![]() ![]() | ||
![]() | ||
Προσωπικά στοιχεία | ||
Ψευδώνυμο | Екатерина Великая (Αικατερίνη η Μεγάλη) | |
Εθνικότητα | Ρωσική | |
Υπηκοότητα | Ρωσική | |
Ημερ. γέννησης | 17 Οκτωβρίου 1980 | |
Τόπος γέννησης | Τσελιάμπινσκ, Σοβιετική Ένωση | |
Ύψος | 2,05 μέτρα | |
Θέση | Διαγώνιος | |
Άλμα καρφιού | 3,50 μ. | |
Άλμα μπλοκ | 3,30 μ. | |
Σύλλογοι | ||
(1996–1998)![]() (1998–2000) ![]() (2000–2003) | ||
Εθνική ομάδα | ||
![]() |
Πίνακας μεταλλίων | ||
---|---|---|
Ολυμπιακοί Αγώνες | ||
Αργυρό | 2000 Σίδνεϊ | Εθνική Ρωσίας |
Αργυρό | 2004 Αθήνα | Εθνική Ρωσίας |
Η Γεκατερίνα Αλεξάντροβνα Γκάμοβα (ρωσικά: Екатерина Александровна Гамова, γεννήθηκε 17 Οκτωβρίου 1980) είναι Ρωσίδα πρώην παίκτρια της πετοσφαίρισης. Μία από τις κορυφαίες του αθλήματος όλων των εποχών,[1] ήταν μέλος της εθνικής Ρωσίας η οποία κέρδισε τα χρυσά μετάλλια στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Πετοσφαίρισης Γυναικών του 2006 και του 2010 και το αργυρό μετάλλιο στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004 και του Σίδνεϊ το 2000. Με ύψος 2,05 μέτρα και με μέγεθος ποδιού 49 (ευρωπαϊκό νούμερο), ήταν μία από τις ψηλότερες αθλήτριες στον κόσμο, συχνά αναφερόμενη ως «η βασίλισσα του βόλεϊ».[2][3] Η θέση της ήταν διαγώνια.
Στην ηλικία των 11 ετών, ήταν ήδη πολύ ψηλή - 1,72 μέτρα. Αποφάσισε να επιλέξει το βόλεϊ ως το κύριο άθλημά της, αν και έπαιξε επίσης μπάσκετ και χάντμπολ ταυτόχρονα. Έλαβε την εκπαίδευση της στην αθλητική σχολή της μεταλλουργικής περιοχής της πόλης της Τσελιάμπινσκ. Όταν ήταν 14 χρονών, εντάχθηκε στην ομάδα βόλεϊ της πόλης.[4]
Το 1996 κέρδισε τον πρώτο τίτλο στην καριέρα της - το Κύπελλο Ρωσίας. Αρχικά αγωνιζόταν ως κεντρική μπλοκέρ ή διαγώνιος και το 1998 εντάχθηκε στην ομάδα νέων της Ουράλοτσκα. Τη σεζόν 2000–01, ήταν για πρώτη φορά πρωταθλήτρια Ρωσίας και τρίτη στο Τσάμπιονς Λιγκ. Στους ημιτελικούς του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου που διεξήχθη στο Νίζνι Ταγκίλ, έφερε στην ομάδα 37 βαθμούς, αλλά δεν ήταν αρκετοί για να νικήσει την ιταλική Μόντενα. Ακολούθησαν δύο συνεχόμενοι τίτλοι πρωταθλήματος με την Ουράλοτσκα προτού μεταγραφεί στην Ντιναμό Μόσχας με την οποία κέρδισε τρεις τίτλους πρωταθλήματος το διάστημα 2006–09.[5]
Η Γκάμοβα αγωνίστηκε στη Ντιναμό Μόσχας τη σεζόν 2008–09, με την οποία κέρδισε το Τσάμπιονς Λιγκ της σεζόν και έλαβε το βραβείο της «Κορυφαίας Σκόρερ».[6]
Για τη σεζόν 2009–10, εντάχθηκε στην τουρκική Φενέρμπαχτσε,[7] με την οποία κέρδισε το Πρωτάθλημα Τουρκίας[8] και έφτασε στο Φάινλ Φορ του Τσάμπιονς Λιγκ 2010. Η ομάδα της τερμάτισε στη δεύτερη θέση μετά την ήττα της από τη Βόλεϊ Μπέργκαμο και η ίδια έλαβε το βραβείο της «Κορυφαίας Σκόρερ».[9][10] Την επόμενη χρονιά επέστρεψε στη Ρωσία πάρα τις χαμηλότερες απολαβές του νέου συμβολαίου.[11]
Η Γκάμοβα κέρδισε με την ρωσική Ντιναμό Καζάν το Τσάμπιονς Λιγκ 2013–14, που πραγματοποιήθηκε στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, κερδίζοντας με 3-0 σετ την γηπεδούχο ομάδα Ραμπίτα Μπακού στους ημιτελικούς[12] και με 3–0 σετ την τουρκική ΒακιφΜπάνκ Σ.Κ. στον τελικό.[13] Βραβεύτηκε ως η Πολυτιμότερη Παίκτρια και η Κορυφαία Σκόρερ της διοργάνωσης.[9]
Η Γκάμοβα κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Συλλόγων του 2010, όταν η ομάδα της ηττήθηκε με 3–0 σετ από τη βραζιλιάνικη Οζάσκο Βολεϊμπόλ Κλούμπε στον τελικό αγώνα. Αναδείχθηκε η Καλύτερη Ακραία Διαγώνια και η Πολυτιμότερη Παίκτρια, καθώς και στην Κορυφαία Ομάδα της διοργάνωσης.[14] Με την ομάδα του Καζάν γνώρισε και τις περισσότερες επιτυχίες της κατακτώντας πέντε εθνικά πρωταθλήματα.[2]
Ξεκίνησε τη διεθνή σταδιοδρομία της στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Νεανίδων το 1999 και ήταν η νεότερη παίκτρια της ομάδας στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ το 2000. Το 2001 κέρδισε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα και εμφανίστηκε έξοχα στο Παγκόσμιο Κύπελλο, όπου ήταν η καλύτερη παίκτρια στα μπλοκ και η πιο παραγωγική (102 πόντοι) παίκτρια της διοργάνωσης.[5][9]
Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 2002 σημείωσε 209 πόντους (δεύτερη), ενώ δεύτερη ήταν και στα μπλοκ. Η ρωσική εθνική κατέλαβε την τρίτη θέση. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας, η ηγετική παρουσία και οι αθλητικές, ο χαρακτήρας και η ικανότητές της ήταν ιδιαίτερα πειστικά: Η Γκάμοβα ήταν η πρώτη σκόρερ στο ολυμπιακό τουρνουά με 204 πόντους: 160 στην επίθεση, 31 στο μπλοκ και 13 στο σερβίς. Όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του μπλοκ, ήταν τρίτη.[5]
Τον Νοέμβριο του 2006, η ρωσική ομάδα κέρδισε το Παγκόσμιο Κύπελλο για πρώτη φορά. Στον τελικό αγώνα με αντίπαλο τη Βραζιλία, η Γκάμοβα σημείωσε 28 πόντους, συμπεριλαμβανομένου του τελευταίου που τελείωσε το δραματικό πέμπτο σετ υπέρ της Ρωσίας.
Ήταν μέλος της εθνικής ομάδας της Ρωσίας που κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Γυναικών του 2010, στο οποίο ανακηρύχθηκε η Πολυτιμότερη Παίκτρια της διοργάνωσης.[9][15] Μετά την ήττα στους προημιτελικούς από τη Βραζιλία στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012 δήλωσε ότι θα σταματήσει να αγωνίζεται με την εθνική ομάδα, αλλά συνέχισε να παίζει σε συλλογικό επίπεδο.[16]
Το Μάιο του 2016 ανακοίνωσε θα αποσυρθεί από την αθλητική της καριέρα λόγω τραυματισμού.[17] Ύστερα από αυτήν την ανακοίνωση δεν συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ρίο ντε Τζανέιρο.[18] Στο τελευταίο παιχνίδι της καριέρας της η 36χρονη Γκάμοβα οδήγησε την Ντιναμό Μόσχας στη νίκη με 2–1 σετ επί της Ντιναμό Καζάν, στο εορταστικό παιχνίδι που διεξήχθη μεταξύ των δύο ομάδων στη Μόσχα. Η φανέλα της με το νούμερο 11 αποσύρθηκε από την ομάδα.[2][19] Κατά τη διάρκεια της καριέρας της ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη παίκτρια του αθλήματος στον κόσμο.[20] Κλείνοντας τη σταδιοδρομία της είχε κατακτήσει κατακτήσει 12 τίτλους πρωταθλήματος και πέντε Κυπέλλου, ένα Σούπερ Καπ Τουρκίας, ένα Τσάμπιονς Λιγκ και ένα Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Συλλόγων σε συλλογικό επίπεδο.[5]
Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012 στο Λονδίνο στις 17 Αυγούστου 2012, παντρεύτηκε τον Ρώσο κινηματογραφιστή και παραγωγό Μιχαήλ Μουκασί.[21]
Τίτλοι με συλλογους
Τίτλοι με την εθνική ομάδα
Ατομικές διακρίσεις