Αριστόξενος ο Ταραντίνος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 360 π.Χ. (περίπου) Taras[1] |
Θάνατος | 300 π.Χ. (περίπου) Αθήνα |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | αρχαία ελληνικά[2] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μαθηματικός μουσικολόγος φιλόσοφος μουσικός θεωρητικός |
Οικογένεια | |
Γονείς | Σπίνθαρος |
Σχετικά πολυμέσα | |
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Ο Αριστόξενος (370 π.Χ – 304 π.Χ.), ήταν αρχαίος φιλόσοφος από τον Τάραντα, μαθητής του Αριστοτέλη.
Ο Αριστόξενος ήταν γιος του μουσικού Σπινθάρου[3][4] ή του Μνησίου, και καταγόταν από τον Τάραντα Ιταλίας. Αφού πήγε να κατοικήσει μόνιμα στη Μαντίνεια, έγινε φιλόσοφος, και αφού ασχολήθηκε με τη μουσική, ανέδειξε στον τομέα αυτό μεγάλο ταλέντο, πρώτα ως μαθητής του πατέρα του και του Λάμπρου από τις Ερυθρές της Μικράς Ασίας, έπειτα του Πυθαγορείου φιλοσόφου Ξενόφιλου εκ Χαλκίδικής (της Θράκης) και, τέλος, του Αριστοτέλη. Όταν ο Αριστοτέλης πέθανε, έχοντας ορίσει ως διάδοχό του στο Λύκειο τον Θεόφραστο, ο Αριστόξενος άρχισε να υβρίζει τον πρώην δάσκαλό του, καθώς ο ίδιος είχε μεγάλη δόξα στους μαθητές του Αριστοτέλη. Ο Αριστόξενος άκμασε κατά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και στα ακόλουθα χρόνια - δηλαδή περί της 111-ης Ολυμπιάδας (δηλ. το 336-333 π. Χ.). Ήταν σύγχρονος του Δικαιάρχου από τη Μεσσήνη. Λέγεται ότι είχε συγγράψει βιβλία περί μουσικής, φιλοσοφίας και ιστορίας, που συνολικά ήταν 453 σε αριθμό[4]. Έζησε στα χρόνια των τελευταίων Πυθαγορείων που ως τότε συνέχισαν αδιάκοπα να υπάρχουν ως σχολή από την εποχή του Πυθαγόρα επί 10 συνεχόμενες γενεές (η σχολή τους επανιδρύθηκε κατά την Ύστερη Ρωμαϊκή εποχή). Ανάμεσα σε αυτούς ήταν ο Ξενόφιλος - μαθητής του Φιλόλαου από τον Κρότωνα Ιταλίας[5].
Ήταν γνωστός στην αρχαιότητα ως ο ΄Μουσικός’[6]. Η πιο σημαντική προσωπικότητα στον αρχαίο κόσμο στην μουσική θεωρία.
Αναφέρεται ότι συνέγραψε 453 δοκίμια και βιβλία για την μουσική την φιλοσοφία την ιστορία και την εκπαίδευση. Δυστυχώς το σύνολο του έργου του έχει χαθεί αν και κάποια αποσπάσματα έχουν διασωθεί μέσω των έργων του Πλούταρχου, του Αθήναιου, του Διογένη Λαέρτιου και άλλων. Το έργο του ακολουθεί το ύφος του Αριστοτέλη, όσον αφορά στο φιλοσοφικό, ηθικό και μουσικό τους περιεχόμενο. Η θεωρία που ανέπτυξε βασιζόταν στην ιδέα, ότι το σώμα και η ψυχή του ανθρώπου συνδέονται μεταξύ τους με τον ίδιο τρόπο όπως η αρμονία της μουσικής συνδέεται με τα μέλη του μουσικού οργάνου. Ανάμεσα στα έργα του αναφέρονται τα εξής: "Παιδευτικοί νόμοι" (Διογένης Λαέρτιος, "Βίοι φιλοσόφων", βιβλίο Β' I 15)[7], "Βίο Πλάτωνος" (Διογένης Λαέρτιος, "Βίοι φιλοσόφων", βιβλίο Ε' I 35)[8], "Περὶ Πυθαγόρου καὶ τῶν γνωρίμων αὐτοῦ" (Διογένης Λαέρτιος, "Βίοι φιλοσόφων", βιβλίο Α' XII 118)[9], "Βίο Αρχύτα"[10], "Περί Μουσικής"[11], "Βραχέα Υπομνήματα"[12], "Συγκρίσεις"[13][14], "Σύμμεικτα Συμποτικά"[15], "Περὶ Αὐλῶν Τρήσεως"[16], "Πολιτικοί Νόμοι"[17], "Περὶ Αὐλητῶν" και "Περὶ Αὐλῶν καὶ Ὀργάνων"[18] (τα 8 τελευταία έργα αναφερονται από τον Αθηναίο στους "Δειπνοσοφιστές"). Αναφέρει διάφορα αποσπάσματα από τα έργα του Αριστόξενου και ο Αθηναίος από τη Ναύκρατη στους "Δειπνοσοφιστές" (Α' 35 19f-20a[19][20], Α' 40 22b[21], Β' 26 47a[22], Δ' 75 174c[23] και e[24], Δ' 80 182f[25], Δ' 84 184d[26], Ι' 13 418f[27], ΙΑ' 30 467a-b[28][29], ΙΓ' 2 555d-556a[30][31], ΙΔ' 13 620e-f[32][33], ΙΔ' 14 621c-d[34][35], ΙΔ' 18 624a-b[36][37], ΙΔ' 28 630b[38], ΙΔ' 28 630e[39], ΙΔ' 30 631c[40], ΙΔ' 36 635b[41], ΙΔ' 37 635e[42], ΙΔ' 42 638b[43]).
Ο Αριστόξενος διατύπωσε μια άλλη αντίληψη για τον υπολογισμό των διαστημάτων, διαφορετική από την πυθαγόρεια, σύμφωνα με την οποία ο υπολογισμός αυτός γίνεται βάσει μαθηματικών σχέσεων. Ο Αριστόξενος θεωρεί ότι ο υπολογισμός των διαστημάτων δεν πρέπει να γίνεται με βάση τις αριθμητικές πράξεις, αλλά με βάση την εκτίμηση του αυτιού. Έτσι π.χ. στο διατονικό τετράχορδο αρνείται το λείμμα που προκύπτει από την διαφορά 4/3 : 81/64 και θεωρεί ότι με βάση την εκτίμηση του αυτιού υπάρχει μόνο ένα ημιτόνιο (το ήμισυ του τόνου), το οποίο είναι ακριβώς ίσο με την απόσταση του δεύτερου κινητού από τον δεύτερο ακίνητο φθόγγο του τετράχορδου.
Παράλληλα ο Αριστόξενος διακρίνει 6 είδη τετραχόρδων (2 διατονικά, 3 χρωματικά και το εναρμόνιο), στα οποία οι σχέσεις των βαθμίδων χαρακτηρίζονται από προοδευτική αύξηση του διαστήματος ανάμεσα σε πρώτο ακίνητο και πρώτο κινητό φθόγγο και ταυτόχρονα από προοδευτική μείωση του διαστήματος ανάμεσα στις άλλες βαθμίδες έτσι, ώστε αρχίζοντας από το διατονικό σύντονο (1, 1, 1/2) να καταλήγει στο εναρμόνιο (2, 1/4, 1/4).
Ο μαθηματικός υπολογισμός των διαστημάτων δεν περιορίζεται σε όσα συνοπτικά παρουσιάστηκαν παραπάνω. Η παρουσίαση αυτή όμως περιέλαβε τις βασικές έννοιες και τις κύριες γραμμές του σχετικού προβληματισμού.
Αξιοσημείωτο επιστημονικό επίτευγμα του σχετικού με τον υπολογισμό των διαστημάτων μουσικοθεωρητικού στοχασμού είναι ότι ανεξάρτητα από τις μυστικιστικές αφετηρίες του και τις σχολαστικές υπερβολές του κατόρθωσε να ανακαλύψει, να διατυπώσει και να κωδικοποιήσει θεμελιακές σχέσεις που διέπουν τους μουσικούς ήχους και ως ένα βαθμό τους ήχους γενικότερα βάζοντας έτσι τα θεμέλια της ακουστικής. Το επίτευγμα αυτό έχει άμεση σχέση με την ιστορική εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και τον αποχωρισμό της από την μαγική-θρησκευτική σκέψη – το βήμα δηλαδή που ήταν απαραίτητο για την συγκρότησή της ως φιλοσοφίας και για την ανάπτυξη των βάσεων επιστημονικού στοχασμού. Οι αντιπαραθέσεις των διαφόρων θεωρητικών της μουσικής στην αρχαιότητα αποτελούσαν παράγοντα ορθολογικής εξέτασης και επανεξέτασης των διαφόρων απόψεων, υπαγωγής τους στον έλεγχο της κριτικής και απομάκρυνσης από τα θέσφατα μυστικιστικών διδασκαλιών. Έτσι μπορούμε να πούμε πως μέσα από τον αρχαιοελληνικό μουσικοθεωρητικό στοχασμό συνολικά –δηλαδή όχι μόνο τον σχετικό με τον υπολογισμό των διαστημάτων– δημιουργήθηκε η θεωρία της μουσικής ως επιστημονικός κλάδος. Παράλληλα η αρχαία ελληνική θεωρία της μουσικής παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό αποσπασμένη από την μουσική πρακτική. Το γεγονός αυτό και η εξαιρετικά αποσπασματική διάσωση μουσικοθεωρητικών συγγραμμάτων και ακόμα περισσότερο πρακτικών πηγών δυσκολεύουν σοβαρά σήμερα την γνώση πολλών πλευρών και ζητημάτων της αρχαίας ελληνικής μουσικής.
Ο Αριστόξενος κατηγοριοποιεί τους αυλούς σε πέντε είδη με βάση το πώς και πού είναι τα ανοίγματα:
" πέντε γένη εἶναι αὐλῶν, παρθε νίους, παιδικούς, κιθαριστηρίους, τελείους, ὑπερτελείους"[44] (Αθήναιος, Δειπνοοφισταί, βιβλίο 14ο).
Ο Αριστόξενος κατά τον Διογένη του Λαέρτιο (Βίοι Φιλοσόφων), ο οποίος αναφέρεται σε μαρτυρία του Παρμενίδη που έχει χαθεί, ήταν ο πρώτος που αντιλήφθηκε ότι ο πλανήτης Αφροδίτη είναι το ίδιο αστρονομικό σώμα που εμφανίζεται το πρωί πριν τον Ήλιο ή το βράδυ μετά την δύση του. "καθά φησιν Ἀριστό ξενος ὁ μουσικός Ἕσπερον καὶ Φωσφόρον τὸν αὐτὸν εἰπεῖν, ὥς φησι Παρμενίδης"[45]. Έως τότε οι Έλληνες θεωρούσαν ότι ο πρωϊνός και ο εσπερινός πλανήτης Αφροδίτη (δηλ. ο λεγόμενος Φώσφορος και ο λεγόμενος Εώσφορος) - είναι δύο διαφορετικοί πλανήτες.