Ο Βοιωτάρχης ήταν ο επικεφαλής της κάθε βοιωτικής πόλης στο κοινό των Βοιωτών. Οι Βοιωτάρχες ασκούσαν την στρατιωτική εξουσία σε περίοδο πολέμου. Αρχηγός όλων των Βοιωταρχών ήταν ο εκπρόσωπος της Θήβας. Κάθε πόλη εξέλεγε έναν Βοιωτάρχη που είχε θητεία ένα έτος, με εξαίρεση την Θήβα που εξέλεγε δύο. Στο κοινό αντιπροσωπεύονταν οι μεγάλες πόλεις που αποτελούσαν κέντρα των Βοιωτικων κρατιδίων. Οι μικρότερες αντιπροσωπεύονταν μέσω των πόλεων στις οποίες ανήκαν.[1] Ο αριθμός των Βοιωταρχών άλλαζε, ανάλογα με τον αριθμό των πόλεων που είχαν την δύναμη να εκπροσωπηθούν. Για πρώτη φορά αναφέρονται οι Βοιωτάρχες στην μάχη των Πλαταιών.[2]