Η αγορά συναλλάγματος (αγγλ. Foreign exchange market, συντ. Forex) είναι παγκόσμια χρηματοοικονομική αγορά στην οποία συμμετέχουν όλα τα χρηματοοικονομικά κέντρα[1] του κόσμου και στην οποία γίνεται η αγοραπωλησία όλων των εθνικών νομισμάτων. Με τον όρο συναλλαγματική αγορά εννοούμε κυρίως τον κλειστό δια-τραπεζικό κύκλο από τις μεγαλύτερες εμπορικές τράπεζες και επενδυτικές τράπεζες του πλανήτη, και το σύνολο των "οver-the-counter" (δηλαδή εξωχρηματιστηριακών ή ημιεπίσημων[2][3] [4]) συναλλαγών χρήματος, δηλαδή καταθέσεων σε διαφορετικά νομίσματα (συνάλλαγμα) καθώς επίσης και χρηματοδοτικών προϊόντων υψηλής ρευστότητας όπως βραχυπρόθεσμα παράγωγα σε νόμισμα, μεταξύ των τραπεζών αυτών (εκτιμάται ότι 50% περίπου του συνολικού όγκου συναλλαγών είναι μεταξύ των κυριότερων πολύ μεγάλων τραπεζών), αλλά και όλες τις άλλες αγοραπωλησίες συναλλάγματος μεταξύ μικρότερων "παικτών" (μικρότερες τράπεζες, θεσμικοί επενδυτές, πολυεθνικές επιχειρήσεις, hedge funds κ.ο.κ.).
Ο διακανονισμός των διεθνών πληρωμών, δηλαδή η εκκαθάριση των χρηματικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων που προκύπτουν από τη διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών ή άλλων διεθνών συναλλαγών, μπορεί να γίνει με διάφορα μέσα που ονομάζονται συνάλλαγμα. Ο όρος αναφέρεται στα διεθνή μέσα πληρωμών και περιλαμβάνει τα ξένα νομίσματα καθώς και τους πιστωτικούς τίτλους σε ξένο νόμισμα, όπως είναι οι επιταγές, οι συναλλαγματικές, τα γραμμάτια σε διαταγή, τα ομόλογα, οι ομολογίες, τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κ.λ.π.
Ένας πιο σύντομος ορισμός του συναλλάγματος είναι: Συνάλλαγμα είναι το σύνολο των απαιτήσεων σε ξένα νομίσματα που είναι πληρωτέες σε άλλη χώρα (στο εξωτερικό).
Η αγορά συναλλάγματος (Συνάλλαγμα ή forex ή FX) υπάρχει οπουδήποτε εμπορεύεται ένα νόμισμα για αντάλλαγμα ενός άλλου. Είναι η μεγαλύτερη χρηματοοικονομική αγορά στον κόσμο, και περιλαμβάνει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των μεγάλων τραπεζών, των κεντρικών τραπεζών, των παικτών χρηματιστηρίου, των πολυεθνικών εταιριών, των κυβερνήσεων, και άλλων χρηματοοικονομικών αγορών και οργάνων.
Οι αγορές συναλλάγματος είναι ο οικονομικός χώρος και ο μηχανισμός όπου:
Οι βασικές αγορές συναλλάγματος όπου μπορεί να γίνει ανταλλαγή (αγοραπωλησία) μεταξύ δύο νομισμάτων είναι οι εξής:
Η συναλλαγματική αγορά τα τελευταία δέκα χρόνια έχει εξελιχθεί στην μεγαλύτερη και σημαντικότερη αγορά του κόσμου με ημερήσιο τζίρο που αγγίζει τα 3 τρισ. δολάρια. Η εξέλιξη της είναι ραγδαία και οφείλεται στην εξέλιξη της τεχνολογίας και στην ευκολία δανεισμού (συναλλαγές με μόχλευση). Σ' αυτή την αγορά τόσο το αντικείμενο αγοραπωλησίας όσο και το αντίτιμο είναι χρηματικά ποσά διαφορετικών νομισμάτων.
Η αγορά συναλλάγματος, ανάλογα με το μέγεθος των συναλλαγών, οργανώνεται σε δυο επίπεδα:
Στην χονδρική αγορά ο «αριθμός των μηδενικών» των συναλλαγών είναι πολύ μεγάλος, και οι διαφορές τιμής πώλησης-αγοράς εξαιρετικά μικρές ως μηδενικές. Στην ουσία οι μεγαλύτερες τράπεζες γνωστοποιούν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες
στις οποίες είναι διατεθειμένες να πραγματοποιήσουν συναλλαγές και μεταξύ τους και με άλλους οργανισμούς. Μια μεγάλη τράπεζα είναι δυνατόν να πραγματοποιήσει συναλλαγές της τάξης μεγέθους του δισεκατομμυρίου δολάρια σε μία μόνο μέρα. Σ' αυτή την αγορά οι αγοραπωλησίες γίνονται εξ ολοκλήρου στο Διαδίκτυο διαμέσου ενός συστήματος εκκαθάρισης για το οποίο φέρει ευθύνη η εταιρεία SWIFT ( Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication )[6]
Στη λιανική αγορά μπορούν και συμμετέχουν ιδιώτες (μέσω τραπεζών, διαπραγματευτών λιανικής (retail traders) και μεσιτών (brokers)) οι οποίοι αγοράζουν και πωλούν συνάλλαγμα σε μια καθορισμένη τιμή, με σκοπό την κερδοσκοπία. Την τελευταία δεκαετία ο ρόλος της λιανικής αγοράς έχει αυξηθεί. Το 2010 ο όγκος συναλλαγών μεταξύ "παικτών λιανικής" εκτιμάται στο 10% περίπου των συναλλαγών στην αγορά όψεως (spot market).
Η αγορά συναλλάγματος δεν είναι μια κλασσική αγορά όπως οι κεφαλαιαγορές, οι συναλλαγές οι οποίες γίνονται στα πλαίσια της δεν λαμβάνουν χώρα σε κάποιο συγκεκριμένο μέρος αλλά ούτε στο χρηματιστήριο. Στην πραγματικότητα γίνονται στο Διαδίκτυο όλο το εικοσιτετράωρο, εκτός των Σαββατοκύριακων που δεν πραγματοποιούνται συναλλαγές, διαμέσου ενός δικτύου τραπεζών, εταιρειών, πωλητών νομισμάτων και κεντρικών εθνικών τραπεζών. Η συναλλαγματική αγορά χωρίζεται σε τρεις χρονικές ζώνες.
Οι χρονικές ζώνες σε GMT (ώρα Λονδίνου, 2 ώρες πίσω σε σχέση με την Ελλάδα) είναι οι εξής, ανάλογα με τις εργάσιμες ώρες της κάθε περιοχής:
Περίοδος | Πόλη | Άνοιγμα | Κλείσιμο |
---|---|---|---|
Ευρωπαϊκή | Λονδίνο | 08:00:00 | 17:00:00 |
Αμερικάνικη | Νέα Υόρκη | 13:00:00 | 22:00:00 |
Ασιάτικη | Τόκιο | 23:00:00 | 09:00:00 |
Τα βασικά κέντρα της αγοράς συναλλάγματος ανά τον κόσμο είναι η Ευρώπη, η Σιγκαπούρη, το Χονγκ Κονγκ, το Τόκιο, το Μπαχρέιν, η Νέα Υόρκη, το Λος Άντζελες και το Σίδνεϋ.
Στις συναλλαγές που πραγματοποιούνται στην αγορά συναλλάγματος μπορούν να συμμετέχουν εμπορικές εταιρείες, κεντρικές εθνικές τράπεζες, επενδυτές, κερδοσκόποι, arbitrageurs, αντισταθμιστές (hedgers), ειδικοί διαπραγματευτές (market makers, dealers), μεσίτες (brokers) καθώς και μεμονωμένοι ιδιώτες.
Συναλλαγματική ισοτιμία είναι η τιμή στην οποία ανταλλάσσονται δύο εθνικά νομίσματα στην διεθνή αγορά συναλλάγματος.
Η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία είναι η σχετική τιμή των δύο νομισμάτων των δύο χωρών[7].
Η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία είναι η τιμή που προκύπτει από τις σχετικές τιμές των αγαθών των δυο χωρών.
Σειρά | Νόμισμα | Σύμβολο | Τιμή Πώλησης |
---|---|---|---|
1 | Δολλάριο ΗΠΑ | USD ($) | 1,3064 |
2 | Ιαπωνικό Γεν | JPY (¥) | 109,2804 |
3 | Λίρα Αγγλίας | GBP (£) | 0,8442 |
4 | Φράγκο Ελβετίας | CHF (Fr) | 1,2498 |
5 | Δολλάριο Χονκ Κονγκ | HKD ($) | 10,1044 |
6 | Δολλάριο Αυστραλίας | AUD ($) | 1,3011 |
7 | Δολλάριο Καναδά | CAD ($) | 1,3182 |
8 | Κορώνα Σουηδίας | SEK (kr) | 8,8470 |
9 | Δολλάριο Νέας Ζηλανδίας | NZD ($) | 1,7485 |
Λέγεται η συναλλαγή που πραγματοποιείται άμεσα, σε 2 - 3 ημέρες και η τιμή στην οποία πραγματοποιείται λέγεται ισοτιμία όψης και προσδιορίζεται από την συνολική προσφορά και ζήτηση τους.
Λέγεται η συναλλαγή στην οποία ο αγοραστής και ο πωλητής συμφωνούν σε μια συναλλαγματική ισοτιμία που θα πραγματοποιηθεί σε μια καθορισμένη απ' τους μελλοντική ημερομηνία, ανεξάρτητα από το τι επιτόκια θα επικρατούν στην αγορά. Η διάρκεια των συναλλαγών μπορεί να είναι μια μέρα, μήνες ή και χρόνια. Μια προθεσμιακή συναλλαγή μπορεί να ταξινομηθεί σε δύο κατηγορίες:
Λέγεται η συναλλαγή που είναι μια ακάλυπτη κερδοσκοπική θέση σε ένα νόμισμα, ακόμα και αν είναι μέρος συναλλαγματικής αντιστάθμισης για τον
αντισυμβαλλόμενο.
Λέγεται η συναλλαγή στην οποία γίνεται ταυτόχρονα πώληση (ή αγορά) ξένου νομίσματος
στη αγορά όψης και την προθεσμιακή αγορά (ή πώληση) μιας περίπου ίσης
ποσότητας του ίδιου νομίσματος.
Είναι διαπραγματεύσιμες προθεσμιακές πράξεις με βασικά μεγέθη τη σύμβαση και την ημερομηνία λήξης. Οι προθεσμιακές πράξεις είναι τυποποιημένες και συνήθως αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στο χρηματιστήριο. Η μέση διάρκεια της σύμβασης είναι περίπου 3 μήνες. Επιπλέον, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης συνήθως περιλαμβάνουν τυχόν ποσά τόκων.
Μια επιλογή[10] ξένου συναλλάγματος είναι ένα συμβόλαιο, κατά το οποίο ο ιδιοκτήτης έχει το δικαίωμα, αλλά όχι την υποχρέωση να ανταλλάξει τα χρήματα του που εκφράζουν ένα νόμισμα σε ένα άλλο νόμισμα, σε προσυμφωνημένη ισοτιμία σε μια συγκεκριμένη ημερομηνία.
Η συναλλαγματική αγορά είναι πολύ υποθετική και απρόβλεπτη. Οι συνθήκες που επικρατούν σ' αυτή , δηλαδή το πόσο ακριβό ή φτηνό είναι ένα νόμισμα σε σχέση με τα υπόλοιπα, μπορεί να αλλάξουν ανά πάσα ώρα και στιγμή. Απ΄αυτή την αβεβαιότητα στην πορεία της συναλλαγματικής ισοτιμίας πηγάζει ο συναλλαγματικός κίνδυνος. Για την εξάλειψη ή τη μείωση του συναλλαγματικού κινδύνου μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης, τα δικαιώματα καθώς και οι διττές συναλλαγές.
|first1=
missing |last1=
in Authors list (βοήθεια)