Αλέξανδρος Ν. Διομήδης | |
---|---|
Ο Αλέξανδρος Διομήδης | |
Πρωθυπουργός της Ελλάδας | |
Περίοδος 30 Ιουνίου 1949 – 6 Ιανουαρίου 1950 | |
Πρωθυπουργός | Κυβέρνηση Αλέξανδρου Διομήδη 1949 |
Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης της Ελλάδας | |
Περίοδος 20 Ιανουαρίου 1949 – 30 Ιουνίου 1949 | |
Πρωθυπουργός | Κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη Ιανουάριος 1949 & Κυβέρνηση Θεμιστοκλή Σοφούλη Απρίλιος 1949 (διαδοχικά) |
Υπουργός Εξωτερικών προσωρινός | |
Περίοδος 13 Δεκεμβρίου 1918 – 20 Νοεμβρίου 1919 | |
Πρωθυπουργός | Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1917 |
Υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας | |
Περίοδος 17 Αυγούστου 1912 – 25 Φεβρουαρίου 1915 | |
Πρωθυπουργός | Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1910 |
Περίοδος 17 Σεπτεμβρίου 1922 – 14 Νοεμβρίου 1922 | |
Πρωθυπουργός | Κυβέρνηση Σωτηρίου Κροκιδά 1922 |
Διοικητής Τράπεζας της Ελλάδας | |
Περίοδος 21 Απριλίου 1928 – 29 Σεπτεμβρίου 1931 | |
Διοικητής Εθνικής Τράπεζας | |
Περίοδος 1923 – 1928 | |
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | 22 Δεκεμβρίου 1874Αθήνα | ,
Θάνατος | 11 Νοεμβρίου 1950 (74 ετών) Αθήνα |
Εθνότητα | Ελληνική |
Υπηκοότητα | Ελλάδα |
Πολιτικό κόμμα | Κόμμα Φιλελευθέρων |
Σύζυγος | Ιουλία Ψύχα |
Παιδιά | άτεκνος |
Συγγενείς | Κούλα Διομήδη, συζ. Λεωνίδα Παρασκευοπούλου (αδερφή) Γεώργιος Φιλάρετος |
Σπουδές | Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών |
Επάγγελμα | Τραπεζίτης, πολιτικός |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Αλέξανδρος Διομήδης[1] (22 Δεκεμβρίου 1874 (Παλαιό Ημερολόγιο) - 11 Νοεμβρίου 1950) ήταν Έλληνας πολιτικός και πρωθυπουργός της Ελλάδας, νομικός, οικονομολόγος, πανεπιστημιακός, βυζαντινολόγος και ακαδημαϊκός. Υπήρξε διοικητής της Εθνικής Τράπεζας και πρώτος διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 22 Δεκεμβρίου 1874 και ήταν γιος του Νικολάου Διομήδη, νομικού, και της Ελένης Φιλαρέτου. Καταγόταν από τη μεγάλη Σπετσιώτικη οικογένεια αγωνιστών του 1821, νομικών και πολιτικών Διομήδη-Κυριακού και ήταν εγγονός του Διομήδη Κυριακού, καθηγητή νομικής και πρωθυπουργού. Είχε τρεις αδελφές, την Μαρίνα, σύζυγο Ιωάννη Λάππα, την Κούλα, σύζυγο του Λεωνίδα Παρασκευόπουλου, και την Θεοδώρα, σύζυγο του Νικόλαου Πετσάλη, καθώς κι έναν νεότερο αδελφό, τον Δημήτριο. Θείος του ήταν ο νομικός Βασίλειος Οικονομίδης, στο σπίτι του οποίου μεγάλωσε.
Λόγω της μεγάλης οικογενειακής παράδοσης, σπούδασε νομικά στα Πανεπιστήμια Βαϊμάρης, Φριβούργου και Παρισίων και αναγορεύθηκε διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας.[2]
Ήταν νυμφευμένος με την Ιουλία Ψύχα, κόρη του Γεωργίου Ψύχα και της Ζηνοβίας Σαλβάγου, οικογένειας της διασποράς από την Αλεξάνδρεια, με σημαντική κοινωνική δράση.[3][4]
Απεβίωσε από ανακοπή καρδιάς στην Αθήνα στις 11 Νοεμβρίου 1950[1]. Με τον θάνατό του κληροδότησε μέρος της περιουσίας του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με σκοπό να δημιουργηθεί βοτανικός κήπος, που αναπτύχθηκε σταδιακά από το 1961 έως το 1975, πήρε το όνομα της γυναίκας του και του ιδίου ως «Βοτανικός Κήπος Ιουλίας και Αλεξάνδρου Ν. Διομήδους» και λειτουργεί έως σήμερα.
Η οικία του, σχεδιασμένη από τον αρχιτέκτονα Αναστάσιο Μεταξά, βρίσκεται επί της οδού Ρηγίλλης 18, όπου επί δεκαετίες στεγάστηκαν τα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας και σήμερα ανήκει στο κοινωφελές ίδρυμα "Βοτανικός Κήπος Ιουλίας και Αλεξάνδρου Ν. Διομήδους".[5]
Το 1905, διορίστηκε υφηγητής του διοικητικού δικαίου στο Εθνικό Πανεπιστήμιο και έγινε ανταποκριτής των εφημερίδων «Νέα Ημέρα» της Τεργέστης και «Νέος Ελεύθερος Τύπος της Βιέννης»[2] ενώ ήδη εργαζόταν ως δικηγόρος. Ήταν ένας από τους ιδρυτές του Εκπαιδευτικού Ομίλου το 1910.[3]
Το 1918 έγινε συνδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας.[6] Το 1922, υπήρξε συνιδρυτής της εφημερίδας «Ελεύθερον Βήμα», διετέλεσε προσωρινά υπουργός Οικονομικών[7] και τον επόμενο χρόνο διορίστηκε διοικητής της Εθνικής Τράπεζας (1923-1928)[8] Διετέλεσε πρώτος διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος την περίοδο από το 1928 έως το 1931. Από το 1932 επανέρχεται στην Εθνική Τράπεζα ως μέλος (1932-1943) και αργότερα πρόεδρος (1945-1949) του Γενικού Συμβουλίου. [9] Διετέλεσε επίσης μέλος και πρόεδρος του Ανώτατου Οικονομικού Συμβουλίου[10] από την σύστασή του το 1929.
Εξέδωσε πολλές οικονομικές μελέτες ενώ ασχολήθηκε και με την βυζαντινή ιστορία. Βάσει των 'Βυζαντινών Μελετών' του το 1946[11] εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
Στην αρχή της πολιτικής του καριέρας διορίστηκε νομάρχης Αττικοβοιωτίας (1909). Από το 1910 μέχρι το 1918 εκλεγόταν βουλευτής Σπετσών με το κόμμα των Φιλελευθέρων και διετέλεσε υπουργός Οικονομικών από το 1912 μέχρι το 1915 στην πρώτη Κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου και προσωρινός υπουργός Εξωτερικών (από 13 Δεκεμβρίου 1918 έως 20 Νοεμβρίου 1919), αναπληρωτής του υπουργού Νικολάου Πολίτη[12][13]
Το 1949 ορκίστηκε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης του Θεμιστοκλή Σοφούλη[14][15] τον οποίο και διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία για έξι μήνες την περίοδο από τις 30 Ιουνίου 1949 έως τις 6 Ιανουαρίου 1950.
Κάποια από τα έργα του αναφέρονται παρακάτω[4][16]: