Αλεξάντερ Αλιάμπιεφ | |
---|---|
![]() | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 4ιουλ. / 15 Αυγούστου 1787γρηγ.[1][2][3] Ταμπόλσκ[4] |
Θάνατος | 22 Φεβρουαρίουιουλ. / 6 Μαρτίου 1851γρηγ.[1][2][3] Μόσχα[4][5] |
Τόπος ταφής | Μοναστήρι Σιμόνοφ |
Χώρα πολιτογράφησης | Ρωσική Αυτοκρατορία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ρωσικά[6][7] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | συνθέτης[8] πιανίστας |
Εργοδότης | d:Q55658555 |
Αξιοσημείωτο έργο | Evening Bell The Nightingale |
Περίοδος ακμής | 1810 - 1851 |
Οικογένεια | |
Γονείς | Αλεξάντρ Βασιλίεβιτς Αλιάμπιεφ |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | αντισυνταγματάρχης |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Τάγμα του Αγίου Βλαδίμηρου, Δ΄ Τάξη |
![]() | |
Ο Αλεξάντερ Αλεξάντροβιτς Αλιάμπιεφ ή Αλάμπιεφ (ρωσ. Алекса́ндр Алекса́ндрович Аля́бьев[9], 15 Αυγούστου 1787 – Μόσχα 6 Μαρτίου 1851) ήταν Ρώσος συνθέτης, γνωστός κυρίως ως ένας από τους πατέρες του επονομαζομένου «Ρωσικού Καλλιτεχνικού Τραγουδιού» (Russian Art Song), το οποίο ήταν επηρεασμένο από τη μουσική των Ρομά.
Από τις γραφικότερες φυσιογνωμίες της ρωσικής μουσικής πριν τον Γκλίνκα, ο Αλιάμπιεφ πέρασε μεγάλες περιπέτειες στη ζωή του.[10] Συνέθεσε πάνω από 150 τραγούδια, μεταξύ των οποίων το πασίγνωστο Αηδόνι.
Ο Αλιάμπιεφ γεννήθηκε στο Τομπόλσκ της Σιβηρίας και ο εύπορος πατέρας του ήταν κυβερνήτης της πόλης. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στη Μόσχα (1804), όπου σπούδασε μουσική και εξέδωσε τα πρώτα τραγούδια του (1810). Εντάχθηκε στο ρωσικό στρατό το 1812, κατά τη διάρκεια των Ναπολεοντείων Πολέμων ως αξιωματικός μέχρι το 1823. Συμμετείχε στην είσοδο των ρωσικών δυνάμεων στην Δρέσδη και το Παρίσι, και τού απονεμήθηκαν δύο έπαινοι.[11]
Μετά τον μυστηριώδη θάνατο ενός ανθρώπου, με τον οποίο πέρασε μαζί όλη τη νύχτα παίζοντας χαρτιά, τον Φεβρουάριο του 1825, συνελήφθη με την κατηγορία της δολοφονίας. Παρόλο που οι αποδείξεις δεν ήταν πειστικές, ο τσάρος Νικόλαος διέταξε ρητά να εξοριστεί στη γενέτειρά του, Τομπόλσκ. Απελευθερώθηκε το 1831 και, αφού πέρασε μερικά χρόνια στην περιοχή του Καυκάσου και στο Αρινμπούρκ, [12] επέστρεψε στη Μόσχα, όπου ετέθη υπό αστυνομική επιτήρηση. Πέθανε στη ρωσική πρωτεύουσα το 1851.
Αναμφίβολα, το πιο γνωστό από τα τραγούδια του Αλιάμπιεφ είναι το «Αηδόνι» (Соловей), σε ποίηση Ντέλβιγκ. Γράφηκε ενόσω ο συνθέτης ήταν στη φυλακή, το 1825. Ωστόσο, στην ρωσική συνείδηση έχει καταχωρηθεί ως ένα λαϊκό, παραδοσιακό τραγούδι. Έγινε ευρύτερα γνωστό, αφότου χρησιμοποιήθηκε στο λυρικό θέατρο και, συγκεκριμένα, στην όπερα του Ροσίνι Ο Κουρέας της Σεβίλλης όπου, στην πλοκή του έργου, χρησιμοποιείται από την πρωταγωνίστρια στο μάθημα τραγουδιού. Πολλές σολίστ ανέδειξαν τις φωνητικές τους ικανότητες μέσω του συγκεκριμένου τραγουδιού, του οποίου η ίδια η δομή -υψηλά, περίτεχνα περάσματα- τις απαιτεί. Αρχικά, ήταν η μετζο σοπράνο Πωλίν Βιαρντό, ακολουθούμενη από τις Αντελίνα Πάττι και Μαρκέλα Σέμπριχ (Μarcella Sembrich). Επίσης, οι Μιχαήλ Γκλίνκα και Μίλι Μπαλάκιρεφ έγραψαν παραλλαγές για πιάνο, βασισμένες στο συγκεκριμένο τραγούδι, ενώ ο Λιστ το μετέγραψε. [13] Ήταν ένα από τα αγαπημένα τραγούδια του Τσαϊκόφσκι στα πρώτα παιδικά χρόνια, καθώς η μητέρα του συχνά τού το τραγουδούσε.[14]
Ο Αλιάμπιεφ ήταν από τους πρώτους Ρώσους συνθέτες που ενδιαφέρθηκαν για τη λαϊκή μουσική της χώρας τους. Ειδικά από τη στιγμή της εξορίας του, ασχολήθηκε με τη συλλογή και ανθολόγηση παραδοσιακών τραγουδιών. Σε μεταγενέστερα έργα του ενσωματώνει και λαϊκά τραγούδια, αν και όχι τόσο σταθερά όσο ο Γκλίνκα. Τα πρώιμα έργα του, δείχνουν ιδιαίτερα τον θαυμασμό του για τον Μπετόβεν αλλά, συνολικά, το ύφος του είναι πιο συντηρητικό και συχνά παρομοιάζεται με τα πρώτα έργα του Σούμπερτ, αν μη τι άλλο, τα τραγούδια του. Ωστόσο, τα ύστερα έργα του έχουν σε μεγάλο βαθμό χαθεί, γεγονός που καθιστά δύσκολο να αξιολογηθεί η συνολική δουλειά του.
Επίσης, 4 συμφωνίες (1 χαμένη, 1 αποσπασματική), 1 κουαρτέτο για τέσσερα φλάουτα, 1 σονάτα για πιάνο, κ.ά.