Συντεταγμένες: 46°52′48.0″N 7°2′23.3″E / 46.880000°N 7.039806°E
Αβάνς | ||
---|---|---|
![]() | ||
| ||
46°52′48″N 7°2′23″E | ||
![]() | ||
Χώρα | Ελβετία | |
Διοικητική υπαγωγή | διαμέρισμα του Μπρουά-Βυλί | |
Διοίκηση | ||
• Δήμαρχος του Αβάνς | Ντανιέλ Τρολιέ (έως 2016) | |
• Μέλος του/της | Ένωση δήμων της Ελβετίας[1] | |
Έκταση | 19,46 km² και 19,47 km²[2] | |
Υψόμετρο | 480 μέτρα και 435 μέτρα | |
Πληθυσμός | 4.292 (31 Δεκεμβρίου 2018)[3] | |
Ταχ. κωδ. | 1580 | |
Τηλ. κωδ. | 026 | |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |
![]() | ||
Το Αβάνς (γαλλικά: Avanche, γερμανικά: Wi(f)flisburg, Βίφλισμπουργκ) (βλ. Ιστορία), είναι πόλη και έδρα δήμου της Δ. Ελβετίας, στο καντόνι Βω (Vaud) και την περιφέρεια Μπρουά-Βιλί (Broye-Vully). Έχει έκταση 19,46 χλμ² και πληθυσμό 3.575 κατοίκους (Δεκέμβριος 2012).[4]. Βρίσκεται 25 χλμ. ΝΔ της Βέρνης και ήταν η πρωτεύουσα της φερώνυμης περιοχής μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου του 2006, όταν αποτέλεσε τμήμα της νέας περιφέρειας Μπρουά-Βιλί.[5]
Ο κάτοικος της πόλης ονομάζεται Αβανσουά (Avenchois).
Το Αβάνς είναι κτισμένο σε λοφώδη περιοχή, νότια της λίμνης Μορά (Morat), που βλέπει στην κοιλάδα Μπρουά (Broye), περίπου 17 χλμ. ΒΑ της πόλης Φριμπούρ (Fribourg). Από τη συνολική έκταση του δήμου, το μεγαλύτερο ποσοστό 63,4%, περίπου, χρησιμοποιείται για γεωργικούς σκοπούς, ενώ το 15,8% είναι δασικές εκτάσεις. Από την υπόλοιπη έκταση, το 19,6% είναι δομημένη περιοχή (κτήρια ή δρόμοι), το 0,9% καταλαμβάνεται από ποτάμια ή λίμνες, και το 0,2% είναι μη παραγωγικές/χέρσες εκτάσεις.[6]
Από τη δομημένη έκταση, τα βιομηχανικά κτίρια αποτελούν το 1,8%, οι κατοικίες και τα αστικά κτήρια το 4,1%, οι συγκοινωνιακές υποδομές το 6,0%, ενώ τα πάρκα, οι ζώνες πρασίνου και τα γήπεδα αποτελούν το 6,8%. Από τις δασικές εκτάσεις, το 13,4% είναι καθαρά δάση, ενώ το 2,4 % καλύπτεται από οπωρώνες ή μικρές συστάδες δέντρων. Από τη γεωργική γη, το 51,7% χρησιμοποιείται για τις καλλιέργειες και το 10,6% είναι βοσκότοποι. Το νερό καλύπτει 0,3% σε λίμνες και 0,5% σε ποτάμια και ρέματα.[6]
Το Αβάνς έχει κατά μέσο όρο 121,8 ημέρες βροχής ή χιονιού ετησίως και κατά μέσο όρο δέχεται 981 χιλιοστά κατακρημνισμάτων. Στην πόλη υπάρχει μετεωρολογικός σταθμός, σε υψόμετρο 458.[7]
Οι ρίζες της πόλης πρέπει να αναζητηθούν στην εποχή των Κελτών. Μια φυλή παλαιών ‘Ελβετών’ (Helvetians) είχε κτίσει έναν οικισμό στους λόφους του Bois de Châtel, νότια του κατοπινού, μεγαλύτερου ρωμαϊκού.
Η δημιουργία του οχυρού οικισμού Aventicum από τους Ρωμαίους, ο οποίος έγινε η πρωτεύουσα της επαρχίας, έλαβε χώρα γύρω το 15-13 π.Χ. Το όνομα προέρχεται από τη θεά της άνοιξης Aventia των Ελβετών. Ο οικισμός σύντομα εξελίχθηκε σε μια μεγάλη και ακμάζουσα εμπορική πόλη με 20.000 κατοίκους, επειδή υπήρξε ο πλέον σημαντικός συγκοινωνιακός κόμβος της εποχής, στη διάβαση από τον αυχένα Γκραν Σαιν Μπερνάρ μέχρι τον Ρήνο.[8] Η περιοχή, όμως, λεηλατήθηκε από τα φύλα των Αλαμανών (Alamanni) μετά την πτώση της Ρώμης το 260 μ.Χ. και από τους Ούνους τον 5ο αιώνα.[9] Ένας νέος οχυρωμένος οικισμός δημιουργήθηκε κατά τον 5ο αιώνα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η πόλη υπήρξε έδρα επισκοπής και είχε τουλάχιστον δύο εκκλησίες (Άγ. Μαρτίνος και Άγ. Συμφοριανός). Όταν ο επίσκοπος μετακόμισε την έδρα του στη Λωζάνη τον 6ο αιώνα, ξεκίνησε η παρακμή της πόλης.
Το 1074, ο επίσκοπος της Λωζάνης, Μπούρκχαρντ (Burkhard von Oltigen), ίδρυσε μια νέα πόλη στην περιοχή που λεγόταν Adventica, η οποία μετονομάστηκε σε Αβάνς το 1518.[10] Στον 11ο αιώνα, περιβάλλεται από τείχη και λαμβάνει χάρτα δικαιωμάτων πόλης, το 1259. Η πόλη υπέγραψε συνθήκη συμμαχίας το 1239 με το Φριμπούρ (Φράιμπουργκ) και, το 1353 με το Μύρτεν (Murten).
Μέχρι τον 13ο αιώνα, δεν εμφανίζεται γερμανικό όνομα για την πόλη και, όταν έγινε αυτό, η ονομασία δεν είναι ούτε μετάφραση της λατινικής, ούτε εκγερμανισμένη εκδοχή της γαλλικής. Το 1266, η ονομασία Wibilsburg εμφανίζεται και στη συνέχεια, διαδοχικά οι ονομασίες Wipelspurg (1302), Wibelspurg (1458), Wiblispurg (1476), Wiflispurg (1548), και Wiflisburg (1577).
Το 1536, η πόλη τέθηκε υπό την ηγεμονία της Βέρνης. Κατά το 1798, έγινε μέρος του ελβετικού καντονίου του Fribourg. Το 1801, ο πληθυσμός πίεσε για την ενσωμάτωση στο καντόνι Λεμάν (Léman) της Ελβετικής Δημοκρατίας. Με τη μεσολάβηση του Ναπολέοντα το 1803, το Αβάνς έγινε μέρος του καντονίου Βω και πρωτεύουσα επαρχίας του. Το 1826 μια κοινότητα Εβραίων από την Αλσατία εγκαταστάθηκε στην πόλη. Ήταν κυρίως έμποροι αλόγων και ίδρυσαν μια συναγωγή το 1865. Όταν οι οικονομικές συνθήκες επιδεινώθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα, οι Εβραίοι έφυγαν από την πόλη και από τη συναγωγή, η οποία επειδή δεν ήταν πλέον σε χρήση, κατεδαφίστηκε το 1954.
Ένα αεροδρόμιο κατασκευάστηκε βόρεια του δήμου το 1910, όπου ο Ernest Failloubaz έκανε την πρώτη πτήση στην Ελβετία, με αεροπλάνο κατασκευασμένο από Ελβετό πολίτη. Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, λειτούργησε ως στρατιωτικό αεροδρόμιο. Όταν κατασκευάστηκε το στρατιωτικό αεροδρόμιο στο Παγιέρν (Payerne), το 1921, εκείνο του Αβάνς έκλεισε.
Ο θυρεός της πόλης απεικονίζει το κεφάλι ενός Μαυριτανού σε κόκκινο φόντο, με ασημένια κορδέλλα στα μαλλιά, με μπλε και χρυσαφί ένδυση.[11]
Από το συνολικό πληθυσμό του Αβάνς, το 32,9% είναι μη Ελβετοί,[12] ενώ to 73,3% μιλάει γαλλικά, το 12,9% γερμανικά, το 6% πορτογαλικά και ελάχιστοι πολίτες ιταλικά.[13] Το 38% των κατοίκων ασπάζονται το ρωμαιοκαθολικό δόγμα και το 40,6% είναι ελβετοί μεταρρυθμιστές.[13]
Ολόκληρη η πόλη του Αβάνς συμπεριλαμβάνεται στη Λίστα με τις Τοποθεσίες Εθνικής Κληρονομιάς της Ελβετίας (KGS-Inventar), με κυριότερο αξιοθέατο τα μνημεία που σχετίζονται με τη ρωμαϊκή εποχή, από τα οποία τα σημαντικότερα είναι:
Άλλα αξιοθέατα είναι: