Βαλέριος Αντίας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Valerius Antias (Λατινικά) |
Γέννηση | 2ος αιώνας π.Χ. Antium |
Θάνατος | 1ος αιώνας π.Χ. |
Χώρα πολιτογράφησης | Αρχαία Ρώμη |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | λατινική γλώσσα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ιστορικός[1] χρονογράφος[1] συγγραφέας[2] |
Ο Βαλέριος Αντίας (άκμασε τον 1ο αι. π.Χ.) ήταν ένας αρχαίος Ρωμαίος χρονογράφος, τον οποίο ο Τ. Λίβιος αναφέρει ως πηγή. Κανένα πλήρες έργο του δεν έχει επιβιώσει, αλλά από τα εξήντα πέντε αποσπάσματα που λέγονται ότι είναι δικά του στα έργα άλλων συγγραφέων, συμπεραίνουμε ότι έγραψε ένα Χρονικό της αρχαίας Ρώμης σε τουλάχιστον εβδομήντα πέντε βιβλία.[4] Το τελευταίο χρονολογήσιμο γεγονός στα αποσπάσματα είναι η αναφορά των κληρονόμων του ρήτορα Λεύκιου Λικίνιου Κράσσου, ο οποίος απεβίωσε το 91 π.Χ. Από τις εβδομήντα αναφορές στον Αντία στην κλασική (ελληνική και λατινική) λογοτεχνία, εξήντα μία τον αναφέρουν ως αυθεντία στην ρωμαϊκή μυθική ιστορία.
Λίγα μπορούμε να συμπεράνουμε για τη ζωή του Βαλέριου Αντία. Οι ιστορικοί υποθέτουν ότι η οικογένειά του ήταν οι Βαλέριοι Αντιάτες, ένας κλάδο του γένους των Βαλερίων, που κατοικούσε (τουλάχιστον από τις πρώιμες δημοκρατικές εποχές) στις γύρω περιοχές του Άντιου. Μπορεί να ήταν απόγονος του Λεύκιου Βαλέριου Αντία.[5]
Ήταν πιθανώς νεότερος από τους σύγχρονους του Κόιντου Κλαύδιου Κουαδριγάριου και έζησε στην εποχή του Σύλλα. Ωστόσο ορισμένοι μελετητές το αμφισβητούν, υποστηρίζοντας ότι έζησε αργότερα (ίσως σύγχρονος του Ιουλίου Καίσαρα) και έγραψε το έργο του μετά το 50 π.Χ., επειδή ο Κικέρων δεν τον περιλαμβάνει σε κατάλογο ιστορικών στο ΠΕρί Νόμων (De Legibus). Ο Αντίας θεωρήθηκε ο πιο σημαντικός από τους νεότερους χρονογράφους.
Το σχεδόν τελείως χαμένο έργο του Αντία -που αναφέρεται ως Χρονικά (annales) ή Ιστορίες (historiae)- ξεκίνησε την αφήγησή του για τη ρωμαϊκή ιστορία με την ίδρυση της Ρώμης, και επεκτείνεται τουλάχιστον μέχρι το έτος 91 π.Χ. Το 2ο βιβλίο ανέφερε για τον θρυλικό Ρωμαίο βασιλιά Νουμά Πομπίλιο, το 22ο βιβλίο για την παραίτηση του Γάιου Οστίλιου Μανκίνου το 136 π.Χ. (αυτό το γεγονός αναφέρει ο Λίβιος μόνο στο 55ο βιβλίο της ιστορίας του). Επομένως, τα προηγούμενα χρόνια αναφέρονται πολύ πιο σύντομα από την σύγχρονη ιστορία του συγγραφέα.
Το έργο του Αντία δεν ήταν πολύ αξιόπιστο. Ο Λίβιος επικρίνει τον υπερβολικό αριθμό των σκοτωμένων και των αιχμαλώτων εχθρών τους στους Ρωμαίους πολέμους. Μερικές φορές φαίνεται να έχει ακόμη και εφεύρει μάχες.[6] Αλλά μερικές φορές έδινε επίσης σωστές τιμές, γεγονός που μπορεί να συναχθεί από σύγκριση με ορισμένες τιμές που δίνει ο Πολύβιος.
Η αναφορά του Αντία για κάθε χρόνο περιελάμβανε την κατανομή στρατευμάτων και επαρχιών, σημαντικούς οιωνούς, μάχες, ίδρυση νέων αποικιών, κλπ. Στο τέλος της περιγραφής κάθε έτους ανέφερε για θεάματα, εγκαινιάσεις ναών και άλλες ειδήσεις, ιδίως για γεγονότα στην πόλη της Ρώμης. Υπό την επιρροή της ελληνιστικής ιστορογραφίας, ο Αντίας αναφέρει τις ιστορίες του πολύ μακροσκελείς και γεμάτες συναίσθημα, για να ψυχαγωγήσει τους αναγνώστες του. Ποικίλλει τις περισσότερες από τις σύντομες αφηγήσεις των παλαιότερων ιστορικών με δραματικές λεπτομέρειες, και επίσης αναφέρει θρύλους και θαύματα. Πλαστογραφεί την αναφορά σχετικά με τις δίκες των αδελφών Σκιπιώνων (σύγκρινε με τον Λίβιο 38 . 50-60) και φαίνεται να εφευρίσκει υψηλά αξιώματα και πράξεις μελών τού γένους του, των Βαλερίων, που ζούσαν στην πρώιμη Ρωμαϊκή δημοκρατία, επειδή δεν υπήρχαν αξιόπιστες πηγές γι' αυτούς τους πρώιμους χρόνους, οι οποίες θα μπορούσαν να διαψεύδουν τους ισχυρισμούς του. Ο Αντίας έδωσε μια λογική αφήγηση για την ανακάλυψη των θηκών με τα βιβλία του βασιλιά Nουμά, επειδή αναφέρει ότι βρέθηκαν μετά από βροχή, και όχι από ανασκαφή, όπως λέει η παλαιότερη παράδοση.
Το ύφος του Αντία ήταν απλό, αλλά όχι αρχαίο, και ο Μάρκος Κορνήλιος Φρόντο (Εpistel ad Verus 1, 1, σ. 134, 2η έκδοση του Van den Hout) κρίνει τη γλώσσα και το στυλ του ως μη ελκυστικό (invenuste). Ως εκ τούτου, σπάνια αναφέρεται κυριολεκτικά από τους μεταγενέστερους γραμματικούς.[7]
Η μακροχρόνια άποψη, για την επιρροή του Αντία στον Λίβιο, βασίστηκε κυρίως στα πρώτα βιβλία από τα βιβλία 1-10 του Ab Urbe Condita Libri, τη θρυλική ιστορία της Ρώμης. Για να διευκρινίσει αυτή την πιθανή επιρροή, ο Α. Α. Χάουαρντ συνέκρινε κάθε ένα από τα αποσπάσματα του Αντία με την ισοδύναμη ιστορία στο Λίβιου. Συμπέρανε ότι δεν υπάρχει καμία απόδειξη τέτοιας επιρροής στα πρώτα δέκα βιβλία. Από τα είκοσι αποσπάσματα που εμπίπτουν στην περίοδο, ο Λίβιος δεν χρησιμοποιεί κανένα, είτε παραλείποντας τις πληροφορίες, είτε διαφωνώντας ρητά με αυτές. Ο Χάουαρντ λέει: [8]
"Το επιχείρημα ότι ο Λίβιος χρησιμοποίησε ελεύθερα τον Αντία και τον αναφέρει μόνο σε περίπτωση διαφωνίας είναι απολύτως αβάσιμο, διότι έχουμε δει δεκατέσσερις συγκεκριμένες περιπτώσεις στις οποίες, αν και ο Λίβιος δεν τον αναφέρει, δεν συμφωνεί με τις δηλώσεις του, όπως τις γνωρίζουμε από άλλες πηγές, ή τις αγνοεί απολύτως...."
Για παράδειγμα, στο απόσπ. 1 η Άκκα Λαρεντία άφησε την περιουσία της στον Ρομύλο. Η Λίβιος δεν το αναφέρει. Το απόσπ. 3 αναφέρει ότι ακριβώς 527 Γυναίκες Σαμβίνες απαγάγηκαν.[6] Η Λίβιος λέει ότι ο αριθμός τους ήταν μεγαλύτερος από 30, και ούτω καθεξής. Για ολόκληρη την περίοδο που καλύπτεται από τον Λίβιο, 33 αποσπ. του Άντιου προέρχονται από τον Λίβιο.[9] Διαφωνεί με έξι από αυτά, επικρίνει ένδεκα άλλα, παραθέτει τον Αντία σε διαφωνία με δέκα, και συμφωνεί -αλλά αργότερα αρνείται- δύο. Ο Χάουαρντ καταλήγει απαξιωτικά ότι:
"Τέτοια είναι τα στοιχεία, που ζητείται να πιστέψουμε ότι ο Αντίας ήταν η πηγή σημαντικών μερών της ιστορίας τού Λίβιου, και ότι ο Λίβιος ακολούθησε τυφλά, τουλάχιστον στο αρχικό μέρος τού έργου του".