Αλεξάνδρα Σιντοροβίτσι | |
---|---|
![]() | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1906 Κονστάντσα |
Θάνατος | 2000 |
Χώρα πολιτογράφησης | Ρουμανία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ακαδημαϊκός |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Κομμουνιστικό Κόμμα Ρουμανίας |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Silviu Brucan |
Η Αλεξάνδρα Σιντοροβίτσι (Ρουμανικά: Alexandra Sidorovici) (6 Ιουλίου 1906 – 25 Αυγούστου 2000) ήταν Ρουμάνα πολιτικός. Εξέχουσα κομμουνίστρια, ήταν μια από τις πρώτες ομάδες γυναικών, που εκλέχθηκαν στην Βουλή των Αντιπροσώπων της Ρουμανίας το 1946.
Η Σιντοροβίτσι γεννήθηκε το 1906 στην Κωνστάντζα. Ήταν μέλος μιας ευκατάστατης οικογένειας. Ο αδελφός της, Τεοφίλ,[1] υπηρέτησε ως υπουργός του υπουργικού συμβουλίου το 1940 πριν αυτοκτονήσει. Ένας από τους προγόνους της ήταν Βρετανός και μιλούσε τέλεια αγγλικά.[1][2] Παντρεύτηκε τον Σίλβιου Μπρουκάν, έναν κομμουνιστή πολιτικό και διπλωμάτη, με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά. Ο Μπρουκάν αργότερα ήταν σφοδρός επικριτής του Νικολάε Τσαουσέσκου.
Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, φέρεται να ενεπλάκη σε κατασκοπευτικές δραστηριότητες για λογαριασμό της Σοβιετικής Ένωσης.[1][2] Τον Απρίλιο του 1945, η Σιντοροβίτσι διορίστηκε με βασιλικό διάταγμα δημόσιος εισαγγελέας στο Λαϊκό Δικαστήριο του Βουκουρεστίου.[2] Στη θέση αυτή, που κράτησε μέχρι το 1946, συμμετείχε σε δίκες της ρουμανικής πολιτικής και πολιτιστικής ελίτ. Τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1945, αυτή, ο Κονσταντίν Βικόλ, ο Ιόν Ν. Ιοάν και ο Αβράμ Μπουνάτσιου άσκησαν δίωξη σε δώδεκα εξέχοντες δημοσιογράφους, συμπεριλαμβανομένων των Παν M. Βιζιρέσκου, Παμφίλ Τσεϊτσάρου, Στελιάν Ποπέσκου, Νικοφόρ Κράινιτς, Γκριγκόρε Μανοϊλέσκου και Ράντου Γκιρ.[3][4][5]
Στις γενικές εκλογές του 1946 ήταν μεταξύ της πρώτης ομάδας γυναικών, που εξελέγη στην Βουλή των Αντιπροσώπων. Στις αρχές του 1948, εργάστηκε για τη συγχώνευση του Κομμουνιστικού Κόμματος (PCR) με το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PSDR), για να σχηματιστεί το Ρουμανικό Εργατικό Κόμμα (PMR).[5] Αργότερα το ίδιο έτος εξελέγη στη νέα Μεγάλη Εθνοσυνέλευση και διορίστηκε Γενική Γραμματέας του Υπουργείου Ορυχείων και Πετρελαίου, ένα αξίωμα που κράτησε μέχρι το 1958. Από το 1949 έως το 1953 υπηρέτησε επίσης ως γενική εισαγγελέας της Περιφέρειας Γκόρζ.[2] Το 1950 έγινε αναπληρώτρια καθηγήτρια και αναπληρώτρια επικεφαλής τμήματος στο Τμήμα Μαρξισμού-Λενινισμού στο Πολυτεχνικό Ινστιτούτο του Βουκουρεστίου.[6]
Από το 1955 και εξής συνόδευσε τον Μπρουκάν στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου διορίστηκε αρχικά πρεσβευτής της Ρουμανίας στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη συνέχεια πρεσβευτής στα Ηνωμένα Έθνη από το 1959 έως το 1962. Χρησιμοποίησε την εμπειρία της ως βάση ενός βιβλίου, που συνέγραψε με τον Μπρουκάν και στο οποίο αναφέρονταν με βίαιο τρόπο εναντίον των αμερικανικών θεσμών.[1] Τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 ήταν αναπληρώτρια καθηγήτρια στην Ακαδημία Στεφάν Γκεοργκίου, και το 1971 της απονεμήθηκε το παράσημο της 23ης Αυγούστου.[2]
Πέθανε στο Βουκουρέστι το 2000 και αποτεφρώθηκε στο κρεματόριο Βιτάν-Μπαρζέτστι.[7]