Απαγγελία είναι η πράξη της εκφώνησης από μνήμης ή της ανάγνωσηςποίησης ή άλλου κειμένου.[1][2][3][4]Δημόσια απαγγελία είναι η πράξη της απαγγελίας ενός έργου ενώπιον ακροατηρίου.
Τον 2ο αι., υπάρχει σχετική γραμματεία, σύμφωνα με την οποία στο πρώτο μέρος της Θείας Ευχαριστίας απαγγέλλονταν αναγνώσματα από προφητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης ή από τους Ψαλμούς και ανάγνωση ευχών. Ο Τερτυλλιανός αναφέρεται επίσης στην ύπαρξη απαγγελίας ψαλμών και ύμνων.[8]
Κοράνι σημαίνει κυριολεκτικά «απαγγελία».[9] Το Κοράνι του Καΐρου του 1924, η έκδοση του Κορανίου που χρησιμοποιείται σε όλον σχεδόν τον μουσουλμανικό κόσμο σήμερα, βασίζεται στην απαγγελία του Ασίμ, του 8ου αι.[10] Χρησιμοποιεί ένα σύστημα πρόσθετων συμβόλων και ένα περίτεχνο σύστημα τροποποιημένων φωνηέντων που δεν είναι πανομοιότυπο με κανένα παλαιότερο σύστημα.[11]
Στην αρχαία Ελλάδα, απαγγελίες γίνονταν συχνά από ένα είδος επικών ποιητών, των αοιδών, οι οποίοι αυτοσχεδίαζαν τα ποιήματά τους με συνοδεία μουσικής. Ένας από τους αοιδούς λέγεται πως ήταν και ο Όμηρος, ο δημιουργός της Ιλιάδας και της Οδύσσειας, που φαίνεται ότι ταξίδευε για να απαγγέλλει τα ποιήματά του.[12] Στην ίδια την Οδύσσεια εμφανίζονται και άλλοι αοιδοί, όπως οι Φήμιος και Δημόδοκος. Η συνάφεια της απαγγελίας με τη μουσική στην αρχαιότητα γίνεται φανερή και από τον πρώτο στίχο της Ιλιάδας (Μῆνιν ἄειδε, θεά)[13] και της Οδύσσειας (Ἄνδρα μοι ἔννεπε, Μοῦσα),[14] που παραπέμπουν στη μουσική υπόκρουση κατά τη διάρκεια της απαγγελίας των επών.[15] Στα μέσα του 6ου αι. π.Χ., ο ποιητής Θέσπις, που θεωρείται ο πατέρας της τραγωδίας, άρχισε να παρεμβάλλει στους διθυράμβους του, λατρευτικά άσματα προς τιμή του Διονύσου, κομμάτια απαγγελίας. Ενώ ο διθύραμβος τραγουδιόταν από τον χορό, η απαγγελία γινόταν από ένα μόνο πρόσωπο, τον κορυφαίο του χορού.[16]
Επίσης, οι απαγγελίες ήταν συνηθισμένος τρόπος με τον οποίον έκαναν γνωστά τα έργα τους και οι Ρωμαίοι ποιητές.
Στις αρχές του 20ού αι., η απαγγελία εξελίχθηκε σε αυτόνομη μορφή τέχνης. Πολλές απαγγελίες ποιητικών και άλλων έργων έχουν καταγραφεί στη διεθνή και ελληνική δισκογραφία. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι δίσκοι Η Έλλη Λαμπέτη διαβάζει Καβάφη[21] και Ο Σεφέρης διαβάζει Σεφέρη.[22]
Η απαγγελία ασκείται ως παραστατική τέχνη ειδικά στο Μπαγκλαντές και την Ινδία. Σήμερα είναι μια δημοφιλής μορφή τέχνης στη Βεγγάλη. Οι καλλιτέχνες απαγγέλλουν ποιήματα στα Μπενγκάλι επί σκηνής αλλά και σε ηλεκτρονικά μέσα. Υπάρχουν πολλά κέντρα απαγγελίας, τα περισσότερα από τα οποία βρίσκονται στο Μπαγκλαντές.
Η απαγγελία ποιημάτων έχει χρησιμοποιηθεί συχνά στη λαϊκή κουλτούρα ως μέσο ερωτικής προσέγγισης:
Στην ασπρόμαυρη κωμωδία του 1959 Λαός και Κολωνάκι του Γιάννη Δαλιανίδη, ο εβγατζής Κώστας προσπαθεί να γοητεύσει την Κολωνακιώτισσα γειτόνισσά του Ντέντη (Ρίκα Διαλυνά) απαγγέλλοντάς της το αυτοσχέδιο ποίημά του: «Φρεγάτα μου πανέμορφη / Φρεγάτα μου πανώρια / Σε βλέπουν και ζουλεύουνε / τα άλλα τα βαπόρια».[23]
Στην ταινία Τύφλα να 'χει ο Μάρλον Μπράντο του 1963 σκηνοθεσίας Ορέστη Λάσκου, ο δημόσιος υπάλληλος Στέφανος Αυγερινός (Θανάσης Βέγγος) προσπαθεί να γοητεύσει διάφορες γυναίκες προσποιούμενος ότι είναι ένας συνονόματός του γνωστός ποιητής (Κώστας Κακκαβάς). Οι στίχοι που επαναλαμβάνονται κατά κόρον στην ταινία είναι: «Ήσυχο, ήσυχο το ποταμάκι / αργοκυλάει το γαλάζιο του νεράκι / και τραγουδάει την αγάπη τη χρυσή / μια κι ήρθες, αγαπούλα μου εσύ».[24][25]
Στην κωμωδία του 1969 Ξύπνα Βασίλη σκηνοθεσίας Γιάννη Δαλιανίδη, ο ποιητής Τιμολέων Φανφάρας (Γιώργος Μιχαλακόπουλος), που συνεργάζεται με τον εκδοτικό οίκο όπου δουλεύει ο πρωταγωνιστής Βασίλης Βασιλάκης (Γιώργος Κωνσταντίνου) έχει την ευκαιρία να απαγγείλει με χαρακτηριστικό στόμφο αρκετά από τα ποιήματά του, όπως "Ο σκοταδόψυχος", "Μαύρα κοράκια, κόκκινα κοράκια" και "Το κόκκινο τυρί".[25][26]
Στην αμερικανική ταινία του 1993 Η μέρα της μαρμότας σκηνοθεσίας Χάρολντ Ράμις, ο αλαζονικός τηλεοπτικός μετεωρολόγος Φιλ Κόνορς (Μπιλ Μάρεϊ), προσπαθώντας να γοητεύσει τημ παραγωγό του δελτίου, Ρίτα Χάνσον (Άντι Μακντάουελ), απαγγέλλει στα γαλλικά το τραγούδι του Ζακ Μπρελ "La bourrée du célibataire", γνωρίζοντας ότι εκείνη έχει σπουδάσει γαλλική ποίηση του 19ου αιώνα.[27]
Απαγγελία εμφανίζεται και σε άλλες περιστάσεις στη λαϊκή κουλτούρα. Δύο παραδείγματα από τον αμερικανικό κινηματογράφο είναι:
Στην ταινία του 1966 Ελντοράντο σκηνοθεσίας Χάουαρντ Χοκς, ο νεαρός Μισισίπι (Τζέιμς Κάαν) απαγγέλλει μέρη του ομότιτλου ποιήματος του Έντγκαρ Άλαν Πόε σε διάφορα μέρη της ταινίας. Το ποίημα έχει γι' αυτόν συναισθηματική αξία, επειδή το έμαθε από τον θετό του πατέρα, του οποίου τον θάνατο θέλει να εκδικηθεί ο νεαρός στην ταινία.
Στην ταινία του 1994 Pulp Fiction του Κουέντιν Ταραντίνο, o επαγγελματίας δολοφόνος Τζουλς Γουίνφιλντ (Σάμιουελ Τζάκσον) απαγγέλλει δύο φορές ένα εδάφιο που υποτίθεται ότι είναι από την Αγία Γραφή (Ιεζεκιήλ 25:17), ενώ πρόκειται για φόρο τιμής του σκηνοθέτη στην ιαπωνική ταινία πολεμικών τεχνών Karate Kiba, όπου επίσης ακούγεται.[28]
↑«recitation». CollinsDictionary.com (11th έκδοση). Collins English Dictionary. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2012.
↑«Recitation». Recitation (New Digital έκδοση). HarperCollins Publishers.
↑Kuipers, Cornelius (1944) "Preface" Christian dialogs and recitations: dialogs, recitations, readings, pageants Zondervan, Grand Rapids, Michigan, page 1 and following, OCLC9054621
↑Σταματοπούλου, Έλενα (2017). Το νεοελληνικό θέατρο στα χρόνια της Καχεκτικής Δημοκρατίας (1944–1967) : η πολιτική ρεπερτορίου των αθηναϊκών επαγγελματικών θιάσων πρόζας. Τόμος Α': 1944–1955. Ιωάννινα: Ισνάφι. σελ. 29. ISBN978-960-9446-20-4.