Η βηταμεθαζόνη είναι στεροειδές φάρμακο.[1] Χρησιμοποιείται για πολλές ασθένειες περιλαμβάνοντας ρευματικές διαταραχές όπως τη ρευματοειδή αρθρίτιδα και το συστηματικό ερυθηματώδη λύκο, δερματικές παθήσεις όπως τη δερματίτιδα και την ψωρίαση, αλλεργικές παθήσεις όπως το άσθμα και το αγγειοοίδημα· τον πρόωρο τοκετό για την επιτάχυνση της ανάπτυξης των πνευμόνων του μωρού, τη νόσο του Κρον, καρκίνους όπως λευχαιμία, και μαζί με τη φθοριοϋδροκορτιζόνη για την επινεφριδιακή ανεπάρκεια, μεταξύ άλλων.[1] Μπορεί να ληφθεί από το στόμα, να εγχυθεί σε μυ, ή να εφαρμοστεί ως κρέμα.[1][2] Όταν χορηγείται με ένεση, τα αντιφλεγμονώδη αποτελέσματα αρχίζουν σε περίπου δύο ώρες και διαρκούν επτά ημέρες.[1]
Οι σοβαρές παρενέργειες περιλαμβάνουν αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης, μυϊκή αδυναμία, σοβαρές αλλεργικές αντιδράσεις και ψύχωση.[1] Η μακροχρόνια χρήση μπορεί να προκαλέσει ανεπάρκεια των επινεφριδίων.[1] Η ξαφνική διακοπή του φαρμάκου ύστερα από μακροχρόνια χρήση μπορεί να είναι επικίνδυνη.[1] Η κρέμα έχει συχνά ως αποτέλεσμα την αυξημένη ανάπτυξη τριχών και ερεθισμό του δέρματος.[2] Η βηταμεθαζόνη ανήκει στην κατηγορία των γλυκοκορτικοειδών φαρμάκων.[1]
Η βηταμεθαζόνη πατενταρίστηκε το 1958 και εγκρίθηκε για ιατρική χρήση στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1961.[1][3] Η κρέμα βρίσκεται στον Κατάλογο των Βασικών Φαρμάκων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, από τα αποτελεσματικότερα και ασφαλέστερα φάρμακα που χρειάζονται σε ένα σύστημα υγείας.[4] Διατίθεται ως γενόσημο φάρμακο.[1] Στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα χάπια και τα ενέσιμα διαλύματα είναι ακριβότερα από την κρέμα.[5]