Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Όλες οι ημερομηνίες είναι π.Χ.
Οι Αλασγοί υπήρξαν λαός της ανατολικής Μεσογείου κατά την Εποχή του Χαλκού. Η τοποθεσία της επικράτειάς τους δεν είναι εξακριβωμένη, αλλά εκτιμάται πως απλωνόταν σε ένα κομμάτι της Κύπρου πριν και κατά την άφιξη των πρώτων ελληνικών φύλων στο νησί. Πιστεύεται πως ήταν οι ιδρυτές της Έγκωμης, σπουδαίου εξαγωγέα χαλκού προς την Αίγυπτο και τη Εγγύς Ανατολή — με αυτή την ιδιότητα πρωτοεμφανίζονται σε ένα αρχείο της πόλης Μάρι της δυτικής Μεσοποταμίας, που χρονολογείται κοντά στο 1800.
Διάφορες πληροφορίες βρίσκουμε στα κείμενα που ανακαλύφθηκαν στη Χαττούσα, χαραγμένα πάνω σε πλίνθους με σφηνοειδή γραφή. Από αυτά μαθαίνουμε ότι κοντά στο 1430 οι Αλασγοί νικήθηκαν από τους Ahhiyawa (Αχαιοί έποικοι;) και ο βασιλιάς Madduwattas βρήκε καταφύγιο στους Χετταίους. Σε ένα που χρονολογείται γύρω στο 1400 οι Αλασγοί έχουν ανακτήσει τον έλεγχο της γης τους και χαρακτηρίζονται ως ανήκοντες στη χιττιτική σφαίρα επιρροής. Σε μεταγενέστερο διασώζεται μια ναυμαχία του 13ου αι. μεταξύ χιττιτικών και αλασγικών πλοίων, η οποία κατέληξε σε ήττα των δεύτερων.
Αναφορές στους Αλασγούς εντοπίζονται επίσης σε πολλά Ουγκαριτικά κείμενα. Σε δύο από αυτά, ο βασιλιάς της Ουγκαρίτ γράφει προς τον Αλασγό ομόλογό του για τις πειρατικές επιδρομές που υφίσταται το κράτος του και τον παρακαλεί να τον ειδοποιήσει, εάν δει ξένα πλοία να περνούν απ' τα νερά του. Ένα άλλο περιέχει την ιστορία δύο Χουριανών πριγκίπων (από το σημερινό Καρσεμίς του Ευφράτη) που αμάρτησαν και για να συγχωρηθούν, ταξίδεψαν με τη μητέρα τους ως την Αλασγία. Εκεί ορκίσθηκαν μπροστά στην Ιστάρ, πράγμα που ενδέχεται να παραπέμπει σε συστηματικές τελετές εξαγνισμού.
Σε αιγυπτιακές πηγές, γίνονται αναφορές στην Αλασγία κατά την εποχή του Τούθμωσι Γ' (15ος αιώνας) σε συσχετισμό με πόλεις της περιοχής του Αλέππο και του Ευφράτη. Επίσης οι Επιστολές της Αμάρνα περιέχουν αλληλογραφία ανάμεσα σε κάποιον φαραώ (πιθανώς τον Ακενατόν) και τον Αλασγό βασιλιά - εκεί ο δεύτερος παραπονείται πως Λύκιοι κάνουν επιδρομές στη χώρα του κάθε χρόνο και απολογείται για τη μικρή ποσότητα χαλκού που δωρίζει, ζητά δε από τους Αιγυπτίους να του στείλουν ως ανταπόδοση ασήμι, λάδι και βοοειδή. Εξετάζοντας τις πλάκες της αλληλογραφίας βάσει πετρογραφικών και χημικών μεθόδων, σύγχρονοι επιστήμονες ενίσχυσαν την ταύτιση της Αλασγίας με την Κύπρο, αφού ανακάλυψαν ότι είναι φτιαγμένες από πετρώματα του όρους Τρόοδος.
Το Χρονικό του Βεναμούν περιγράφει ότι κάποιος Αιγύπτιος πήγαινε στους Φοίνικες για να φορτώσει ξυλεία, αλλά διάφορα προβλήματα τον οδήγησαν στην Αλασγία. Αφού οι ντόπιοι κόντεψαν να τον σκοτώσουν, οδηγήθηκε ενώπιον της βασίλισσας Χατίμπα. Χρειάσθηκε διερμηνέας, επομένως οι Αλασγοί δε μιλούσαν κάποια από τις γλώσσες που γνώριζε ο Βεναμούν.
Αυτή η ιστορία τοποθετείται γύρω 1085 και είναι το τελευταίο κείμενο που αναφέρει την Αλασγία. Πιστεύεται ότι χονδρικά σε αυτήν την περίοδο ο πολιτισμός τους σταμάτησε να υφίσταται εξ' αιτίας ενός συνδυασμού παραγόντων - φυσικές καταστροφές, επιδρομές από Λαούς της Θάλασσας, εποικισμός από πρόσφυγες του Λεβάντε όσο ο τελευταίος λεηλατείτο από τους Λαούς της Θάλασσας, οριστική κυριαρχία των Αχαιών στο νησί.