Το Βιμάνα (Vimāna) είναι μυθολογικό ιπτάμενο παλάτι ή άμαξα η οποία περιγράφεται σε Ινδουιστικά κείμενα και Σανσκριτικά επικά ποιήματα. Το Βιμάνα Πουσπάκα (Pushpaka) του δαιμονικού βασιλιά Ραβάνα (η οποία εκλάπη από τον Λόρδο Κουμπέρα, και επεστράφη σε αυτόν από τον Ράμα) είναι το πιο γνωστό δείγμα βιμάνα. Τα Βιμάνα αναφέρονται επίσης σε Τζαϊνιστικά κείμενα.
Η Σανσκριτική λέξη vi-māna (विमान) σημαίνει «μετρώ, διασχίζω» ή «έχω μετρηθεί». Ο Μονιέρ Μονιέρ-Ουίλιαμς περιγράφει το Βιμάνα ως «άμαξα ή άρμα των θεών, κάθε μυθικό αυτοκινούμενο εναέριο όχημα το οποίο μερικές φορές λειτουργεί ως θέση ή θρόνος, μερικές φορές κινούμενο μόνο του μεταφέρει τον κάτοχο του μέσω αέρος. Άλλες αναφορές περιγράφουν το Βιμάνα ως οικία ή παλάτι, και ένα είδος της λέγεται πως έχει ύψος επτά ορόφων», και παραθέτει το Βιμάνα Πουσπάκα του Ραβάνα ως παράδειγμα. Ίσως δηλώνει οποιαδήποτε άμαξα ή όχημα, ειδικά ένα νεκροκρέβατο ή ένα πλοίο καθώς και ένα αυτοκρατορικό παλάτι, ειδικά με επτά ορόφους.[1] Σε μερικές σύγχρονες Ινδικές γλώσσες όπως η Τελούγκου, η λέξη vimana σημαίνει «αεροσκάφος», για παράδειγμα στις πόλες Βιμαναπούρα (προάστιο της Μπανγκαλόρ) και Βιμανναγκάρ, πόλη στο Πούνε. Σε μια διαφορετική προσέγγιση, Βιμάνα είναι λεπτομέρεια στην αρχιτεκτονική των Ινδουιστικών ναών.
Οι προκάτοχοι των ιπτάμενων βιμάνα των Σανσκριτικών επικών ποιημάτων είναι τα ιπτάμενα άρματα που χρησιμοποιούσαν διάφορι θεοί στις Βέδες: ο Ήλιος (άρμα του Ήλιου), η Ίντρα και πολλές άλλες Βεδικές θεότητες μεταφέρονται από ιπτάμενα άρματα με τροχούς που έλκονται από ζώα, συνήθως άλογα.
Οι παρούσες εκδόσεις της Ριγκβέντα δεν αναφέρονται στα Βιμάνα, αλλά οι στίχοι RV 1.164.47-48 έχουν θεωρηθεί ως αποδεικτικά στοιχεία της ιδέας των «μηχανικών πτηνών»[2]:
Ο Σουάμι Νταγιανάντα Σαρασβάτι μετέφρασε αυτούς τους στίχους ώστε να σημαίνουν:
Στη Ραμαγιάνα, το βιμάνα πουσπάκα («ανθηρή») του Ραβάνα περιγράφεται ως ακολούθως:
Αποτελεί το πρώτο ιπτάμενο βιμάνα που αναφέρεται στα υφιστάμενα κείμενα της Ινδικής μυθολογίας (σε αντιδιαστολή με τα σχεδιασμένα ιπτάμενα άρματα αλόγων των θεών).
Το πουσπάκα κατασκευάστηκε αρχικά από τον Βισουακάρμα για τον Βράχμα, τον θεό της δημιουργίας της Ινδουιστικής θρησκείας. Αργότερα ο Βράχμα την έδωσε στον Κουμπέρα, τον Θεό του πλούτου, αλλά αργότερα εκλάπη, μαζί με το Λάνκα, από τον ετεροθαλή αδελφό του, βασιλιά Ραβάνα.[5]
Το Vimāna-vāsin ('κάτοικος στην vimāna') είναι τάξη θεοτήτων που υπηρέτησαν τον tīrthaṃkara Mahā-vīra.[6] Αυτές οι θεότητες της κατοικούν στους παραδείσους Ούρντβα Λόκα (Ūrdhva Loka).
Σύμφωνα με το Κάλπα Σούτρα (Kalpa Sūtra) του Μπάντρα-μπάχου (Bhadra-bāhu), ο 24ος tīrthaṃkara Mahā-vīra αναδύθηκε από τη μεγάλη vimāna Puṣpa-uttara,[7] ενώ ο 22ος tīrthaṃkara Ariṣṭa-nemi αναδύθηκε από τη μεγάλη vimāna Aparijita.[8]
Και οι δύο, οι tīrthaṃkara-s Abhinandana (4ος) και Sumati-nātha (5ος)[9] ταξίδεψαν στον αέρα με το "Jayanta-vimāna", ήτοι τη μεγάλη βιμάνα Σάρβα-άρθα-σίντι (Sarva-artha-siddhi), η οποία ανήκε[10] στις θεότητες Τζαγιάντα. Ενώ ο tīrthaṃkara Dharma-nātha (15ος) ταξίδεψε στον αέρα με το βιμάνα Βιτζάγια (Vijaya-vimāna).[11] Ένα βιμάνα μπορεί να είναι μέρος ενός ονείρου, όπως το nalinī-gulma.[12][13]
Το Vaimānika Shāstra είναι Σανσκριτικό κείμενο αεροναυτικής των αρχών του 20ού αιώνα, που θεωρήθηκε σύμφωνα με τους ισχυρισμούς ψυχική διαμεσότητα (μέντιουμ), σχετικά με την κατασκευή των βιμάνα, των «αρμάτων των Θεών». Το κείμενο ανακαλύφθηκε το 1952 από τον Τζ. Ρ. Τζόσιερ, και σύμφωνα με αυτόν το κείμενο γράφτηκε από τον Πάντιτ Σουμπαράγια Σάστρι, την περίοδο 1918–1923. Μετάφραση στα Ινδικά δημοσιεύτηκε το 1959, και το Σανσκριτικό κείμενο με Αγγλική μετάφραση το 1973. Έχει 3000 στίχους (shloka) σε 8 κεφάλαια. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς ο Σουμπαράγια Σάστρι δήλωσε πως το περιεχόμενο υπαγορεύθηκε σε αυτόν από τον Μαχαρίσι Μπαραντβάγια (Maharishi Bharadvaja) (ο οποίος θεωρείται πως έζησε τουλάχιστον 10.000 χρόνια πριν).[15] Μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 1974 από αεροναυπηγικούς και μηχανολόγους μηχανικούς του Ινδικού Ινστιτούτου Επιστημών της Μπανγκαλόρ κατέληξε στο συμπέρασμα πως το αεροσκάφος που περιγράφεται στο κείμενο ήταν μία «κακή επινόηση» και πως ο συγγραφέας είχε πλήρη έλλειψη κατανόησης τηε αεροναυτικής.[16]