Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Η αγγειοχειρουργική είναι κλάδος της χειρουργικής που ασχολείται με την αποκατάσταση όλων των αγγειακών συστημάτων (αρτηρίες, φλέβες, λεμφαγγεία), εκτός των αγγείων της καρδιάς, των πνευμόνων, και του εγκεφάλου, και επεκτείνεται ουσιαστικά από τα άκρα πόδια μέχρι τις καρωτίδες.[1][2] Αποτελεί μία αναγνωρισμένη ιατρική ειδικότητα με αντικείμενο την αντιμετώπιση με εγχειρητικές μεθόδους παθήσεων του αγγειακού συστήματος, όπως οι θρομβοεμβολικές αποφράξεις, τα ανευρύσματα και οι κακώσεις περιφερειακών και σπλαχνικών αρτηριών. Οι εγχειρήσεις στα στεφανιαία και στα μεγάλα αγγεία κοντά στην καρδιά είναι στην αρμοδιότητα της καρδιοχειρουργικής. Η ένδειξη για χειρουργική θεραπεία στηρίζεται στον τοπικό, αν και πολυεστιακό, χαρακτήρα και τη βραδεία εξέλιξη της νόσου.
Στην αγγειοχειρουργική χρησιμοποιούνται όλες οι σύγχρονες μέθοδοι αντιμετώπισης των αγγειακών παθήσεων (κλασική και ενδαγγειακή χειρουργική, σύγχρονες συντηρητικές θεραπείες, αντιμετώπιση δύσκολων περιπτώσεων σε συνεργασία με άλλες ειδικότητες). Τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται περιλαμβάνουν αγγειογράφο, μαγνητικό και αξονικό τομογράφο, και υπηρήχους.
Οι αγγειοχειρουργοί είναι εκπαιδευμένοι για την αξιολόγηση, τη διάγνωση και τη θεραπεία αγγειακών παθήσεων. Πολλές αγγειακές παθήσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν χωρίς χειρουργική επέμβαση, ακτινολογία ή επεμβατικές διαδικασίες. Όπου απαιτείται η χειρουργική επέμβαση, η ενδαγγειακή χειρουργική πραγματοποιείται συχνά χρησιμοποιώντας ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές. Οι αγγειοχειρουργοί παρέχουν θεραπείες όπως αγγειοπλαστική (διεύρυνση των στενωμένων ή αποφραγμένων αρτηριών) και εισαγωγή στεντ. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια της αγγειοπλαστικής ένα άδειο μικροσκοπικό μπαλόνι εισάγεται σε στενωμένες περιοχές του αγγείου και διογκώνεται χρησιμοποιώντας πίεση νερού για να βελτιώσει τη ροή του αίματος. Μπορεί επίσης να εισαχθεί ένα στεντ (ένας μικροσκοπικός μεταλλικός κύλινδρος) για να διασφαλιστεί ότι το αγγείο παραμένει ανοιχτό. Στόχος αυτών των τεχνικών είναι η αποκατάσταση της φυσιολογικής ροής του αίματος.[1]
Η ενδαγγειακή χειρουργική έχει κάποια πλεονεκτήματα σε σχέση με την ανοιχτή χειρουργική επέμβαση. Στα πλεονεκτήματα περιλαμβάνονται μικρότερες περίοδοι ανάρρωσης εντός και εκτός του νοσοκομείου, λιγότερο πόνο και ουλές και χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας. Ωστόσο, οι ενδαγγειακές τεχνικές μπορεί να είναι λιγότερο ανθεκτικές όταν εφαρμόζονται σε πιο εκτεταμένες βλάβες, επομένως απαιτείται προσεκτική απόφαση πριν από τη θεραπεία. Συνήθως η ανοικτή χειρουργική επέμβαση χρησιμοποιείται για την αφαίρεση θρόμβων από τα αιμοφόρα αγγεία ή για την παράκαμψη ενός αγγείου που έχει φράξει.[1]
Οι αγγειοχειρούργοι αντιμετωπίζουν διαφόρων ειδών παθήσεις που έχουν να κάνουν με τα αγγειακά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων:[2][3]
Περίπου το 40% των ασθενών με αγγειακές παθήσεις παρουσιάζονται στα νοσοκομεία ως επείγοντα περιστατικά. Απαιτείται επείγουσα επέμβαση για καταστάσεις όπως ρήξη ανευρύσματος αορτής και αγγειακό τραύμα μετά από τροχαία ατυχήματα, επιθέσεις ή άλλα ατυχήματα.[1]
Οι επεμβατικές διαδικασίες που εκτελούνται από τους αγγειοχειρουργούς περιλαμβάνουν:[1]
Πτυχίο ιατρικής ελληνικού πανεπιστημίου ή αναγνωρισμένου πανεπιστημίου της αλλοδαπής προαπαιτείται για την άσκηση στην Αγγειοχειρουργική. Η ειδικότητα συνίσταται χρονικά από 2 έτη άσκησης στη βασική εκπαίδευση (γενική χειρουργική) και 5 έτη στην ειδική εκπαίδευση (αγγειοχειρουγική, καρδιοθωρακοχειρουργική, και υπέρηχοι αγγείων).[4]
Η αγγειοχειρουργική έγινε χειρουργική ειδικότητα το 2012, αφού προηγουμένως ήταν υποειδικότητα της γενικής χειρουργικής. Οι πρώτοι ασκούμενοι αγγειοχειρούργοι ξεκίνησαν την εκπαίδευση το 2013.[1] Μετά την ιατρική σχολή (4-6 έτη MMBS), ο γιατρός θα πρέπει να ολοκληρώσει 2 έτη βασική άσκησης (foundation programme). Στη συνέχεια θα πρέπει να ολοκληρώσει τη βασική χειρουργική εκπαίδευση (CT1-2) και ακολούθως την ειδική εκπαίδευση (ST3) στην αγγειοχειρουργική. Η βασική χειρουργική εκπαίδευση διαρκεί δύο χρόνια και παρέχει εκπαίδευση σε νοσοκομείο σε μια σειρά χειρουργικών ειδικοτήτων. Η εξειδικευμένη εκπαίδευση στην αγγειοχειρουργική διαρκεί έξι χρόνια.[5]
Μετά την ιατρική σχολή υπάρχουν τρεις κατευθύνσεις:[2]
Μετά την άσκηση, οι γιατροί που επιλέγουν τις πρώτες δύο κατευθύνσεις μπορούν ν' αποκτήσουν ειδικότητα στη γενική χειρουργική και στην αγγειοχειρουργική. Οι γιατροί που επιλέγουν την τρίτη κατεύθυνση μπορούν ν' αποκτήσουν ειδικότητα μόνο στην αγγειοχειρουργική.
Αυτό το λήμμα σχετικά με την Ιατρική χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |