Aραβικά της Κεντρικής Ασίας | |
---|---|
Χώρα | Αφγανιστάν, Ιράν, Τατζικιστάν, Ουζμπεκιστάν |
Φυσικοί ομιλητές | Περίπου 2.000, με 1.000 στο Τατζικιστάν και 700 στο Ουζμπεκιστάν |
Ταξινόμηση | Αφροασιατικές |
Σύστημα γραφής | αραβικό αλφάβητο |
Linguist list | caar |
Glottolog | afgh1238 [1] |
Τα αραβικά της Κεντρικής Ασίας (ISO 639-3: abh[2] / auz[3], Ethnologue: abh[4] / auz[5], Glottolog: afgh1238[6] / uzbe1248[7]) είναι αραβική γλώσσα η οποία ομιλείται σε περιοχές του Αφγανιστάν, Τατζικιστάν, και Ουζμπεκιστάν, και απειλείται με εξαφάνιση καθώς χρησιμοποιείται πλέον μόνο από περίπου 2.000 ομιλητές.
Κατά τον πρώιμο Μεσαίωνα αποτελούσε κοινή γλώσσα σε χρήση μεταξύ των πολλών νομαδικών αραβικών κοινοτήτων στην Κεντρική Ασία, σε περιοχές όπως τη Σαμαρκάνδη, Μπουχάρα, Κασκαντάρυα, Σουρχαντάρυα, και Χατλόν, καθώς και γενικότερα στο Αφγανιστάν.
Το πρώτο κύμα Αράβων έφτασε στις περιοχές αυτές τον 8ο αιώνα με το πρώτο κύμα των μουσουλμανικών κατακτήσεων, και κατόπιν ακολούθησαν και αραβικοί πληθυσμοί από το Μπαλχ και το Αντχόυ. Βάσει της ισχυρής επιρροής της μουσουλμανικής θρησκείας, τα αραβικά σύντομα έγιναν η κοινή γλώσσα της εποχής για την επικοινωνία καθώς και τις επιστήμες και λογοτεχνία. Οι περισσότεροι αραβικοί πληθυσμοί έτειναν να μην αναμειγνύονται με τους ντόπιους αλλά κρατούσαν τις δικές τους κλειστές κοινωνικές ομάδες, κάτι που ευνόησε τη διατήρηση της μορφής αυτής της αραβικής γλώσσας έως τον 20ό αιώνα παρά τη μεγάλη ποικιλία άλλων γλωσσών που ιστορικά εμφανίστηκε στις περιοχές αυτές. Με την κατάκτηση μεγάλων τμημάτων της Κεντρικής Ασίας από τη Ρωσία τον 19ο αιώνα, πολλοί Άραβες που ζούσαν στην ύπαιθρο ως βοσκοί και κτηνοτρόφοι μετακινήθηκαν νοτιότερα προς το βόρειο Αφγανιστάν, αφήνοντας τις περιοχές που σήμερα αντιστοιχούν σε αυτές του Ουζμπεκιστάν και Τατζικιστάν, όπου εκεί με την πάροδο του χρόνου η χρήση της αραβικής γλώσσας εξασθένησε και αντικαταστάθηκε από τα ουζμπεκικά και την περσική διάλεκτο των νταρί.[8]
Με την εγκαθύδριση της σοβιετικής επικυριαρχίας τη δεκαετία του 1920 σε Ουζμπεκιστάν και Τατζικιστάν, ο τρόπος ζωής των αραβικών πληθυσμών επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό, καθώς πέρα από τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν με τη γλωσσική και πολιτισμική αλλαγή καθώς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον βουκολικό τρόπο διαβίωσης και να εγκατασταθούν στις πόλεις, αναμείχθηκαν σε μεγάλο βαθμό με τους ντόπιους πληθυσμούς των Ουζμπέκων, Τατζίκων και Τουρκμένων. Κατά την απογραφή του 1959, μόνο 34% Σοβιετικών αραβικής καταγωγής, και κυρίως οι μεγάλες ηλικίες, μιλούσαν πλέον αραβικά.
Κατά τη σύγχρονη εποχή, η γλώσσα επιβιώνει έχοντας δεχθεί σημαντικές επιδράσεις από τις άλλες τοπικές γλώσσες, και ομιλείται κυρίως σε 5 χωριά στις περιοχές της Μπουχάρα, Κασκαντάρυα, και Σουρχαντάρυα. Στο Ουζμπεκιστάν διατηρούνται τουλάχιστον 2 διάλεκτοι αραβικών, τα μπουχαρικά (με επιρροές από την τατζικική γλώσσα), και τα κασκανταρυάβι (με επιρροές από τουρκικές γλώσσες), χωρίς να είναι κατανοητές μεταξύ τους.[9] Στο Τατζικιστάν, τα κεντροασιατικά αραβικά χρησιμοποιούνται από το 35,7% του αραβικού πληθυσμού της χώρας και έχουν σε μεγάλο βαθμό αντικατασταθεί από τα τατζικικά.[10]
Σύμφωνα με νεότερες μελέτες τα αραβικά του Χορασάν στο Ιράν, εκτιμούνται ως τμήμα των κεντροασιατικών αραβικών και εμφανίζονται να έχουν στενή σχέση με τη διάλεκτο των κασκανταρυάβι.[11]