Ασθένεια του ιού Ζίκα | |
---|---|
![]() Εξάνθημα κατόπιν μόλυνσης από τον ιό Ζίκα | |
Ειδικότητα | λοιμωξιολογία και νεογνολογία |
Συμπτώματα | πυρετός, επιπεφυκίτιδα, αρθραλγία, maculopapular rash και πονοκέφαλος |
Ταξινόμηση | |
ICD-10 | U06.9 Code change from 21 December 2015 |
ICD-9 | 066.3 |
DiseasesDB | 36480 |
MedlinePlus | 007666 |
Η ασθένεια του ιού Ζίκα είναι μια ασθένεια που προκαλεί ο Ιός Ζίκα[1] . Τα συμπτώματα που εμφανίζει είναι παρόμοια με εκείνα του δάγκειου πυρετού[1] . Στις περισσότερες περιπτώσεις (60–80%) δεν παρουσιάζονται συμπτώματα[2] . Όταν εκδηλώνονται συμπτώματα, αυτά συνήθως συμπεριλαμβάνουν πυρετό, επιπεφυκίτιδα, αρθραλγία, πονοκέφαλο, και κηλιδοβλατιδώδες εξάνθημα[3][1]. Σε γενικές γραμμές τα συμπτώματα είναι ήπια και διαρκούν λιγότερο από επτά ημέρες[4] . Δεν έχουν σημειωθεί θανάσιμες περιπτώσεις κατά την αρχική μόλυνση από το 2015 [2] . Η μόλυνση έχει συσχετισθεί με το σύνδρομο Guillain–Barré[2].
Η ασθένεια του ιού Ζίκα μεταδίδεται κυρίως από το τσίμπημα του κουνουπιού τίγρη, του γένους Aedes[4] . Μπορεί επίσης να μεταδοθεί μέσω της σεξουαλικής επαφής και μεταγγίσεων αίματος[4]. Η ασθένεια μπορεί να μεταδίδεται από τη μητέρα στο έμβρυο και να προκαλέσει μικροκεφαλία[1][2]. Η διάγνωση γίνεται μέσω της εξέτασης του αίματος, των ούρων ή του σάλιου προκειμένου να εντοπιστεί τo ριβονουκλεϊκό οξύ RNA όταν το άτομο είναι άρρωστο.[4][1]
Η πρόληψη συνίσταται στην αποφυγή του τσιμπήματος κουνουπιών σε περιοχές όπου εμφανίζεται η ασθένεια[4] . Συνιστάται επίσης η χρήση εντομοαπωθητικού σε συνδυασμό με την κάλυψη του μεγαλύτερου τμήματος του σώματος με ρούχα, η χρήση κουνουπιέρας, καθώς και η απόρριψη των στάσιμων νερών, διότι αποτελούν χώρο αναπαραγωγής των κουνουπιών[1]. Δεν υφίσταται αποτελεσματικός εμβολιασμός[4] . Οι αρχές υγείας της Βραζιλίας συνέστησαν το 2015 στις γυναίκες να αποφύγουν την εγκυμοσύνη λόγω της εξάπλωσης του ιού καθώς επίσης και στις εγκύους να μην ταξιδεύουν σε περιοχές όπου ο ιός βρίσκεται σε έξαρση[4][5] . Ενώ δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεραπεία, η παρακεταμόλη (ακεταμινοφένη) μπορεί να προσφέρει ανακούφιση των συμπτωμάτων[4] . Σπανίως απαιτείται νοσοκομειακή περίθαλψη[2].
Ο ιός που προκαλεί την ασθένεια απομονώθηκε για πρώτη φορά το 1947[6] . Η πρώτη καταγεγραμμένη έξαρση του ιού στους ανθρώπους σημειώθηκε το 2007 στη Μικρονησία[4] . Από τον Ιανουάριο του 2016 η ασθένεια έχει εκδηλωθεί σε είκοσι περιοχές της Aμερικής[4] . Επίσης, έχει εμφανισθεί στην Αφρική, Ασία και στις χώρες του Ειρηνικού Ωκεανού[1] . Λόγω της πανδημίας που άρχισε το 2015 στη Βραζιλία, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας χαρακτήρισε την ασθένεια ως έκτακτη κατάσταση διεθνούς ενδιαφέροντος στον τομέα της δημόσιας υγείας τον Φεβρουάριο του 2016[7].