ύλλο πάντα επιθυμούσαν να επιστρέψουν στα πατρώα εδάφη και να διεκδικήσουν τον θρόνο (βλ. Επάνοδος των Ηρακλειδών). Συμμαχώντας με τους Αθηναίους πολεμούν εναντίον του Ευρυσθέα, τον φονεύουν και καταστρέφουν τον στρατό του[3]. Με οδηγό τον Ύλλο κατέλαβαν όλες σχεδόν τις πόλεις της, αλλά μετά από ένα χρόνο περίπου εμφανίσθηκε εκεί μία θανατηφόρα επιδημία και ο χρησμός που ζήτησαν ανέφερε πως αυτή ήταν εκδήλωση της «θείας οργής» επειδή είχαν επιστρέψει πριν από τον καθορισμένο «από το πεπρωμένο» χρόνο. Υπακούοντας τότε στη «θέληση των θεών», οι Ηρακλείδες εγκατέλειψαν την Πελοπόννησο και ξαναγύρισαν στην Αττική, όπου εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Μαραθώνα.

Μόλις τα τελευταία ίχνη της επιδημίας εξαφανίστηκαν, ο Ύλλος κατέφυγε στο Μαντείο των Δελφών και ζήτησε χρησμό για το πότε έπρεπε να ξαναγυρίσουν στην Πελοπόννησο. Του δόθηκε τότε ο χρησμός ότι ο κατάλληλος χρόνος θα ήταν «μετά τον τρίτο θερισμό» ή «μετά την τρίτη σοδειά». Ανάμεσα σε όλους τους αδελφούς του, ο Ύλλος ήταν ο πραγματικός κληρονόμος του Ηρακλή και αυτός που είχε ζήσει τον περισσότερο καιρό μαζί του και ανατράφηκε κοντά του. Για τους λόγους αυτούς ο Ύλλος είχε αναγνωρισθεί από τους Ηρακλείδες αρχηγός τους και σε αυτόν είχαν αναθέσει να τους οδηγήσει στην εστία τους. Αμέσως μετά τον χρησμό αυτόν λοιπόν, ο Ύλλος επικεφαλής των αδελφών του επεχείρησε να περάσει τον Ισθμό της Κορίνθου. Εκεί όμως συνάντησε παρατεταγμένο τον στρατό του Εχέμου, του βασιλιά της Τεγέας. Αντί για μάχη, προτιμήθηκε από τις δύο πλευρές μία μονομαχία ανάμεσα στους αρχηγούς τους. Σε αυτή σκοτώθηκε ο Ύλλος, κι έτσι οι Ηρακλείδες επέστρεψαν πίσω[3].

Ο τάφος του Ύλλου υποτίθεται ότι βρισκόταν κοντά στα Μέγαρα. Ηρώο του βρισκόταν και στην Αθήνα, βόρεια από την Ακρόπολη, κοντά στο ιερό του Αχελώου. Ο Ύλλος λατρευόταν επίσης στη Σπάρτη, στο Άργος και στην Τροιζήνα.


  • Emmy Patsi-Garin: Επίτομο λεξικό Ελληνικής Μυθολογίας, εκδ. οίκος Χάρη Πάτση, Αθήνα 1969
  1. 1,0 1,1 Παυσανίας: (αρχαία ελληνικά) Ελλάδος περιήγησις.
  2. Εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή. Τεγόπουλος - Μανιατέας. 1996. σελ. 108, τομ. 34. 
  3. 3,0 3,1 ἐνθαῦτα ἐν τῇ διατάξι ἐγένετο λόγων πολλῶν ὠθισμὸς Τεγεητέων τε καὶ Ἀθηναίων· ἐδικαίευν γὰρ αὐτοὶ ἑκάτεροι ἔχειν τὸ ἕτερον κέρας, καὶ καινὰ καὶ παλαιὰ παραφέροντες ἔργα. τοῦτο μὲν οἱ Τεγεῆται ἔλεγον τάδε. 2 “ἡμεῖς αἰεί κοτε ἀξιεύμεθα ταύτης τῆς τάξιος ἐκ τῶν συμμάχων ἁπάντων, ὅσαι ἤδη ἔξοδοι κοιναὶ ἐγένοντο Πελοποννησίοισι καὶ τὸ παλαιὸν καὶ τὸ νέον, ἐξ ἐκείνου τοῦ χρόνου ἐπείτε Ἡρακλεῖδαι ἐπειρῶντο μετὰ τὸν Εὐρυσθέος θάνατον κατιόντες ἐς Πελοπόννησον· 3 τότε εὑρόμεθα τοῦτο διὰ πρῆγμα τοιόνδε. ἐπεὶ μετὰ Ἀχαιῶν καὶ Ἰώνων τῶν τότε ἐόντων ἐν Πελοποννήσῳ ἐκβοηθήσαντες ἐς τὸν Ἰσθμὸν ἱζόμεθα ἀντίοι τοῖσι κατιοῦσι, τότε ὦν λόγος Ὕλλον ἀγορεύσασθαι ὡς χρεὸν εἴη τὸν μὲν στρατὸν τῷ στρατῷ μὴ ἀνακινδυνεύειν συμβάλλοντα, ἐκ δὲ τοῦ Πελοποννησίου στρατοπέδου τὸν ἂν σφέων αὐτῶν κρίνωσι εἶναι ἄριστον, τοῦτόν οἱ μουνομαχῆσαι ἐπὶ διακειμένοισι. 4 ἔδοξέ τε τοῖσι Πελοποννησίοισι ταῦτα εἶναι ποιητέα καὶ ἔταμον ὅρκιον ἐπὶ λόγῳ τοιῷδε, ἢν μὲν Ὕλλος νικήσῃ τὸν Πελοποννησίων ἡγεμόνα, κατιέναι Ἡρακλείδας ἐπὶ τὰ πατρώια, ἢν δὲ νικηθῇ, τὰ ἔμπαλιν Ἡρακλείδας ἀπαλλάσσεσθαι καὶ ἀπάγειν τὴν στρατιὴν ἑκατόν τε ἐτέων μὴ ζητῆσαι κάτοδον ἐς Πελοπόννησον. 5 προσκρίθη τε δὴ ἐκ πάντων τῶν συμμάχων ἐθελοντὴς Ἔχεμος ὁ Ἠερόπου τοῦ Φηγέος στρατηγός τε ἐὼν καὶ βασιλεὺς ἡμέτερος, καὶ ἐμουνομάχησέ τε καὶ ἀπέκτεινε Ὕλλον.... - Ηρόδοτος, Ιστορίαι Καλλιόπη, Θ.26