Εντουάρ Ναβίλ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 14 Ιουνίου 1844[1][2] Γενεύη |
Θάνατος | 17 Οκτωβρίου 1926[3][4][2] Genthod |
Τόπος ταφής | Genthod |
Χώρα πολιτογράφησης | Ελβετία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γαλλικά[1] |
Σπουδές | Βασιλικό Κολέγιο του Λονδίνου Πανεπιστήμιο της Γενεύης[5] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | αρχαιολόγος αιγυπτιολόγος ανθρωπολόγος διδάσκων πανεπιστημίου[6] |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Marguerite Naville (από 1873)[7] |
Τέκνα | Charles Frédéric Naville[8] Lucien Naville[7] |
Γονείς | Jacques-Adrien Naville |
Αδέλφια | Gustave Naville[9] |
Συγγενείς | Marcel Naville (εγγονός)[10], Alexandre Joseph de Pourtalès (πεθερός)[9], Augusta von Pourtalès (πεθερά)[8], Adelaide Sophie Louise Boissier (γιαγιά)[11] και Henri Boissier (προπάππος)[12] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ανρί Εντουάρ Ναβίλ (γαλλικά: Henri Édouard Naville) ήταν Ελβετός αρχαιολόγος, Αιγυπτιολόγος και βιβλικός επιστήμων. Γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου 1844 στη Γενεύη και πέθανε στις 17 Οκτωβρίου 1926 (Malagny Ελβετίας).
Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, στο "King΄s College" του Λονδίνου, καθώς και στα Πανεπιστήμια της Βόνης, του Παρισιού και του Βερολίνου. Υπήρξε μαθητής του Karl Richard Lepsius και αργότερα ο προστάτης του λογοτεχνικού του έργου.
Ταξίδεψε στην Αίγυπτο για πρώτη φορά το 1865, όπου κατέγραψε τα κείμενα του Ώρου στο Εντφού. Στη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου υπηρέτησε ως λοχαγός του Ελβετικού στρατού. Τα πρώιμα έργα του αφορούσαν στα ηλιακά κείμενα και το Βιβλίο των Νεκρών.
Το 1882 προσκλήθηκε να εργαστεί στο νεοΐδρυθέν Κέντρο Αιγυπτιακών Ερευνών (Egypt Exploration Society). Ανέσκαψε διάφορες θέσεις στο Δέλτα του Νείλου, μεταξύ των οποίων την Πειθώ (1882), το Wadi Tumilat (1885–86), την Βούβαστη (1886–89), την Λεοντόπολη Ηλιουπολίτικη (1887), τη θέση Saft el-Hinna (1887), την Ηρακλεόπολη τη Μεγάλη (1890-91), τον Μένδη και την Λεοντόπολη (1892). Πολλά από τα αντικείμενα που ανακάλυψε στις ανασκαφές του στο Δέλτα φυλάσσονται στα Μουσεία Καΐρου, Βρετανικό και Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης.
Τη δεκαετία του 1890 ανέσκαψε τον Νεκρικό Ναό της Χατσεψούτ στο Ντέιρ ελ-Μπαχάρι, όπου είχε ως βοηθούς του τον Ντέιβιντ Τζωρτζ Χόγκαρθ, τον Somers Clarke και τον Χάουαρντ Κάρτερ. Την περίοδο 1903-06, ανέσκαψε τον Νεκρικό Ναό του Μεντουχοτέπ Β΄, έχοντας ως συνεργάτη τον Αιγυπτιολόγο Henry Hall. Το 1910 δούλεψε στη βασιλική Νεκρόπολη της Αβύδου και η τελευταία ανασκαφή του ήταν στο Οσίρειο (Άβυδος), την οποία δεν ολοκλήρωσε εξαιτίας της έναρξης του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Ναβίλ έλαβε πολυάριθμα διεθνή βραβεία και τιμητικές διακρίσεις, ενώ υπήρξε ο συγγραφέας αμέτρητων δημοσιεύσεων οι οποίες αφορούσαν στις ανασκαφικές του έρευνες και τις μελέτες των βιβλικών κειμένων.
Ο Ναβίλ ήταν αρχαιολόγος της "παλαιάς σχολής", η οποία ασχολήθηκε εκτενώς με μεγάλης κλίμακας καθαρισμούς των θέσεων, ενώ δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την λεπτομερή καταγραφή της ανασκαφικής έρευνας. Κατά τη διάρκεια της ζωής του επικρίθηκε για τις αρχαιολογικές μεθόδους του από τον Φλίντερς Πέτρι, ενώ ο Χόγκαρθ ορίστηκε ως επιτηρητής του από το Ινστιτούτο Αιγυπτιακών Ερευνών (Egypt Excavation Fund) και υπεύθυνος να επιβλέπει τις ερευνητικές μεθόδους που εφάρμοζε ο Ναβίλ στο Ντέιρ ελ-Μπαχάρι. Οι δημοσιευμένες αναφορές του είναι ενδεικτικές της έλλειψης λεπτομέρειας η οποία τις διέπει, αλλά αυτό είναι κάτι που χαρακτήριζε σε μεγάλο βαθμό τις αρχαιολογικές μεθόδους εκείνης της εποχής.
Το Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης του απένειμε τιμητικό διδακτορικό τίτλο τον Ιούνιο 1901.[13]