Αϊστούλφος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Θάνατος | Δεκέμβριος 756 Παβία |
Αιτία θανάτου | πτώση από άλογο |
Συνθήκες θανάτου | θανατηφόρο δυστύχημα |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο των Λομβαρδών |
Θρησκεία | Καθολικισμός |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | βασιλιάς |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Giseltrude |
Γονείς | Pemmo of Friuli και Ratperga |
Αδέλφια | Ράτχης |
Συγγενείς | Άνσελμος της Νονάντολα (κουνιάδος) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Αϊστούλφος (Astolfo, απεβ. τον Δεκέμβριο του 756) ήταν Δούκας της Φριουλίας από το 744 μέχρι το 749, βασιλιάς των Λομβαρδών από το 749 ως το 756 και στο ενδιάμεσο Δούκας του Σπολέτο από το 751 ως το 756. Πατέρας του ήταν ο Δούκας Πέμμος και αδελφός του ο Ράτχης.
Όταν ο Ράτχης έγινε βασιλιάς, ο Αϊστούλφος τον διαδέχθηκε στη Φριουλία και όταν ο πρώτος αποσύρθηκε σε μοναστήρι, τον διαδέχθηκε πάλι, αυτή τη φορά ως βασιλιάς. Συνέχισε την πολιτική του επεκτατισμού και των πολέμων εναντίον τόσο του Πάπα όσο και του Εξαρχάτου της Ραβέννας. Το 751 κατέλαβε τη Ραβέννα και απείλησε τη Ρώμη με κεφαλικό φόρο. Την ίδια χρονιά, ο Αϊστούλφος κατέλαβε και την Ίστρια από τους Βυζαντινούς.
Εκνευρισμένοι, ανήσυχοι και χωρίς καμία αρωγή από τους Βυζαντινούς, οι Πάπες στράφηκαν στο παλάτι της Αυστρασίας που κυβερνούσε ουσιαστικά το Φραγκικό Βασίλειο για βοήθεια. Το 741, ο Πάπας Γρηγόριος Γ΄ ζήτησε από τον Κάρολο Μαρτέλο να επέμβει, αλλά ο τελευταίος δήλωσε απασχολημένος αλλού και αρνήθηκε. Το 753, ο Πάπας Στέφανος Β΄ επισκέφθηκε το γιό του Μαρτέλου, τον Πιπίνο το Βραχύ, που είχε μόλις ανακηρυχθεί βασιλιάς των Φράγκων με την συγκατάθεση του Πάπα Ζαχαρία. Ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για την παπική στήριξη, ο Πιπίνος διέσχεισε τις Άλπεις, νίκησε τον Αϊστούλφο και παρέδωσε στους Πάπες τα εδάφη που είχε καταλάβει ο Αϊστούλφος τόσο στην Ιταλία (Εμίλια-Ρομάνια και Πεντάπολις) όσο και από τους Βυζαντινούς.
Ο Αϊστούλφος πέθανε το 756 και στο θρόνο των Λομβαρδών τον διαδέχθηκε ο Δεζιδέριος (έγινε, επίσης, Δούκας του Σπολέτο). Ο Αϊστούλφος είχε προηγουμένως δώσει το πόστο της Φριουλίας στον γαμπρό του τον Ανσέλμο, ηγούμενο της Νοναντόλας και σύζυγο της αδελφής του της Γισαλτρούδας την οποία είχε παντρευτεί στα 749. [1]