Αλεξάντρ Χατισιάν | |
---|---|
Προσωπικά στοιχεία | |
Γέννηση | 17 Φεβρουαρίου 1874, Τιφλίδα |
Θάνατος | 10 Μαρτίου 1945 Παρίσι |
Υπηκοότητα | Ρωσική Αυτοκρατορία, Λαϊκή Δημοκρατία της Αρμενίας και Γαλλία |
Πολιτικό κόμμα | Αρμενική Επαναστατική Ομοσπονδία |
Σπουδές | Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας[1] Εθνικό Πανεπιστήμιο του Χάρκοβο[1] |
Επάγγελμα | πολιτικός[1] πολιτικός επιστήμονας ιατρός συγγραφέας δημόσιο πρόσωπο |
Αξίωμα | Πρωθυπουργός της Αρμενίας, δήμαρχος Τιφλίδας, Υπουργός Εξωτερικών, Foreign Minister of Armenia, υπουργός εσωτερικών και πρόεδρος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Αλεξάντρ Χατισιάν[2] (αρμενική γλώσσα: Ալեքսանդր Խատիսեան, Τιφλίδα, Ρωσική Αυτοκρατορία, 17 Φεβρουαρίου 1874 - Παρίσι, Γαλλία, 10 Μαρτίου 1945) ήταν Αρμένιος πολιτικός που έδρασε στις αρχές του 20ού αιώνα. Ενεπλάκη στα πολιτικά πράγματα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και της Α΄ Αρμενικής Δημοκρατίας, της οποίας διετέλεσε πρωθυπουργός κατά την περίοδο 1919-1920[3][4].
Ο Χατισιάν γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1874 στην Τιφλίδα[3] της σημερινής Γεωργίας, η οποία τότε αποτελούσε έδαφος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Προερχόταν από αρμενική οικογένεια κρατικών αξιωματούχων και σπούδασε ιατρική στα πανεπιστήμια της Μόσχας και του Χαρκόβου[3], ενώ αργότερα μετέβη στο εξωτερικό για περαιτέρω σπουδές[3][5]. Επιστρέφοντας το 1900 στη γενέτειρά του, ξεκίνησε την ενασχόληση του με την τοπική αυτοδιοίκηση και με αφετηρία το 1902 υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις, αποτελώντας από το 1907 αντιδήμαρχος και από το 1910 μέχρι το 1917 δήμαρχος της Τιφλίδας. Παράλληλα, αναφέρεται ως μέλος των οργανώσεων που συμμετείχαν στην επανάσταση του 1905[3]. Το καλοκαίρι του 1914, με το ξέσπασμα το Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Χατισιάν ήταν ένας από τους Αρμένιους της τσαρικής Ρωσίας που υποστήριξε τον σχηματισμό αρμενικών εθελοντικών μονάδων που θα συμπολεμούσαν με τον ρωσικό αυτοκρατορικό στρατό εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας[6]. Αργότερα διετέλεσε δήμαρχος του Αλεξαντρόπολ (σημερινό Γκιουμρί)[7]. Μετά τα γεγονότα της Επανάστασης του Φεβρουαρίου του 1917 ενεπλάκη ενεργά στις διεργασίες των Αρμενίων για τη λύση του εθνικού τους ζητήματος και προσχώρησε στο κόμμα της Αρμενικής Επαναστατικής Ομοσπονδίας (Ντασνάκ)[3][7], το οποίο υποστήριζε από παλαιότερα[5]. Το 1918 συμμετείχε στην κυβέρνηση της βραχύβιας Ομοσπονδίας της Υπερκαυκασίας ως υπουργός Οικονομικών[7], όμως την άνοιξη του ίδιου έτους παραιτήθηκε (από κοινού με άλλους υπουργούς που προέρχονταν από τους Ντασνάκ) από τη θέση του μετά την κατάληψη του Καρς από τα οθωμανικά στρατεύματα και την αποκάλυψη των μυστικών επαφών του Γεωργιανού πρωθυπουργού της Ομοσπονδίας, Ακάκι Τσενκέλι με τον Οθωμανό στρατηγό Βεχήπ πασά[8].
Μετά την διακήρυξη της αρμενικής ανεξαρτησίας διορίστηκε υπουργός Υγείας και Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Χοβαννές Κατσαζνουνί[5]. Στις 28 Μαΐου του 1919 ανέλαβε προσωρινός[9] πρωθυπουργός της Αρμενίας, διαδεχόμενος τον Κατσαζνουνί[4] και μετά τις εκλογές του Ιουνίου, όπου η Αρμενική Επαναστατική Ομοσπονδία επικράτησε με άνεση λόγω της απόφασης αρκετών κομμάτων να απέχουν, έλαβε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης[5][9]. Συνολικά διατηρήθηκε στην πρωθυπουργία για περίπου ένα έτος, δίνοντας τη θέση του την 5η Μαΐου του 1920 στον Χάμο Οχαντζανιάν[4] έπειτα από απόφαση του κυβερνώντος κόμματος[10].
Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Χατισιάν συνέχισε τη φιλοδυτική εξωτερική πολιτική της Αρμενίας[9]. Διπλωματικά, προσπάθησε να πετύχει την εξασφάλιση εντολής ή εναλλακτικά της αποστολής στρατιωτικού εξοπλισμού από τις Μεγάλες Δυνάμεις προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα της Αρμενίας, χωρίς όμως επιτυχία[11]. Ακόμη διεξήγαγε από τον Δεκέμβριο[12] του 1919 διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα, μέσω επιτροπής με επικεφαλής τον τότε μητροπολίτη Τραπεζούντας (και αργότερα αρχιεπίσκοπο Αθηνών) Χρύσανθο, υπογράφοντας στις 17 Ιανουαρίου του 1920 συμφωνία για την ίδρυση μιας ποντιοαρμενικής ομοσπονδίας και τη στρατιωτική συμμαχία με το ελληνικό κράτος στην περιοχή του Πόντου, η οποία όμως απορρίφθηκε από τον διεθνή παράγοντα βάσει των εξελίξεων που είχαν διαμορφωθεί[13]. Παράλληλα είχε προκύψει διάσταση απόψεων μεταξύ των δύο πλευρών για τη φύση του προτεινόμενου κράτους[14][15][16]. Στον τομέα των εσωτερικών προσανατολίστηκε (όπως και ο προκάτοχός του) προς την κατεύθυνση της εγκαθίδρυσης μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, καθώς και της προσέγγισης των μουσουλμανικών πληθυσμών που ζούσαν στα εδάφη του νεοσύστατου κράτους[17].
Μετά την αποχώρησή του από την πρωθυπουργία εστάλη στο εξωτερικό προκειμένου να βρει πόρους για την ενίσχυση της Αρμενίας[3][10][18]. Τον Δεκέμβριο του 1920, υπό το βάρος της διπλής εισβολής από την κεμαλική Τουρκία και τη Σοβιετική Ρωσία, ο Χατισιάν υπέγραψε στο (κατεχόμενο από τις τουρκικές δυνάμεις) Αλεξαντρόπολ, την ομώνυμη συνθήκη, ως εκπρόσωπος[19] της αρμενικής κυβέρνησης. Με αυτή τη συνθήκη, η Αρμενία παραιτείτο από τις εδαφικές αξιώσεις της έναντι της Τουρκίας που προέκυψαν από την προηγηθείσα Συνθήκη των Σεβρών[20][21].
Η ταυτόχρονη κατάλυση και σοβιετοποίηση της Αρμενίας[20][22] τον οδήγησαν στο να αποχωρήσει από τη χώρα και να εγκατασταθεί μόνιμα στο Παρίσι, όπου συμμετείχε σε οργανώσεις Αρμενίων της Διασποράς[3]. Επιπλέον έλαβε μέρος στις διεργασίες της Συνθήκης της Λωζάνης[3]. Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο κατέφυγε στην Πορτογαλία και μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας επέστρεψε στο Παρίσι[3][23], όπου συνελήφθη προσωρινά λόγω καταγγελιών εναντίον του από Αρμένιους κομμουνιστές[5]. Απεβίωσε στη γαλλική πρωτεύουσα τη 10η Μαρτίου[3][7] του 1945. Πέρα από πολιτικός, ο Χατισιάν υπήρξε αρθρογράφος και συγγραφέας. Μεταξύ άλλων, δημοσίευσε το 1930 τα απομνημονεύματά του με τίτλο «Δημιουργία και ανάπτυξη της Δημοκρατίας της Αρμενίας» και επιπλέον μετέφρασε έργα της αρμενικής λογοτεχνίας[3].