Βάντα Γκερτς | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Wanda Gertz (Πολωνικά) |
Γέννηση | 13 Απριλίου 1896[1] Βαρσοβία |
Θάνατος | 10 Νοεμβρίου 1958 Λονδίνο |
Τόπος ταφής | Στρατιωτικό Κοιμητήριο Ποβόνσκι |
Χώρα πολιτογράφησης | Πολωνία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Πολωνικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Βαθμός/στρατός | Ταγματάρχης/Υπηρεσία για τη Νίκη της Πολωνίας και Πολωνικός Εσωτερικός Στρατός |
Πόλεμοι/μάχες | Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Ιππότης του Τάγματος της Αναγέννησης της Πολωνίας Σταυρός της Ανεξαρτησίας με Ξίφη[2] Αργυρός Σταυρός του Τάγματος Στρατιωτικής Αξίας της Πολωνίας[3] Χρυσός Σταυρός της Αξίας[4] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Ταγματάρχης Βάντα Γκερτς (Wanda Gertz) (13 Απριλίου 1896 - 10 Νοεμβρίου 1958) ήταν Πολωνή ευγενούς καταγωγής, η οποία ξεκίνησε τη στρατιωτική της σταδιοδρομία στις Πολωνικές Λεγεώνες κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ντυμένη ως άντρας, με το ψευδώνυμο «Καζίμιες "Κάζικ" Ζουχόβιτς» («Kazimierz "Kazik" Żuchowicz»). Στη συνέχεια υπηρέτησε στην Ochotnicza Legia Kobiet (Λεγεώνα Εθελοντών Γυναικών) των Πολωνικών Ένοπλων Δυνάμεων κατά τη διάρκεια του Πολωνο-Σοβιετικού Πολέμου. Κατά την περίοδο του μεσοπολέμου έγινε εφεδρικός αξιωματικός αλλά αντιμετώπισε διακρίσεις και τις αφαιρέθηκε το αξίωμα του αξιωματικού. Συνεργάστηκε στενά με τον Στρατάρχη Γιούζεφ Πιουσούτσκι και παρέμεινε ακτιβίστρια στο σκοπό των γυναικών στο στρατό.
Με το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η εμπειρία και οι δεξιότητές της σε Ειδικές Επιχειρήσεις αναγνωρίστηκαν τελικά από στρατιωτικούς και έχοντας ενταχθεί στην αντίσταση το 1939 με το κωδικό όνομα «Λένα», έγινε αξιωματικός και διοικητής ενός τάγματος αποκλειστικά γυναικών στο Εσωτερικό Στρατό.[5] Απονεμήθηκε με την υψηλότερη πολωνική στρατιωτική τιμή, μια μοναδική σπανιότητα για οποιαδήποτε γυναίκα της γενιάς της.
Γεννήθηκε ως Βάντα Γκερτς φον Σχλις στη Βαρσοβία, από τη Φλορεντίνα και τον Γιαν Γκερτς φον Σχλις. Η οικογένειά της καταγόταν από τη Σαξονία, αλλά είχε εγκατασταθεί στην Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία κατά τον δέκατο όγδοο αιώνα, ενώ η Οίκος των Βέττιν κατείχε τον πολωνικό θρόνο. Ο πατέρας της Γκερτς πολέμησε στην Ιανουαριανή Εξέγερση του 1863-64 και η Γκερτς μεγάλωσε ακούγοντας τις ιστορίες του πατέρα της και των συντρόφων του. Χρόνια αργότερα έγραψε:
Το 1913, η Γκερτς ολοκλήρωσε το Γυμνάσιο Kuzienkowa στη Βαρσοβία. Στη συνέχεια εκπαιδεύτηκε στην τήρηση βιβλίων στο Εμπορικό Επιμελητήριο της Βαρσοβίας.[7] Ενώ ήταν ακόμη στο σχολείο, είχε ενταχθεί στην 4η ομάδα της Εμίλια Πλάτερ των τότε παράνομων Κοριτσιών Ανιχνευτών και Οδηγών. Μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, προσχώρησε στην Konfederacja Polska (Πολωνική Συνομοσπονδία), μια εθνική οργάνωση λόμπι για την ανεξαρτησία. Η Γκερτς διένεμε πολιτικά φυλλάδια και έφτιαχνε ρούχα για αιχμαλώτους πολέμου. Στη συνέχεια προσχώρησε στο 4ο Τάγμα της Βαρσοβίας, αλλά τον Αύγουστο του 1915 αφού το Τάγμα είχε απορροφηθεί στην 1η Ταξιαρχία της Πολωνικής Λεγεώνας, απαγορεύτηκε στις γυναίκες να υπηρετήσουν στην πρώτη γραμμή.[6]
Έχοντας κόψει τα μαλλιά της και ντυμένη με ανδρικά ρούχα, η Γκερτς παρουσιάστηκε σε γραφείο στρατολόγησης της Πολωνικής Λεγεώνας ως «Καζίμιες Ζουχόβιτς». Όλα πήγαν καλά μέχρι τον ιατρικό έλεγχο. Ωστόσο, ένας συμπονετικός ιατρός υποσχέθηκε να τη βοηθήσει, και την ανέθεσε να υπηρετήσει σε ιατρικό τάγμα. Μετά από μερικές εβδομάδες, ο «Κάζικ» ανατέθηκε σε μια μονάδα πυροβολικού, υπηρετώντας εκεί για έξι μήνες και βλέποντας δράση κατά τη διάρκεια της επίθεσης του Μπρουσίλοφ. Καθώς ήταν ιππέας, μπόρεσε να υπηρετήσει σε μια διμοιρία σημάτων. Αφού επέστρεψε στη Βαρσοβία το 1917, μετά την κρίση του όρμου, η Γκερτς εντάχθηκε στο γυναικείο παράρτημα της μυστικής Πολωνικής Στρατιωτικής Οργάνωσης (Polska Organizacja Wojskowa).[6]
Στις 8 Δεκεμβρίου 1917, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στην Πλατεία Σωτήρος (Plac Zbawiciela) στη Βαρσοβία, η Γκερτς συνελήφθη και καταδικάστηκε σε έξι μήνες φυλάκιση, αλλά έχοντας καταβάλει εγγύηση, απελευθερώθηκε μετά από μερικές εβδομάδες. Μετά την απελευθέρωσή της, εργάστηκε ως αγγελιαφόρος και ασχολήθηκε με τον αφοπλισμό των γερμανικών στρατευμάτων το Νοέμβριο του 1918. Τον Δεκέμβριο του 1918, η Πολωνία κέρδισε τελικά την ανεξαρτησία της και η Γκερτς προσχώρησε στην Λαϊκή Πολιτοφυλακή και τοποθετήθηκε στο τμήμα εξοπλισμών τον Μάρτιο του 1919.[6]
Τον Απρίλιο του 1919, αμέσως μετά το ξέσπασμα του Πολωνο-Σοβιετικού πολέμου, η Γκερτς στρατολογήθηκε στον Πολωνικό Στρατό και τοποθετήθηκε στην 1η Μεραρχία Λιθουανίας-Λευκορωσίας. Τον Σεπτέμβριο του 1919, διορίστηκε διοικητής της 2η Λεγεώνας Εθελοντών Γυναικών στο Βίλνιους. Οι Γυναικείες Λεγεώνες έπαιξαν βοηθητικό ρόλο, συνήθως ασχολούνταν μόνο με καθήκοντα φύλαξης, αλλά κατά τη διάρκεια της μάχης για το Βίλνιους, η 2η Λεγεώνα είδε δράση στο μέτωπο, βοηθώντας στην καταπολέμηση των επιθέσεων του Τάγματος Ιππικού του Χάικ Μπζισκιάν. Στο βαθμό του υπολοχαγού στον οποίον προβιβάστηκε η Γκερτς το 1920, απονεμήθηκε με το μετάλλιο του Τάγματος Στρατιωτικής Αξίας της Πολωνίας.[6]
Στο τέλος του πολέμου το 1921, ο Γκερτς αποστρατεύτηκε και μετακινήθηκε στις εφεδρικές δυνάμεις. Το 1922 η θέση του υπολοχαγού της «αφαιρέθηκε» με το επιχείρημα ότι δεν υπήρχε νομική βάση για μια γυναίκα στις Πολωνικές Ένοπλες Δυνάμεις να κατέχει το βαθμό του αξιωματικού. Εργάστηκε για μια μηχανολογική επιχείρηση,την Koncern Maszynowy SA από το 1923 και μετά το Πραξικόπημα του Μαΐου του 1926, έγινε Επικεφαλής του Προσωπικού στο γραφείο του Γιούζεφ Πιουσούτσκι, ο οποίος ήταν τότε Γενικός Επιθεωρητής των Ενόπλων Δυνάμεων. Το 1928 η Γκερτς έγινε ένα από τα πρώτα 13 μέλη της Przysposobienie Wojskowe Kobiet (Στρατιωτική Εκπαίδευση Γυναικών) όπου υπηρέτησε ως εκπαιδεύτρια. Μετά το θάνατο του Πιουσούτσκι το 1935, ίδρυσε το Μουσείο Μπελβέντερ, όπου παρέμεινε σε διαχειριστικό ρόλο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1939. Ο ελεύθερος χρόνος της αφιερώθηκε σε άλλες στρατιωτικές δραστηριότητες. Το 1938 έγινε ταμίας της Ομοσπονδίας Πολωνικών Ενώσεων των Υπερασπιστών της Πατρίδας.[6]
Λίγο μετά το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τον Σεπτέμβριο του 1939, η Γκερτς ήταν μία από τις πρώτες γυναίκες που συμμετείχαν στο κίνημα της αντίστασης, Υπηρεσία για τη Νίκη της Πολωνίας (Służba Zwycięstwu Polski - SZP), η οποία λειτουργούσε με τον κωδικό όνομα «Λένα».[8] Οργάνωσε μυστικές επικοινωνίες, ενήργησε ως αγγελιαφόρος και ήταν βοηθός του διοικητή του τάγματος, Στανίσουαφ Κοζάρσκι. Τον Απρίλιο του 1942, η Γκερτς διατάχθηκε να δημιουργήσει και να διοικήσει μια νέα μονάδα, την Dywersja i Sabotaż Kobiet - "oddział Dysk" (Γυναικεία Μονάδα Αντιπερισπασμού και Σαμποτάζ), ως μέρος του Kedyw. Τα μέλη του πραγματοποίησαν επιθέσεις σε γερμανικό στρατιωτικό προσωπικό, αεροδρόμια, τρένα και γέφυρες. Η Γκερτς φαίνεται να ήταν σκεπτική για την προγραμματισμένη Εξέγερση της Βαρσοβίας και απαγόρευσε στα μέλη της ομάδας της να συμμετέχουν, αν και πολλοί το έκαναν έτσι κι αλλιώς.[6] Προήχθη στο βαθμό του ταγματάρχη το Σεπτέμβριο του 1944.[7]
Η Γκερτς συνελήφθη μετά την εξέγερση, ακόμα γνωστή ως Ταγματάρχης Κάζικ και κρατήθηκε ως αιχμάλωτος πολέμου και αναγνωρίστηκε από τους Γερμανούς ως διοικητής άλλων 2.000 γυναικών μαχητριών που είχαν επιζήσει. Πέρασε από στρατόπεδα στο Οζάρουφ Μαζοβέτσκι, στο Λάμσντορφ και στο Μύλμπεργκ, και τελικά στα τέλη του 1944 έφτασε στο Μόλσντορφ, διατηρώντας παράλληλα τη διοίκηση και το σεβασμό μεταξύ των συναδέλφων της αιχμαλώτων πολέμου.[6] Στις 5 Απριλίου 1945, οι αιχμάλωτοι πολέμου του Μόλσντορφ βάδισαν στο κοντινό Μπλάνκενχαϊν,[9] προτού τελικά απελευθερωθούν στις 13 Μαΐου 1945 από στρατεύματα του 89ου Τμήματος Πεζικού των Ηνωμένων Πολιτειών.[10]
Ως μέρος των συμμαχικών πολωνικών δυνάμεων στη Γερμανία υπό τη βρετανική διοίκηση, η Γκερτς έφτασε μαζί τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, επιστρέφοντας στην Ευρώπη μετά την παράδοση των Γερμανών για να υπηρετήσει ως επιθεωρητής για τους στρατιώτες του Εσωτερικού Στρατού. Ταξίδεψε σε όλη τη Γερμανία και την Ιταλία για την αναζήτηση εκτοπισμένων Πολωνών γυναικών. Από τον Μάιο του 1946 έως τον Φεβρουάριο του 1949 ήταν μέλος του Πολωνικού Σώματος Επανεγκατάστασης, υπηρετώντας ως Επιθεωρητής Γυναικών Στρατιωτών στο βόρειο τμήμα της Αγγλίας. Το καθήκον της ήταν να τους προετοιμάσει για πολιτική ζωή στη Βρετανία. Μετά την αποστράτευση της, η Γκερτς εργάστηκε σε καντίνα μέχρι τον θάνατό της από καρκίνο στις 10 Νοεμβρίου 1958. Στην κηδεία της παρευρέθηκαν πολλοί βετεράνοι, συμπεριλαμβανομένων της Αλεξάντρα Πιουσούτσκα και των Στρατηγών Μίχαου Καρασέβιτς-Τοκαζέφσκι και Ταντέους Μπουρ-Κομορόφσκι. Το 1960 οι στάχτες της μεταφέρθηκαν στην Πολωνία και θάφτηκαν στο Στρατιωτικό Κοιμητήριο Ποβόνσκι στη Βαρσοβία.[6][11]