Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Ατελεκτασία | |
---|---|
Ατελεκτασία του δεξιού πνεύμονα | |
Ειδικότητα | πνευμονολογία |
Ταξινόμηση | |
ICD-10 | J98.1 |
ICD-9 | 518.0 |
DiseasesDB | 10940 |
MedlinePlus | 000065 |
eMedicine | med/180 |
MeSH | D001261 |
Η ατελεκτασία είναι πάθηση του πνεύμονα κατά την οποία οι κυψελίδες κάποιου τμήματος είναι κενές από αέρα, γεγονός που οδηγεί σε συρρίκνωση των τοιχωμάτων των κυψελίδων.
Ο πνεύμονας, και πιο συγκεκριμένα οι κυψελίδες, υπό φυσιολογικές συνθήκες είναι διατεταμένες . Σε αυτή τη διάταση αντιτίθεται η ελαστικότητα του πνεύμονα, η οποία τείνει να μικρύνει το πνεύμονα σε μέγεθος. Αν η διάταση δεν διατηρηθεί, η ελαστικότητα του πνεύμονα θα προκαλέσει τη συρρίκνωση των αεροφόρων σάκων. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται ατελεκτασία πνεύμονα.[1] Αν συμβεί σε ένα προηγουμένως διατεταμένο πνεύμονα ονομάζεται δευτερογενής ατελεκτασία και αν συμβεί σε ένα βρέφος αμέσως μετά τη γέννηση, δηλαδή όταν οι πνεύμονες δεν εκπτυχθούν μετά τη γέννηση, ονομάζεται πρωτογενής ατελεκτασία.
Η ατελεκτασία διακρίνεται σε αποφρακτικού και μη αποφρακτικού τύπου.[1]
Κατηγορίες ατελεκτασίας: 1) από απόφραξη-απορρόφηση του αέρα, 2) από συμπίεση, 3) από σύσπαση, 4) μικροατελεκτασία.
Διάγνωση της νόσου μπορεί να γίνει με ακτινογραφία. Άλλες μέθοδοι διάγνωσης είναι η αξονική τομογραφία και η βρογχοσκόπηση.
Μπορεί να μην εμφανίζονται συμπτώματα ή μπορεί να εμφανίζονται κάποια από τα παρακάτω συμπτώματα:[2][3]
Είναι μια κοινή παρανόηση και καθαρή εικασία ότι η ατελεκτασία προκαλεί πυρετό. Μια μελέτη με 100 μετεγχειρητικούς ασθενείς που υποβλήθηκαν σε σειριακές ακτινογραφίες θώρακος και μετρήσεις θερμοκρασίας έδειξε ότι η συχνότητα εμφάνισης πυρετού μειώθηκε όσο αυξανόταν η συχνότητα της ατελεκτασίας.[5] Ένα πρόσφατο άρθρο που συνοψίζει τα διαθέσιμα δημοσιευμένα στοιχεία σχετικά με τη συσχέτιση μεταξύ ατελεκτασίας και μετεγχειρητικού πυρετού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν κλινικά στοιχεία, που να υποστηρίζουν αυτήν την εικασία.[6]
Η πιο κοινή αιτία είναι η μετεγχειρητική ατελεκτασία, που χαρακτηρίζεται από δυσκαμψία μυών, δηλαδή περιορισμένη αναπνοή μετά από χειρουργική επέμβαση στην κοιλιά. Η ατελεκτασία αναπτύσσεται στο 75-90% των ατόμων, που υποβάλλονται σε γενική αναισθησία για χειρουργική επέμβαση.[7]
Μια άλλη κοινή αιτία είναι η πνευμονική φυματίωση. Οι καπνιστές και οι ηλικιωμένοι διατρέχουν επίσης αυξημένο κίνδυνο. Εκτός αυτού του πλαισίου, η ατελεκτασία συνεπάγεται κάποια απόφραξη ενός βρογχιολίου ή βρόγχου, που μπορεί να βρίσκεται εντός του αεραγωγού (ξένο σώμα, βύσμα βλέννας), από το τοίχωμα (όγκος, συνήθως ακανθοκυτταρικό καρκίνωμα) ή συμπίεση από το εξωτερικό (όγκος, λεμφαδένας, φυματίωση). Μια άλλη αιτία είναι η κακή εξάπλωση του επιφανειοδραστικού παράγοντα κατά τη διάρκεια της εισπνοής, με αποτέλεσμα η επιφανειακή πίεση να είναι στο υψηλότερο σημείο της, η οποία κάνει τις μικρότερες κυψελίδες να καταρρέουν. Μπορεί επίσης να εμφανιστεί ατελεκτασία κατά την αναρρόφηση, καθώς μαζί με τα πτύελα, ο αέρας απομακρύνεται από τους πνεύμονες. Υπάρχουν διάφοροι τύποι ατελεκτασίας ανάλογα με τους υποκείμενους μηχανισμούς τους ή την κατανομή της κατάρρευσης των κυψελίδων: επαναρρόφηση, συμπίεση, μικροατελεκτασία και ατελεκτασία συστολής. Η ατελεκτασία χαλάρωσης (ονομάζεται επίσης παθητική ατελεκτασία) είναι όταν μια υπεζωκοτική συλλογή ή ένας πνευμοθώρακας διαταράσσει την επαφή μεταξύ του βρεγματικού και του σπλαχνικού υπεζωκότα.[8]
Παράγοντες κινδύνου, που σχετίζονται με αυξημένη πιθανότητα ανάπτυξης ατελεκτασίας, είναι: ο τύπος της χειρουργικής επέμβασης (θωρακικές, καρδιοπνευμονικές επεμβάσεις),[9] η χρήση μυϊκής χαλάρωσης, η παχυσαρκία, το υψηλό οξυγόνο, τα κατώτερα τμήματα του πνεύμονα.
Παράγοντες, που σχετίζονται επίσης με την ανάπτυξη ατελεκτασίας περιλαμβάνουν: την ηλικία, την παρουσία χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας (ΧΑΠ) ή άσθματος, την ύπαρξη λοιμώξεων (πνευμονία, φυματίωση, μύκητες, ιστοπλάσμωση), τις νεοπλασίες πνευμόνων, την σαρκοείδωση[10] και τον τύπο αναισθητικού.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950, στην αεροπορική ιατρική του Ηνωμένου Βασιλείου, στην πάθηση "ατελεκτασία επιτάχυνσης" δόθηκε το όνομα "Hunter Lung" λόγω της επικράτησης της στους πιλότους του υπερηχητικού μαχητικού αεροσκάφους, του Hawker Hunter, το οποίο χρησιμοποιούσε 100% παροχή οξυγόνου.[11][12]
Η θεραπεία στοχεύει στη διόρθωση της υποκείμενης αιτίας. Σε εκδηλώσεις ατελεκτασίας, που προκύπτουν από την απόφραξη βλέννας των αεραγωγών όπως παρατηρείται σε ασθενείς με κυστική ίνωση και πνευμονία, χρησιμοποιούνται βλεννολυτικοί παράγοντες όπως η ακετυλοκυστεΐνη (NAC). Αυτή η νεφελοποιημένη θεραπεία λειτουργεί μειώνοντας το ιξώδες και την ελαστικότητα του βλεννογόνου σπάζοντας τους δισουλφιδικούς δεσμούς στις βλεννοπρωτεΐνες εντός του συμπλέγματος βλέννας, διευκολύνοντας έτσι την κάθαρση της βλέννας.[13] Η μετεγχειρητική ατελεκτασία αντιμετωπίζεται με φυσιοθεραπεία, με επίκεντρο τη βαθιά αναπνοή και την ενθάρρυνση του βήχα. Ένα σπιρόμετρο χρησιμοποιείται συχνά ως μέρος των ασκήσεων αναπνοής. Το περπάτημα ενθαρρύνεται επίσης ιδιαίτερα για τη βελτίωση του φουσκώματος των πνευμόνων. Άτομα με παραμορφώσεις στο στήθος ή νευρολογικές παθήσεις, που προκαλούν ρηχή αναπνοή για μεγάλα χρονικά διαστήματα μπορεί να επωφεληθούν από μηχανικές συσκευές, που βοηθούν την αναπνοή τους. Μια μέθοδος είναι η συνεχής θετική πίεση των αεραγωγών, η οποία παρέχει πεπιεσμένο αέρα ή οξυγόνο μέσω μιας μάσκας μύτης ή προσώπου, για να διασφαλιστεί ότι οι κυψελίδες δεν θα καταρρεύσουν, ακόμη και στο τέλος της αναπνοής. Αυτό είναι χρήσιμο, καθώς οι μερικώς διογκωμένες κυψελίδες μπορούν να επεκταθούν πιο εύκολα από τις κυψελίδες, που έχουν καταρρεύσει. Μερικές φορές χρειάζεται επιπλέον αναπνευστική υποστήριξη με μηχανικό αναπνευστήρα.
Η κύρια θεραπεία για την οξεία μαζική ατελεκτασία είναι η διόρθωση της υποκείμενης αιτίας. Μια απόφραξη που δεν μπορεί να αφαιρεθεί με βήχα ή με αναρρόφηση των αεραγωγών συχνά μπορεί να αφαιρεθεί με βρογχοσκόπηση. Για λοίμωξη χορηγούνται αντιβιοτικά. Η χρόνια ατελεκτασία αντιμετωπίζεται συχνά με αντιβιοτικά, επειδή η μόλυνση είναι σχεδόν αναπόφευκτη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το προσβεβλημένο τμήμα του πνεύμονα μπορεί να αφαιρεθεί χειρουργικά, όταν οι υποτροπιάζουσες ή οι χρόνιες λοιμώξεις δημιουργούν αναπηρία ή η αιμορραγία είναι σημαντική. Εάν ένας όγκος φράζει τον αεραγωγό, η ανακούφιση από την απόφραξη με χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία, χημειοθεραπεία ή θεραπεία με λέιζερ μπορεί να αποτρέψει την εξέλιξη της ατελεκτασίας και την ανάπτυξη υποτροπιάζουσας αποφρακτικής πνευμονίας.
Αυτό το λήμμα σχετικά με την Ιατρική χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |