Βιλιμπάλντ Αλέξις | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Willibald Alexis (Γερμανικά) |
Γέννηση | 29 Ιουνίου 1798[1][2][3] Βρότσλαβ[4] |
Θάνατος | 16 Δεκεμβρίου 1871[1][2][3] ή 1871[5] Άρνστατ[6] |
Τόπος ταφής | Θουριγγία |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Πρωσίας |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[2] |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο Χούμπολτ Πανεπιστήμιο του Βρότσουαφ |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ποιητής συγγραφέας[7][5] ποιητής-νομικός δημοσιογράφος κριτικός λογοτεχνίας[8] συνθέτης ενορχηστρωτής |
Υπογραφή | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Βιλιμπάλντ Αλέξις (Willibald Alexis) ήταν το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Γερμανού συγγραφέα ιστορικών μυθιστορημάτων Γκέοργκ Βίλχελμ Χάινριχ Χαίρινγκ (γερμανικά: Georg Wilhelm Heinrich Häring· 29 Ιουνίου 1798 - 16 Δεκεμβρίου 1871).
Ο συγγραφέας γεννήθηκε στο Μπρέσλαου της Σιλεσίας, το σημερινό Βρότσουαφ στην Πολωνία. Ο πατέρας του καταγόταν από οικογένεια Ουγενότων από τη Βρετάνη με το επώνυμο Harenc και κατείχε υψηλή θέση στο Υπουργείο Πολέμου της Πρωσίας. Ο Γκέοργκ μαθήτευσε στο Γυμνάσιο Βέρντερσε (Werdersche Gymnasium) του Βερολίνου και κατόπιν κατατάχθηκε εθελοντής στον Πόλεμο του Έβδομου Συνασπισμού, συμμετέχοντας στις πολιορκίες των φρουρίων των Αρδεννών. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, σπούδασε νομική στα Πανεπιστήμια του Βερολίνου και του Μπρέσλαου. Μετά διορίσθηκε εισηγητής στο Εφετείο του Βερολίνου, αλλά σύντομα εγκατέλειψε τη θέση αυτή προκειμένου να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Παρέμεινε πάντως στο Βερολίνο και από το 1827 μέχρι το 1835 ήταν ο συντάκτης του εντύπου Berliner Konversationsblatt, τα πρώτα δύο χρόνια με τη βοήθεια του Φρίντριχ Κρίστοφ Φέρστερ (1791-1868). Το 1828 πήρε διδακτορικό από το Πανεπιστήμιο του Χάλε. Το 1852 αποσύρθηκε στο Άρνστατ της Θουριγγίας όπου απεβίωσε[9] σε ηλικία 73 ετών, έχοντας προσβληθεί από το 1857 από κάποια χρόνια νόσο, η οποία τον υποχρέωσε σε ακούσια αδράνεια.
Ο Αλέξις έγινε αρχικώς γνωστός γράφοντας ποίηση, ένα ειδύλλιο σε εξάμετρο στίχο με τίτλο Die Treibjagd (1820). Συνέγραψε και αρκετά διηγήματα, αυτά όμως δεν βρήκαν ανταπόκριση. Στη συνέχεια εδραίωσε τη φήμη του με το ιστορικό μυθιστόρημα Walladmor (1823), στην πραγματικότητα, όπως αναγραφόταν και στην πρώτη σελίδα, μια «ελεύθερη μετάφραση από την αγγλική του σερ Γουόλτερ Σκοτ με πρόλογο του Βιλιμπάλντ Αλέξις». Το έργο έγινε αμέσως δημοφιλές και μεταφράσθηκε σε αρκετές γλώσσες.[10]
Ακολούθησε το Schloss Avalon (1827), στο ίδιο ύφος και με την ίδια επιτυχία. Λίγο αργότερα ο Αλέξις δημοσίευσε αρκετά διηγήματα (Gesammelte Novellen σε 4 τόμους, 1830-1831), αυτή τη φορά με επιτυχία, καθώς και ταξιδιωτική λογοτεχνία. Από εκεί και πέρα επικεντρώθηκε στο μυθιστόρημα: με τα Das Haus Dusterweg (1835) και Zwölf Nächte (1838) έδειξε μια κλίση προς την προοδευτική σχολή της «Νεαρής Γερμανίας», ενώ το Cabanis (1832), μια ιστορία της εποχής του Μεγάλου Φρειδερίκου, είναι πατριωτικό ιστορικό έργο, με το οποίο και πήρε το προσωνύμιο «der Märkische Walter Scott».[11]
Αρχίζοντας από το 1840, ο Αλέξις δημοσίευσε μια σειρά ρομαντικών μυθιστορημάτων που το καθένα ήταν τοποθετημένο σε κάποια περίοδο της ιστορίας του Βραδεμβούργου. Το Der Werwulf είναι τοποθετημένο την εποχή του Μαρτίνου Λούθηρου και της Μεταρρύθμισης. Το 1840 κυκλοφόρησε το ιστορικό μυθιστόρημα Der Roland von Berlin[11], το οποίο απετέλεσε τη βάση για την ομώνυμη τετράπρακτη όπερα (1904) του Ρουτζέρο Λεονκαβάλο. Τα επόμενα μυθιστορήματα ήταν τα Der falsche Woldemar (1842), Die Hosen des Herrn von Bredow (1846-1848), Ruhe ist die erste Bürgerpflicht (= «Η ηρεμία είναι το πρώτο καθήκον του πολίτη», 1852), Isegrimm (1854) και Dorothe (1856).[11]
Ο Αλέξις δημιούργησε «όνομα» και στο πεδίο της εγκληματολογίας, αρχίζοντας από το 1842 μαζί με τον εκδότη Γιούλιους Έντουαρντ Χίτσιχ τη δημοσίευση των Der neue Pitaval (36 τόμοι, Λειψία 1842-1865. Νεότερη έκδοση: 24 τόμοι, Λειψία 1866-1891), μια συλλογή ανέκδοτων έως τότε περιγραφών δικών συλλεγμένων από όλες τις χώρες και όλες τις εποχές.[11]