Τμήμα μιας σειράς λημμάτων |
---|
Πύλη Αρχαία Αίγυπτος |
Οι αρχαίες αιγυπτιακές πεποιθήσεις για τη μεταθανάτια ζωή ήταν επικεντρωμένες γύρω από μια ποικιλία πολύπλοκων τελετουργικών, τα οποία επηρεάζονταν από πολλές πτυχές του αιγυπτιακού πολιτισμού. Η θρησκεία ήταν ένας κύριος παράγοντας συμβολής, καθώς αποτελούσε μια σημαντική κοινωνική πρακτική που ένωνε μαζί όλους του Αιγυπτίους. Για παράδειγμα, πολλοί αιγυπτιακοί θεοί έπαιζαν ρόλο στο να οδηγήσουν τους νεκρούς στη μεταθανάτια ζωή. Με την εξέλιξη της γραφής, οι θρησκευτικές ιδέες καταγράφονταν και διαδίδονταν γρήγορα στην αιγυπτιακή κοινωνία. Η έναρξη και εδραίωση αυτών των δογμάτων μορφοποιήθηκαν με τη δημιουργία κειμένων για τη μεταθανάτια ζωή που αποτύπωναν και εξηγούσαν τι θα χρειάζονταν οι νεκροί για να ολοκληρώσουν επιτυχώς το ταξίδι τους.
Τα αρχαία αιγυπτιακά θρησκευτικά δόγματα περιελάμβαναν τρεις βασικές ιδεολογίες για τη μεταθανάτια ζωή: πίστη στην ύπαρξη στον Κάτω Κόσμο, στην αιώνια ζωή, και την αναγέννηση της ψυχής. Ο Κάτω Κόσμος, γνωστός ως Ντουάτ είχε μόνο μία είσοδο στην οποία μπορούσε να προσεγγιστεί μόνο μέσω του τάφου του νεκρού. Η αρχική εικόνα που παρουσιαζόταν σε μια ψυχή που έμπαινε σε αυτό το βασίλειο ήταν ένας διάδρομος με μια σειρά εκπληκτικών αγαλμάτων, περιλαμβανομένων και μια εκδοχή του θεού με κεφάλι γερακιού Ώρου. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι το μονοπάτι για τον Κάτω Κόσμο για τους βασιλιάδες και τους κοινούς ανθρώπους μπορεί να ήταν διαφορετικό. Μετά την είσοδο, οι ψυχές παρουσιάζονταν σε άλλον ένα σημαντικό θεό, τον Όσιρι. Ο Όσιρις θα έκρινε την αρετή της ψυχής του νεκρού και θα χάριζε σε αυτούς που κρίνονταν άξιοι μια μακάρια μεταθανάτια ζωή. Οι αρχαία αιγυπτιακή έννοια της αιώνιας ζωής συχνά θεωρούταν ως η αέναη αναγέννηση. Έτσι, οι ψυχές που είχαν ζήσει τη ζωή τους ενάρετα θα οδηγούνταν από τον Όσιρι να ξαναγεννηθούν[1].
Προκειμένου να επιτευχθεί η ιδανική μεταθανάτια ζωή, έπρεπε κατά τη διάρκεια της ζωής να ακολουθηθούν πολλές πρακτικές. Επιπλέον, οι αρχαία Αιγύπτιοι έδιναν έμφαση στα τελετουργικά που τελούνταν μετά το τέλος της ζωής κάποιου. Με άλλα λόγια, ήταν ευθύνη των ζωντανών να επιτελέσουν τις παραδοσιακές ενέργειες προκειμένου ο νεκρός να αντιμετωπίσει άμεσα την τελική του μοίρα. Εν τέλει, η διατήρηση των υψηλών θρησκευτικών ηθικών και από τους ζωντανούς και από τους νεκρούς, όπως και η συμμόρφωση με μια σειρά από παραδόσεις εξασφάλιζαν στους νεκρούς την ομαλή μετάβαση στη μεταθανάτια ζωή.
Υπήρχαν πολλές προκλήσεις που έπρεπε να αντιμετωπίσει ο νεκρός πριν να εισέρθει στα τελικά στάδια της μεταθανάτιας ζωής. Όμως, με την υποστήριξη των ζωντανών, οι νεκροί είχαν πρόσβαση στην προστασία και τη γνώση που θα χρειάζονταν για να αναγεννηθούν στην επόμενη ζωή.
Ο σχεδιασμός και η κλίμακα των αιγυπτιακών τάφων ποίκιλαν από περίοδο σε περίοδο, αν και η λειτουργία τους παρέμενε η ίδια. Αν οι περισσότεροι τάφοι χτίζονταν κατά τη διάρκεια της ζωής του ατόμου για το οποίο προορίζονταν, οι αιγυπτιακοί τάφοι κατασκευάζονταν για να φιλοξενήσουν το σώμα του νεκρού, αλλά και για να μεταφέρουν την ψυχή του στον Κάτω Κόσμο[2]. Αυτά που υπήρχαν στον τάφο εξαρτιόταν από το στάτους του κατόχου του. Όμως, προκειμένου να βοηθήσουν την ψυχή του νεκρού, οι περισσότεροι τάφοι ήταν διακομισμένοι με ταφικά κείμενα που είχαν σκοπό να οδηγήσουν την ψυχή στη μεταθανάτια ζωή, κάτι που ήταν εφικτό για όλους[3].
Ανά τους αιώνες, οι Αιγύπτιοι διακοσμούσαν τους τάφους και τα φέρετρά τους με θρησκευτικά ξόρκια με την ελπίδα ότι θα βοηθήσουν τον νεκρό στη μεταθανάτια ζωή. Καθώς ο αιγυπτιακός πολιτισμός αναπτυσσόταν, ομοίως εξελίσσονταν και αυτά τα κείμενα, και γίνονταν πιο πολύπλοκα και εκτεταμένα.
Τα Κείμενα των Πυραμίδων ήταν τα πρώτα θρησκευτικά κείμενα που χαράσσονταν στους τοίχους των βασιλικών αιγυπτιακών πυραμίδων. Αρχίζοντας από το Παλαιό Βασίλειο, τα κείμενα αυτά χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για τους φαραώ. Όμως, οι βασίλισσες και οι υψηλά ιστάμενοι αξιωματούχοι άρχισαν σύντομα να χρησιμοποιούν και εκείνοι τα Κείμενα των Πυραμίδων στους τάφους τους. Ο σκοπός αυτών των κειμένων ήταν να βοηθήσουν τον φαραώ να ολοκληρώσει το ταξίδι του στη μεταθανάτια ζωή, μεταφέροντας τη γνώση που χρειαζόταν ο νεκρός για τη διαδρομή που έπρεπε να ακολουθήσει, όπως και τους κινδύνους που θα αντιμετώπιζε[4].
Κατά την περίοδο του Μέσου Βασιλείου, τα Κείμενα των Πυραμίδων αντικαταστάθηκαν από τα Κείμενα των Σαρκοφάγων. Αυτά ήταν ξόρκια που βρίσκονταν στα φέρετρα και τις σαρκοφάγους των νεκρών. Είχαν σκοπό να τον προστατεύσουν στη μεταθανάτια ζωή και παρέχουν τα μάγια που θα χρειάζονταν. Τα Κείμενα αυτά ήταν πιο προσιτά, δίνοντας στους κοινούς Αιγύπτιους τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν μια «σωστή» μεταθανάτια ζωή. Είναι σημαντικό επίσης να σημειωθεί ότι το Κείμενο των Σαρκοφάγων που ονομαζόταν Βιβλίο των Δύο Οδών ήταν το πιο παλιό «εγχειρίδιο» για τη μεταθανάτια ζωή[5].
Το Βιβλίο των Νεκρών ήταν μια εκτεταμένη συλλογή από ξόρκια που περιελάμβανε υλικό και από τα Κείμενα των Πυραμίδων και από τα Κείμενα των Σαρκοφάγων. Κατά το Νέο Βασίλειο το Βιβλίο των Νερών γραφόταν συνήθως σε πάπυρο. Το συναντάμε όμως επίσης και στους τοίχους των τάφων, στα φέρετρα και στους επιδέσμους με τις οποίες τυλίγανε τις μούμιες. Όπως τα Κείμενα των Σαρκοφάγων, τα ξόρκια του Βιβλίου των Νεκρών μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από όλους. Αυτά, παρείχανε συμβουλές, προστασία και γνώση στους νεκρούς για το ταξίδι τους στη μεταθανάτια ζωή[6].
Τα φέρετρα στον αιγυπτιακό πολιτισμό έχουν την αρχή τους ήδη από το Παλαιό Βασίλειο. Αυτή την περίοδο τα φέρετρα είναι σχετικά απλά, ισόπλευρα με μικρές λεπτομέρειες. Αυτές περιελάμβαναν τρία ανοίγματα, ένα που προοριζόταν για να μπορεί να διέρχεται το κα και δύο ανοίγματα για τα μάτια. Όμως, καθώς περνούσε ο χρόνος, τα φέρετρα και η δομή τους εξελίχθηκε. Μέχρι το Νέο Βασίλειο, όχι μόνο είχαν γίνει πιο δημοφιλή, αλλά υπήρχε και βιομηχανία πώλησή τους. Το σώμα του νεκρού τώρα πια αντιπροσωπευόταν από το φέρετρο καθώς είχε το σχήμα του σώματος και χαρακτηριστικά του προσώπου του ατόμου που ήταν μέσα σε αυτό[7]. Ο νεκρός επίσης συχνά απεικονιζόταν με άσπρα ρούχα που αντιπροσώπευαν την καθαρότητα της ψυχής μετά το επιτυχές πέρασμα της κρίσης στην αίθουσα της Μάατ[8]. Επίσης, σημασία είχε ο προσανατολισμός που τοποθετούνταν ο νεκρός. Στις πρώιμες περιόδους της αιγυπτιακής ιστορίας, το σώμα τοποθετούνταν στο πλάι με το κεφάλι προς τον νότο. Στις κατοπινές περιόδους το σώμα τοποθετούνταν ύπτια, με το κεφάλι συνήθως προς τον βορρά[9].
Η μουμιοποίηση ήταν μια πρακτική που υιοθέτησαν οι αρχαία Αιγύπτιοι γιατί πίστευαν ότι το σώμα έπρεπε να διατηρηθεί προκειμένου να μπορέσει ο νεκρός να αναγεννηθεί στη μεταθανάτια ζωή[10]. Αρχικά, οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι όπως ο Ρα, το φυσικό σώμα τους (χατ), θα αναζωογονιόταν μετά την ολοκλήρωση του ταξιδιού στον Κάτω Κόσμο[11]. Όταν συνειδητοποίησαν ότι τα σώματα των νεκρών τελικά ανασυνθέτονταν, άρχισαν να αντιμετωπίζουν τη σορό του νεκρού ως το δοχείο για το πνεύμα του νεκρού. Το σώμα μουμιοποιούταν και διατηρούταν ώστε να μπορεί η ψυχή να επιστρέψει σε αυτό[12].
Για τους Αιγύπτιους ο τάφος θεωρούνταν ως το σπίτι για τον νεκρό, οπότε ήταν συνήθεια να αφήνουν εκεί τις προσφορές προς τον νεκρό[13]. Οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι το πνεύμα του νεκρού θα ζούσε και μετά τον θάνατο, γιατί αυτή η ζωτική δύναμη ήταν μια ξεχωριστή οντότητα που μπορούσε να αποσπαστεί από το σώμα. Αυτήν τη ζωτική δύναμη την ονόμαζαν κα, και ήταν ένα από τα μέρη που αποτελούσαν την αθάνατη ψυχή ενός ατόμου. Το μπα ήταν ένα άλλο μέρος, της ψυχής που επίσης είχε τη δικιά του συμπεριφορά, και τελικά ενωνόταν με το κα[14]. Οι προσφορές που δίνονταν περιελάμβαναν ρουχισμό και πολύτιμα στολίδια. Όμως η πιο σημαντική προσφορά ήταν η τροφή για τον νεκρό[15], γιατί μέσω αυτής (και συγκεκριμένα από την πνευματική ουσία της) τρεφόταν το κα του νεκρού το οποίο σε διαφορετική περίπτωση δεν θα μπορούσε να επιζήσει[14].
ΟΙ αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν συλλάβει το πέρασμα στη μεταθανάτια ζωή σε μια σειρά από στάδια. Υπήρχαν πάρα πολλά περάσματα, αλλά η επιλογή της διαδρομής δεν ήταν του ατόμου, αλλά εξαρτιόταν από το στάτους του. Η γενική ιδεολογία που σχετιζόταν με τη διαδρομή προς τον άλλο κόσμο ήταν η διαδρομή του ήλιου: όπως η νύχτα σκέπαζε τον κόσμο, και ο ήλιος (Ρα) συνέχιζε το ταξίδι του στον άλλο κόσμο, οι νεκροί άρχιζαν και εκείνοι το ταξίδι τους στον κάτω κόσμο, και με την ανατολή του ήλιου δεν άρχιζε μόνο μια νέα μέρα, αλλά και μια νέα ζωή για τους νεκρούς μαζί με την αναγέννηση του ήλιου[16].
Το ταξίδι στον Κάτω Κόσμο με βάρκα ήταν αυστηρά προορισμένο μόνο για τους φαραώ. Ο θεός-ήλιος Ρα πιστευόταν ότι ταξίδευε με βάρκα στον Κάτω Κόσμο με τη δύση του ηλίου. Για να μιμηθούν αυτό το ταξίδι, οι αιγύπτιοι κατασκεύαζαν ομοιώματα βαρκών διαφορετικών μεγεθών, τις οποίες έθαβαν δίπλα στους φαραώ τους. για παράδειγμα, δίπλα στην Πυραμίδα του Χέοπα οι ερευνητές ανακάλυψαν μια μεγάλη βάρκα σε μέγεθος των κανονικών.
Εναλλακτικά, ένα άλλο όχημα για την είσοδο στον άλλο κόσμο ήταν το φέρετρο. Ενώ οι βασιλείς συχνά χρησιμοποιούσαν το φέρετρο επιπλέον ή σε αντικατάσταση της βάρκας, οι απλοί άνθρωποι είχαν λιγότερες επιλογές. Έτσι, αυτή η μέθοδος ήταν πιο συνηθισμένη, αλλά είχε σχέση με μια διαφορετική, πιο «συνηθισμένη» διαδρομή προς τον άλλο κόσμο. Ενώ το ταξίδι με τη βάρκα οδηγούσε τον νεκρό στον θεό-ήλιο Ρα, τα φέρετρα πιστευόταν ότι οδηγούσαν το άτομο στη θεά του ουρανού Νουτ.
Όμως, δεν είχαν όλοι οι νεκροί την ευκαιρία να ταξιδέψουν στον άλλο κόσμο. Καθώς οι ζωντανοί είχαν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν το ταξίδι των νεκρών στη μεταθανάτια ζωή, ήταν επίσης στο χέρι τους να εξαλείψουν τη δυνατότητα κάποιου να επιτύχει την αιωνιότητα. Έτσι, οι ζωντανοί είχαν μια σειρά από τρόπους που μπορούσαν να αποτρέψουν τη δυνατότητα μιας επόμενης ζωής για ένα νεκρό. Η πιο διαδεδομένη από αυτές ήταν ο αποκεφαλισμός, που όταν συνέβαινε ισοδυναμούσε τη «θανάτωση δύο φορές». Η μέθοδος αυτή θεωρούταν ότι μηδένιζε την πιθανότητα για μεταθανάτια ζωή. Όπως σημειώνουν τα αιγυπτιακά κείμενα, αυτή τη διαδικασία τη φοβόταν πολύ, αλλά προοριζόταν τις περισσότερες φορές για αυτούς που επαναστατούσαν ή παράκουαν τον βασιλιά[17].
Για τους αρχαίους Αιγυπτίους η κρίση των νεκρών ήταν η διαδικασία με την οποία οι αιγύπτιοι θεοί μπορούσαν να κρίνουν αν η ψυχή ήταν άξια. Βαθιά ριζωμένη στην αιγυπτιακή πεποίθηση για την αθανασία, η κρίση ήταν ένα από τα σημαντικότερα μέρη του ταξιδιού στη άλλη ζωή. Ως τέτοια, υπάρχουν πολλές παραλλαγές των σκηνών της κρίσης στα αιγυπτιακά ταφικά κείμενα. Κάθε μία ψυχή κρινόταν ατομικά. Όταν τελείωνε το ταξίδι στον Κάτω Κόσμο, ο νεκρός έφτανε στην αίθουσα της Μάατ. Εδώ θα κρινόταν η αγνότητα της ψυχής του για να καθοριστεί αν θα του επιτρεπόταν η είσοδος στο βασίλειο του Όσιρι[18].
Το πρώτο που έπρεπε να κάνει ο νεκρός ήταν να απευθυνθεί με επιτυχία στους 42 θεούς-κριτές, αποκαλώντας τους με τα ονόματά τους και απαριθμώντας ότι δεν είχε διαπράξει μια σειρά από αμαρτίες και παραπτώματα[19]. Η διαδικασία αυτή είχε σκοπό να αποδείξει ότι ο νεκρός γνώριζε τον καθένα από τους κριτές με το όνομά του και ότι ήταν άσπιλος από αμαρτίες. Σειρά είχε η διαδικασία του Ζυγίσματος της Καρδιάς με το φτερό της Μάατ[20]. Αυτός που απεικονίζεται συχνότερα να επιτελεί τη διαδικασία είναι ο Άνουβις. Αν η καρδιά ισοροπούσε με το φτερό της Μάατ, κατέγραφε το αποτέλεσμα και ο νεκρός γινόταν δεκτός στο Σεχέτ Ααρού, την αιώνια μακάρια ζωή. Αν η καρδιά ήταν βαρύτερη, την καταβρόχθιζε η θεά-δαίμονας Αμμούτ, και ο νεκρός βίωνε οριστικό θάνατο με την οριστική καταστροφή της ψυχής του[21].
Μετά την κρίση, οντότητες πιστευόταν ότι επέστρεφαν στη μήτρα της Μητέρας Θεάς. Σε αυτό το στάδιο η ψυχή συναντούσε το σώμα το οποίο αποκαθίστατο. Στο Βιβλίο των Νεκρών αναφέρεται: «Ενώνω τα άκρα σου, συγκρατώ τις αποβολές σου, περιβάλω τη σάρκα σου, απομακρύνω τα υγρά της αποσύνθεσης, καθαρίζω το μπα σου, στεγνώνω τα δάκρυά σου, θεραπεύω τα μέλη σου, κάθε ένα ενωμένο με τα άλλα. Σε περιβάλλω με το έργο της υφάντρας θεάς, ολοκληρώνω τη μορφή σου ως Ρα.»[22]. Η πεποίθηση συνδέεται με τη γέννηση του θεού-ήλιου Ρα κάθε πρωί, αφού έχει μπει στη μήτρα της θεάς του ουρανού το βράδυ, για να ξαναγεννηθεί το άλλο πρωί με την ανατολή[23]. Η σχέση του Ρα με τη μεταθανάτια ζωή συνδέεται έντονα με τις θρησκευτικές πεποιθήσεις που εξηγούν την ανατολή και τη δύση του ήλιου[16]. Τελικά η αθανασία κάθε νεκρού είχε να κάνει με την αέναο κύκλο ατέλειωτων ζωών-αναγεννήσεων, κάτι που ισοδυναμούσε με δεύτερη αιώνια ζωή.
Το Σεχέτ Ααρού (ή Σεκχέτ Ααρού ή απλά Ααρού) που αναφέρεται επίσης κοινώς ως το «Πεδία των Καλαμιώνων», ήταν ο τελικός προορισμός των ψυχών στις οποίες είχε παραχωρηθεί η αναγέννηση. Η ιδεολογία εξελίχθηκε κατά την περίοδο της Πέμπτης Δυναστείας[24]. Το Σεχέτ Ααρού ήταν τα Ηλύσια Πεδία όπου θα ζούσαν τη μακάρια αιώνια ζωή. Απεικονίζονται ως μια πολύ πλούσια περιοχή, γεμάτη με καταρράκτες, μεταξύ άλλων φυσικών θαυμάτων[25]. Εικόνες, όπως ο Πάπυρος του Νεμπσενί, απεικονίζουν ότι ο τόπος αυτός χωρίζεται σε πολλά κομμάτια, με κάθε κομμάτι να μοιάζει με νησί, και όπου είναι αναγκαία η μεταφορά με βάρκα[26].
Σε αυτούς που τους παραχωρούνταν πρόσβαση στα Πεδία των Καλαμιώνων, συμπεριλαμβάνονταν και θεοί και δίκαιες ψυχές. Η γονιμότητα της γης τονιζόταν ιδιαίτερα καθώς κατείχε δύο από τις μεγάλες ανταμοιβές της αθανασίας: την πρόσβαση στον Νείλο και την ικανότητα συλλογής φαγητού. Οι νεκροί έπιναν και έτρωγαν τα ίδια πράγματα με τους θεούς τους. Μια άλλη τιμή που είχαν οι «κάτοικοι» του Ααρού ήταν ότι μπορούσαν να μεταφέρουν σκέψεις ο ένας στον άλλον, στους θεούς, και σε αυτούς που είχαν πεθάνει πριν από εκείνους[24].