Αγγελής Γάτσος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1771 Σαρακηνοί Πέλλας |
Θάνατος | 1839 Χαλκίδα |
Χώρα πολιτογράφησης | Οθωμανική Αυτοκρατορία Ελλάδα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Σλαβικές γλώσσες |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα Σλαβικές γλώσσες |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | στρατηγός |
Πόλεμοι/μάχες | Ελληνική Επανάσταση του 1821 |
Ο Άγγελος ή Αγγελής Γάτσος (Σαρακηνοί Πέλλας, 1771 - Χαλκίδα, 1839) ήταν σλαβόφωνος Έλληνας[1] οπλαρχηγός της Ελληνικής επανάστασης του 1821 από το χωριό Σαρακηνοί Αλμωπίας του νομού Πέλλας.[2] Περιγράφεται ως ψηλός, ξανθός, δασύτριχος, ατρόμητος στις μάχες και ιδιαίτερα ρωμαλέος.[3]
Σύμφωνα με την παράδοση κατάγονταν από φτωχή οικογένεια του χωριού Σαρακηνοί Πέλλας. Ο πατέρας του λέγονταν Δημήτριος (Μήτρος) και είχε τρεις γιους (τον Αγγελή, τον Πέτρο και έναν μικρότερο αγνώστων στοιχείων) και μία κόρη. Ο Αγγελής για βιοποριστικούς λόγους εγκατέλειψε τη γενέτειρά του σε ηλικία 16 ετών και μετέβη στο Πόζαρ (Λουτράκι) της κοιλάδας της Αλμωπίας. Εκεί, διετέλεσε φύλακας σε κοπάδια βουβαλιών ενός ντόπιου προύχοντα. Όταν έμαθε ότι ο μπέης της περιοχής επρόκειτο να επισκεφτεί τον προύχοντα-αφεντικό του με εχθρικούς σκοπούς, εξόντωσε τον Οθωμανό αξιωματούχο και ακολούθησε κλέφτικη δράση. Ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα αναφέρεται ως αρματολός στην περιοχή του Ολύμπου.[3]
Τελικά εγκατέστησε την έδρα του στο Περισώρι.[Σημ. 1][4] Η οικογένειά του αποτελούνταν από τη σύζυγό του Πρώια (ήταν χήρα από τους Σαρακηνούς, την οποία νυμφεύθηκε ο Γάτσος), τις πέντε κόρες του, τον γιο του Νικόλαο και τον υιοθετημένο γιο του Δημήτριο.[5]
Στις αρχές του 1822 ο Γάτσος συμμετείχε στη σύσκεψη στη Μονή Παναγίας Δοβρά της Ημαθίας, όπου αποφασίστηκε από αρματολούς και προκρίτους της ευρύτερης περιοχής η διεξαγωγή ένοπλης εξέγερσης με κέντρο τη Νάουσα.[6] Ο Γάτσος είχε ενεργή συμμετοχή στις πολεμικές επιχειρήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή, με κυριότερες την αποτυχημένη επίθεση κατά της Βέροιας και την άμυνα στην πόλη της Νάουσας, η οποία τελικά έπεσε στις 13 Απριλίου 1822 στα χέρια των οθωμανικών στρατευμάτων έπειτα από σκληρές μάχες, με επακόλουθο την πλήρη καταστροφή της πόλης και τη γενική σφαγή.[7]
Κατά την είσοδο του οθωμανικού στρατού στη Νάουσα αιχμαλωτίστηκε ο γιος του Νικόλαος, η σύζυγός του και οι κόρες του. Η σύζυγός του μάλιστα, έγκυος ούσα, γέννησε στις φυλακές. Μετά την άλωση της Νάουσας, ο Γάτσος κατέφυγε μαζί με τους Τάσο Καρατάσο, Τσάμη Καρατάσο, Κωνσταντίνο Δουμπιώτη, Γεώργιο Συρόπουλο, Τόλιο Λάζο και Κώτα [8] στον Ασπροπόταμο (περιοχή κοντά στην Καλαμπάκα) της Θεσσαλίας.[9] Ως υπαρχηγός του σώματος Καρατάσου θα συνδράμει στις πολεμικές επιχειρήσεις των Καραϊσκάκη και Ράγκου στα Άγραφα και έπειτα θα μεταβεί στο Μεσολόγγι.[10]
Το ίδιο έτος θα συμμετάσχει στην αποτυχημένη εκστρατεία του Μαυροκορδάτου στην Ήπειρο.[11] Μάλιστα, θα συνδράμει τους Μάρκο Μπότσαρη, Βλαχόπουλο, Βαρνακιώτη και Καρατάσο στον κυκλικό ελιγμό 1.200 ανδρών με στόχο την ενίσχυση του Σουλίου. Τελικά, παρά τη σύγχυση που επήλθε στις τάξεις των Οθωμανών, οι επαναστάτες θα υποχωρήσουν έπειτα από τη μάχη στην Πλάκα Πραμάντων, στις 29 Ιουνίου του 1822.[12] Μάλιστα, σε εκείνη τη μάχη θα σκοτωθεί και ο αδελφός του Γάτσου, Πέτρος.[8]
Μετά την αποτυχία της εκστρατείας στην Ήπειρο, ακολούθησε τον Γενναίο Κολοκοτρώνη στην Πελοπόννησο, όπου επικεφαλής 100 Μακεδόνων, πολέμησε μαζί με τον υιοθετημένο του γιο Δημήτριο στη νικηφόρα μάχη των Δερβενακίων κατά των στρατευμάτων του Δράμαλη[13][14][15], όπως και στις επιχειρήσεις στην Κορινθία.[16]
Στα τέλη του 1823 βρισκόταν στο Τρίκερι, που αποτελούσε το μοναδικό θύλακα των επαναστατών στη Θεσσαλία, με τους Τάσο Καρατάσο, Μήτρο Μπασδέκη κ. ά. Μάλιστα, αντιτάχθηκε στην αυθαίρετη και μεμονωμένη απόφαση του Καρατάσου, ο οποίος υπέγραψε χωριστή συνθήκη ειρήνης με τον Κιουταχή, που οδήγησε τελικά στην απόσυρση των ελληνικών δυνάμεων από το Τρίκερι.[17]
Τον Αύγουστο του 1824 στάλθηκε μαζί με άλλους Θεσσαλούς και Μακεδόνες οπλαρχηγούς και ενόπλους, από τις Βόρειες Σποράδες όπου βρίσκονταν, στην Ύδρα, με σκοπό να εξασφαλίσουν το νησί από ενδεχόμενη τουρκική επίθεση.[18] Αργότερα, το ίδιο έτος, συμμετείχε στην εκστρατεία των κυβερνητικών δυνάμεων κατά των αντιφρονούντων της Πελοποννήσου στα πλαίσια του εμφυλίου.[19]
Το Μάρτιο του 1825 συμμετείχε στη μάχη της Σχινόλακκας κατά των αιγυπτιακών δυνάμεων του Ιμπραήμ, κατά την οποία οι Έλληνες επαναστάτες κατάφεραν να επικρατήσουν.[20] Το 1826 κατέκρινε τις πειρατικές επιχειρήσεις των Θεσσαλών και Μακεδόνων ενόπλων[21], ενώ το Νοέμβριο του ίδιου έτους αποβιβάστηκε μαζί με τον Καρατάσο και 1.500 ενόπλους στις Θερμοπύλες. Εκεί επήλθε διαφωνία με τον Καρατάσο πάνω σε θέματα τακτικής και στις 9 Νοεμβρίου χτυπήθηκε με οθωμανικά στρατεύματα στη μάχη της Αταλάντης.[22]
Το Νοέμβριο του 1827 συμμετείχε στην επιχείρηση κατάληψης του Τρικερίου[23] υπό τον Καρατάσο, μαζί με τους Κωνσταντίνο Μπίνο, Μήτρο Λιακόπουλο, Αποστολάρα Βασιλείου και Γιάννη Βελέντζα (από τον Αλμυρό).
Μετά τη δημιουργία του ελληνικού κράτους, ο Γάτσος εγκαταστάθηκε στην Αταλάντη Φθιώτιδας, και πέθανε πάμπτωχος το 1839, έχοντας το βαθμό του συνταγματάρχη της Φάλαγγας.[24]
Το 1830, με τη βοήθεια της ελληνικής κυβέρνησης κατόρθωσε να απελευθερώσει τον γιο του Νικόλαο, ο οποίος στάλθηκε τελικά από τον Όθωνα στο Μόναχο για στρατιωτική εκπαίδευση, ενώ ο έτερος γιος του Δημήτριος ακολούθησε και αυτός στρατιωτική καριέρα φτάνοντας έως το βαθμό του αντιστρατήγου.[25]