Αναμνήσεις δύο μικροπαντρεμένων γυναικών

Αναμνήσεις δύο μικροπαντρεμένων γυναικών
ΣυγγραφέαςΟνορέ ντε Μπαλζάκ
ΕικονογράφοςAdrien Moreau
ΤίτλοςMémoires de deux jeunes mariées
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1841
Μορφήεπιστολικό μυθιστόρημα
ΣειράΗ Ανθρώπινη κωμωδία
ΧαρακτήρεςMelchior de Canalis
ΤόποςΠαρίσι
ΠροηγούμενοΟ χορός του Σω
ΕπόμενοΤο πουγκί
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Αναμνήσεις δύο μικροπαντρεμένων γυναικών (γαλλικός τίτλος: Mémoires de deux jeunes mariées) είναι επιστολικό μυθιστόρημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στη γαλλική εφημερίδα La Presse το 1841 και εκδόθηκε το 1842. Είναι το τρίτο έργο στις Σκηνές της ιδιωτικής ζωής, του πρώτου από τους αφηγηματικούς κύκλους που συνθέτουν την Ανθρώπινη κωμωδία.[1]

Το έργο είναι ένας προβληματισμός για τη μοίρα και την κατάσταση της γυναίκας στη σύγχρονη κοινωνία του συγγραφέα. Αρχικά αποτελούνταν από δύο αυτόνομες ιστορίες με τίτλους Αναμνήσεις μιας νεαρής γυναίκας και Αδελφή Μαρία των Αγγέλων, που συγχωνεύτηκαν. Ήταν αφιερωμένο στη μυθιστοριογράφο Ζωρζ Σαντ.[2]

Πρώτο μέρος

Δύο νεαρά κορίτσια αριστοκρατικής καταγωγής, η 18χρονη Λουίζ ντε Σωλιέ και η 17χρονη Ρενέ ντε Μωκόμπ, μετά από 8 χρόνια εκπαίδευσης και στενής φιλίας, εγκαταλείπουν το μοναστήρι Καρμελιτών του Μπλουά και η ζωή τους ακολουθεί δύο πολύ διαφορετικούς δρόμους. Η Λουίζ επιλέγει μια ρομαντική ζωή, ενώ η Ρενέ ακολουθεί τον δρόμο της λογικής. Ωστόσο, η φιλία τους διατηρείται μέσω της αλληλογραφίας τους, η οποία συνεχίζεται για περίπου δώδεκα χρόνια από το 1823 έως το 1835, και έτσι μαθαίνουμε για τις συνθήκες της ζωής τους.[3]

Η Λουίζ πηγαίνει στο Παρίσι στην οικογένειά της, που την προορίζει για τη μοναχική ζωή ώστε όλη τους η περιουσία να μεταβιβαστεί στον αδελφό της αλλά η νεαρή κοπέλα αρνείται να υποταχθεί σε τέτοια μοίρα. Η απρόσμενη κληρονομιά από τη γιαγιά της την καθιστά οικονομικά ανεξάρτητη. Θέλει να ζήσει τον έρωτα, θέλει πάθος. Κάνει την είσοδό της στον καλό κόσμο, πηγαίνει στην όπερα, σε χορούς κλ. Ερωτεύεται τον καθηγητή της στα ισπανικά, ο οποίος στην πραγματικότητα είναι ένας αριστοκράτης που εξορίστηκε στο Παρίσι για πολιτικούς λόγους. Σύντομα αυτός ανακτά την περιουσία και την κοινωνική θέση του και παντρεύονται, τον Μάρτιο του 1825. Ζουν μια ζωή ξέγνοιαστης ευτυχίας, δεν αποκτούν παιδιά.

Η Ρενέ επιστρέφει στην οικογένειά της στην Προβηγκία, όπου της παρουσιάζονται δύο επιλογές: να κλειστεί οριστικά στο μοναστήρι ή να παντρευτεί τον Λουί ντε λ' Εστοράντ, επαρχιώτη ευγενή ερωτευμένο μαζί της. Τον παντρεύεται χωρίς έρωτα, υποτάσσεται στις συμβάσεις της κοινωνικής της τάξης και αφιερώνεται στην ευτυχία της οικογένειάς της. Σταδιακά αρχίζει να τρέφει βαθιά στοργή για τον φίλο που της χάρισε ο γάμος και τον ενθαρρύνει να κάνει καριέρα στην πολιτική. Το πρώτο μέρος τελειώνει με τη Ρενέ να έχει αποκτήσει το δεύτερο παιδί της.[4]

Εικονογράφηση του Αντριάν Μορώ, 1897

Στο δεύτερο μέρος μαθαίνουμε ότι η Ρενέ επικεντρώνεται στην καριέρα του συζύγου της, ο οποίος, σοβαρός, ήρεμος, αξιοσέβαστος, ανεβαίνει την κλίμακα της κοινωνικής ιεραρχίας. Θα γίνει βουλευτής, Ομόλογος της Γαλλίας, αξιωματούχος της Λεγεώνας της Τιμής και τελικά πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η Ρενέ τον στηρίζει, είναι αυτή που τον ωθεί στη σταδιοδρομία του. Η Ρενέ αποκτά και το τρίτο παιδί της και αποκαλύπτει στη φίλη της τις καλές και τις κακές πλευρές μητρότητας, αλλά και την ευχαρίστηση να φροντίζει τα τρία της παιδιά. Σταδιακά, η οικογένειά της γίνεται ένας από τους οίκους με τη μεγαλύτερη επιρροή στο Παρίσι.

Η Λουίζ, εν τω μεταξύ, με τις ιδιοτροπίες της πικραίνει και οδηγεί στην κατάρρευση τον άνδρα της που πεθαίνει το 1829, αφήνοντας την χήρα σε ηλικία 24 ετών. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ερωτεύεται ξανά και παντρεύεται έναν φτωχό ποιητή και θεατρικό συγγραφέα, 4 χρόνια νεότερο από αυτήν. Ζουν το πάθος τους, μένοντας στην εξοχή. Μετά από τρία χρόνια ευτυχίας, η Λουίζ εντοπίζει μια αλλαγή στον σύζυγό της. Η επιτυχία των έργων του του προσφέρει σημαντικά κέρδη αλλά ξοδεύει μυστικά μεγάλα ποσά και λείπει συχνά. Υποψιάζεται ότι έχει ερωμένη, κάνει έρευνες και καταλήγει στο συγκλονιστικό συμπέρασμα ότι έχει μια δεύτερη οικογένεια στο Παρίσι – μια Αγγλίδα με δύο παιδιά, που μοιάζουν στον άνδρα της. Η Λουίζ εκμυστηρεύεται την απόγνωσή της στη Ρενέ και της ανακοινώνει ότι θα αυτοκτονήσει. Ο σύζυγος της Ρενέ κάνει έρευνες και ανακαλύπτει την αλήθεια: ο ποιητής επισκέπτεται και συντηρεί τη χήρα του αδερφού του και τα δύο της παιδιά, εξ ου και τα πολλά ταξίδια του στο Παρίσι. Η Ρενέ γράφει στη Λουίζ για να την ενημερώσει για την αλήθεια αλλά είναι πολύ αργά. Η Λουίζ έχει αρρωστήσει από κρυολόγημα στο οποίο εν γνώσει της εκτέθηκε και πεθαίνει λίγες μέρες αργότερα, σε ηλικία 30 ετών.[5]

Το μυθιστόρημα αποτελεί μια από τις σημαντικότερες αναλύσεις του γυναικείου ψυχισμού στην Ανθρώπινη κωμωδία. Χρησιμοποιώντας το είδος του επιστολικού μυθιστορήματος, ο συγγραφέας κάνει τις ίδιες τις ηρωίδες να μιλούν, να σχολιάζουν την κατάστασή τους, να εκμυστηρεύονται τα σχέδια και τα όνειρά τους, κάτι που επιτρέπει στον αναγνώστη να κατανοήσει καλύτερα τα κίνητρα και την εξέλιξή τους.

Αν και ο Μπαλζάκ δεν υποδεικνύει καμία από τις ηρωίδες ως πρότυπο, η συμπάθειά του φαίνεται να είναι με την πλευρά της Ρενέ, η οποία είναι λογική και υποχωρεί στις κοινωνικές συμβάσεις (όπως και στο Το σπίτι της γάτας που παίζει με το κουβάρι συμπαθεί τη συνετή Βιρζινί, όχι τη ρομαντική Ογκιστίν). Ο συγγραφέας, παρέχοντας ένα μάθημα κοινωνικής ηθικής, επαινεί τη στάση της Ρενέ που ξεπερνά τις δυσκολίες της ζωής και έχει μια σχετικά ευτυχισμένη ζωή παρά τις δυσμενείς συνθήκες, σε αντίθεση με τη ρομαντική στάση που εκπροσωπεί η Λουίζ.[3]

Παρόλα αυτά, ο ίδιος ο Μπαλζάκ ομολόγησε: «Θα προτιμούσα να με σκοτώσει η Λουίζ παρά να ζήσω με τη Ρενέ». [6]

Στη γαλλική τηλεοπτική μεταφορά του 1981, τη Λουίζ υποδύθηκε η Φανί Αρντάν. [7]

Μεταφράσεις στα ελληνικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Αναμνήσεις δύο μικροπαντρεμένων γυναικών, μετάφραση: Δέσποινα Μαντοπούλου, εκδόσεις Bookstars, 2009
  • Αναμνήσεις δύο νιόπαντρων γυναικών, μετάφραση: Κωστής Παπαγιώργης, εκδόσεις Καστανιώτης, 2017 [8]