Αλέξανδρος Πάλλης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Αλέξανδρος Πάλλης (Ελληνικά) |
Γέννηση | 15 Μαρτίου 1851[1][2] Πειραιάς |
Θάνατος | 17 Μαρτίου 1935[1] Λίβερπουλ[3] |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελλάδα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | νέα ελληνική γλώσσα[4] Ελληνικά[3] Αγγλικά[3] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | γλωσσολόγος μεταφραστής[3] συγγραφέας[3] ποιητής μεταφραστής της Βίβλου |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Αλέξανδρος Α. Πάλλης[5] Μαριέττα Πάλλη Αζίζα Πάλλη Ανδρέας Πάλλης Μάρκος Πάλλης |
Γονείς | Αλέξιος Πάλλης[3] |
Ο Αλέξανδρος Πάλλης (Πειραιάς, 15 Μαρτίου 1851 – Λίβερπουλ, 17 Μαρτίου 1935[6]) ήταν λογοτέχνης, μεταφραστής, πρωταγωνιστής στον αγώνα για την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας (δημοτικισμός).
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Ήταν γιός του ειρηνοδίκη Αλέξανδρου Πάλλη από την Ήπειρο και της Παναγιώτας Κοσκούρη από τον Μυστρά· αδέλφια του ήταν ο Αναστάσης, ο Αγαμέμνων και η Ασπασία. Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο, φοίτησε στην φιλοσοφική σχολή του Εθνικού Πανεπιστήμιου, αλλά διέκοψε τις σπουδές του για να μετακομίσει στην Αγγλία, όπου εργάστηκε στο κατάστημα της χήρας θείας του. Ασχολήθηκε με το εμπόριο. Νυμφεύτηκε την κόρη του Θ. Παντιά Ράλλη και μπήκε στον εμπορικό οίκο των αδελφών Ράλλη, οι οποίοι τον έστειλαν στο υποκατάστημα της Βομβάης, όπου γνώρισε τον Α. Εφταλιώτη και τον Δ. Π. Πετροκόκκινο. Από το 1894 εγκαταστάθηκε στο Λίβερπουλ, ως το τέλος της ζωής του το 1935.
Παράλληλα με το εμπόριο, ασχολήθηκε με τα γράμματα. Δημοσίευσε μία κριτική έκδοση της Αντιγόνης του Σοφοκλή διορθωμένη από τον ίδιο, που εκτιμήθηκε από τους φιλόλογους. Ακολουθώντας τις γλωσσικές αντιλήψεις του Γιάννη Ψυχάρη δημοσίευσε το 1889 τα Τραγουδάκια για τα παιδιά με σκοπό «τον διαφωτισμό της νεότητας»,[7] και μια μετάφραση του Έμπορου της Βενετίας του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ στη δημοτική. Ακολούθησαν άλλα πρωτότυπα έργα του, όπως το διήγημα «Μπρουσός» και η ποιητική συλλογή «Ταμπουράς και κόπανος». Ποιήματά του και μερικές από τις μεταφράσεις του δημοσιεύτηκαν στο βιβλίο του «Κούφια καρύδια» τυπωμένο στο Λονδίνο.
Σημαντικότερο έργο του Πάλλη θεωρείται η μετάφρασή του της Ιλιάδας του Ομήρου στη δημοτική και σε δεκαπεντασύλλαβους στίχους. Σύμφωνα με τον Εμμανουήλ Κριαρά, «με τη μεταφραστική αυτή πρωτοβουλία [...] ήθελε πρώτα-πρώτα να αποδείξει ότι η δημοτική γλώσσα ήταν επαρκής για να αποδώσει και τα πιο αξιόλογα δημιουργήματα των αιώνων. Ζητούσε ακόμα να κάνει το ομηρικό έπος κτήμα του λαού...»[8] Άλλη πολύ γνωστή μετάφραση του Πάλλη ήταν αυτή των Ευαγγελίων στη δημοτική, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ακρόπολις σε συνέχειες (από τις 9 Σεπτεμβρίου ως τις 20 Οκτωβρίου 1901). Αυτή η μετάφραση προκάλεσε σάλο, που οδήγησε στα αιματηρά επεισόδια που έγιναν γνωστά ως «Ευαγγελικά». Το ενδιαφέρον του για την ενίσχυση του δημοτικισμού υπήρξε αμείωτο, καθώς χάρις στην οικονομική του άνεση ενίσχυσε χρηματικά λόγιους, διευκολύνοντας την έκδοση έργων τους: επιχορηγεί τον Νουμά, αγοράζει εκατό αντίτυπα από τον Αρχαιολόγο του Ανδρέα Καρκαβίτσα, επειδή ήταν έργο με δημοτικιστική θέση. Χρηματοδοτεί την έκδοση σημαντικών βιβλίων του Κωστή Παλαμά, όπως η Ασάλευτη ζωή, ο Δωδεκάλογος του γύφτου και η Φλογέρα του βασιλιά.[9]
Στις 31 Δεκεμβρίου 1880 παντρεύτηκε με την Ιουλία-Ελίζα, κόρη του Θεόδωρου Παντιά Ράλλη. Έκαναν μαζί πέντε παιδιά: τη Μαριέττα, τον Αλέξανδρο-Αναστάσιο, (Βομβάη, 20 Οκτωβρίου 1883-1975), μετέπειτα πολιτικό και συγγραφέα, την Αζίζα (η οποία παντρεύτηκε τον δημοτικιστή ποιητή και συγγραφέα Πέτρο Βλαστό), τον Ανδρέα και τον μετέπειτα συγγραφέα και ορειβάτη Μάρκο.