Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Αχμέτ Ιζζέτ Πασάς | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1864[1][2][3] Μπίτολα |
Θάνατος | 31 Μαρτίου 1937 Κωνσταντινούπολη[4] |
Τόπος ταφής | Τουρκικό Κρατικό Νεκροταφείο |
Χώρα πολιτογράφησης | Τουρκία Οθωμανική Αυτοκρατορία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Μητρική γλώσσα | Τουρκικά |
Ομιλούμενες γλώσσες | Τουρκικά |
Σπουδές | Τουρκικό Στρατιωτικό Πανεπιστήμιο Οθωμανική Στρατιωτική Ακαδημία[5] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός στρατιωτικός[6] |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | Κομιτάτο Ένωσης και Προόδου |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | στρατηγός |
Πόλεμοι/μάχες | Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | μεγάλος βεζίρης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Οκτώβριος 1918 – Νοέμβριος 1918) Υπουργός Εξωτερικών |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Αχμέτ Ιζζέτ Πασάς (1864 - 1937), ήταν Τούρκος στρατάρχης αλβανικής καταγωγής που διετέλεσε υπουργός πολέμου (δύο φορές) και για 25 ημέρες Μέγας Βεζίρης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και υπουργός εξωτερικών της νεοσύστατης Τουρκικής Δημοκρατίας.
Γεννήθηκε στη Μπίτολα (Μοναστήρι) το 1864 όπου και ακολούθησε το στρατιωτικό επάγγελμα σπουδάζοντας αρχικά στην αυτοκρατορική στρατιωτική σχολή της Κωνσταντινούπολης και στη συνέχεια μετεκπαιδεύτηκε στη Γερμανία. Έλαβε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 με το τέλος του οποίου προήχθη στον βαθμό του συνταγματάρχη. Μετά την Επανάσταση των Νεότουρκων του 1908 ανέλαβε αρχηγός επιτελείου και υπουργός πολέμου, πλην όμως η έντονη αντίδρασή του στην ασκηθείσα πολιτική κατά των Αλβανών αμάχων κατά την εξέγερσή τους στάθηκε ικανή να περιπέσει σε δυσμένεια και να παυθεί. Τον Φεβρουάριο του 1911, επί Σουλτάνου Μεχμέτ Ε' ανακλήθηκε και διορίστηκε διοικητής των μονάδων στην Υεμένη κατά τις εκεί εξεγέρσεις που προκάλεσε τοπικός ιμάμης.
Με το ξέσπασμα του Α' Π.Π. ανέλαβε διοικητής στρατιάς στον Καύκασο, διατηρώντας πάντα Γερμανούς στρατιωτικούς συμβούλους, ενώ λίγο αργότερα έφθασε να διοικεί τρία σώματα στρατού με τον βαθμό του στρατάρχη, όταν και υπέστη μεγάλη ήττα από τον ρωσικό στρατό.
Λίγο πριν τη λήξη του πολέμου και μετά από συνεχείς ήττες στη Μέση Ανατολή συνέπεια των οποίων ήταν η παραίτηση του Ταλάτ Πασά και το πολιτικό χάος που ξέσπασε, κλήθηκε από τον Σουλτάνο Μεχμέτ ΣΤ' στις 14 Οκτωβρίου του 1918, (ν. ημερολ), όπου και ανέλαβε Μέγας Βεζίρης και υπουργός πολέμου προκειμένου να επιταχύνει την διαδικασία των διαπραγματεύσεων για ανακωχή προβαίνοντας παράλληλα σε διακοπή των σχέσεων της αυτοκρατορίας με τη Γερμανία, που υπ' όψιν συνέχιζε η τελευταία τον ανεφοδιασμό δια θαλάσσης από λιμένες της Ρουμανίας.
Τελικά στις 30 Οκτωβρίου συνομολογείται η συνθήκη του Μούδρου με βαρύτατους όρους καθιστώντας ουσιαστικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία προτεκτοράτο της Αντάντ. Τρεις ημέρες αργότερα σημειώνεται η φυγή στο εξωτερικό (Γερμανία) των τριών πασάδων Ταλάτ, Ενβέρ και Τζεμάλ, του κομιτάτου "Ένωση και Πρόοδος", που είχαν θεωρηθεί υπαίτιοι για τις θηριωδίες κατά Αρμενίων θεωρούμενος ο Ιζζέτ Πασάς ως υπεύθυνος για την μη λήψη κατάλληλων μέτρων και την προσαγωγή τους σε στρατοδικείο. Συνέπεια αυτών ήταν στις 8 Νοεμβρίου να παυθεί των θέσεων που κατείχε.
Μετά την επικράτηση του Κεμάλ Πασά (Ατατούρκ), την κατάργηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ίδρυση της Δημοκρατίας της Τουρκίας για την οποία και είχε πρωτοστατήσει επανήλθε και ανέλαβε υπουργός εξωτερικών, πλην όμως λίγο καιρό αργότερα κατηγορηθείς από τον Κεμάλ Ατατούρκ αναγκάσθηκε να αποχωρήσει της πολιτικής. Το 1934 με τον σχετικό υποχρεωτικό νόμο καθιέρωσης επωνύμων ο Αχμέτ Ιζζέτ υιοθέτησε το επίθετο Φουργκάτς (Furgaç) με το οποίο και πέθανε στις 31 Μαρτίου του 1937 στην Κωνσταντινούπολη.