Η Ιρλανδία είναι μεγάλο νησί στον βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό, κοντά στη βορειοδυτική ηπειρωτική Ευρώπη, στην οποία και υπάγεται ως μέρος της ευρασιατικής τεκτονικής πλάκας και ευρισκόμενη στην ευρωπαϊκή ηπειρωτική υφαλοκρηπίδα. Τα βασικά γεωγραφικά χαρακτηριστικά της νήσου είναι χαμηλές κεντρικές πεδιάδες που περιβάλλονται από παραλιακά υψώματα. Το υψηλότερο σημείο είναι το Καραντούελ, με υψόμετρο 1.038 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η δυτική ακτογραμμή παρουσιάζει πλούσιο διαμελισμό, με πολλές χερσονήσους, νησίδες, ακρωτήρια και όρμους. Από φυσικής απόψεως η νήσος χωρίζεται σε δύο περίπου ίσα τμήματα από τον ποταμό Σάνον, που με μήκος 360,5 χιλιόμετρα είναι ο μακρύτερος ποταμός όχι μόνο της Ιρλανδίας, αλλά και των Βρετανικών Νήσων γενικότερα. Υπάρχουν μερικές αρκετά μεγάλες λίμνες στη νήσο, που βρίσκονται κατά μήκος ποταμών. Η μεγαλύτερη είναι η Λοχ Νέι, στα βορειοανατολικά.
Από πολιτικής απόψεως, η νήσος χωρίζεται στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, ανεξάρτητο κράτος που καταλαμβάνει περίπου τα πέντε έκτα της Ιρλανδίας, και στη Βόρεια Ιρλανδία, μια από τις τέσσερις συνιστώσες χώρες του Ηνωμένου Βασιλείου. Η Ιρλανδία βρίσκεται στα δυτικά της νήσου της Μεγάλης Βρετανίας και έχει συνολική έκταση 84.421 τετραγωνικά χιλιόμετρα.[1] Από τη Μεγάλη Βρετανία τη χωρίζει η Ιρλανδική θάλασσα, ενώ από την ηπειρωτική Ευρώπη η Κελτική θάλασσα.
Η γεωλογία της Ιρλανδίας εμφανίζει ποικιλία. Διαφορετικές περιοχές χαρακτηρίζονται από πετρώματα διαφορετικών γεωλογικών περιόδων, που φθάνουν σε ηλικία σχεδόν τα δύο δισεκατομμύρια έτη. Συγκεκριμένα, το αρχαιότερο γνωστό πέτρωμα χρονολογείται στο 1,7 δισεκατομμύριο έτη και βρίσκεται στη Χερσόνησο Μούλετ[2], καθώς και στο νησάκι Ινιστραχόλ. Από την άλλη, οι πλέον πρόσφατοι γεωλογικοί σχηματισμοί που δημιουργήθηκαν είναι τα ντράμλιν και οι παγετωνικές κοιλάδες από την τελευταία εποχή των παγετώνων, καθώς και οι καρστικοί σχηματισμοί στις ασβεστολιθικές περιοχές του Κλερ.[3][4]
Η γεωλογική ιστορία της νήσου περιλαμβάνει τόσο ήφαιστειακή δραστηριότητα, όσο και εποχές παγετώνων. Η Ιρλανδία δημιουργήθηκε σε δύο χωριστά μέρη, που ενώθηκαν με πολύ αργό ρυθμό πριν από κάπου 440 εκατομμύρια έτη. Η επίδραση των παγετώνων διεμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό το τοπίο που βλέπουμε σήμερα.[5] Τα εδάφη ποικίλλουν επίσης, από τους εκτεταμένους τυρφώνες μέχρι τραχύ βραχώδες έδαφος. Οι ορεινές περιοχές αποτελούνται από γρανίτη, ψαμμίτη, ασβεστόλιθο και βασάλτη.[6][7][8]
Το μεγαλύτερο μέρος της Ιρλανδίας βρισκόταν πιθανώς πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας τα τελευταία 60 εκατομμύρια έτη, καθώς το τοπίο της έχει διαμορφωθεί αρκετά από τη διάβρωση.[9] Η παρατεταμένη διάβρωση σημαίνει ότι το μεγαλύτερο μέρος των ιζημάτων του Παλαιογενούς και του Νεογενούς έχουν αφαιρεθεί από αυτή ή, σε λίγες περιπτώσεις, έχουν ταφεί κάτω από εναποθέσεις του Τεταρτογενούς.[10] Προτού οι παγετωνικές εποχές του Τεταρτογενούς επηρεάσουν το νησί, είχαν διαμορφωθεί ένα παχύ στρώμα ρηγόλιθου στις υψηλότερες περιοχές και καρστικοί σχηματισμοί στις χαμηλές.[9] Υπάρχει κάποια διχογνωμία σχετικώς με την προέλευση των επίπεδων περιοχών της Ιρλανδίας.[10][11] Κάποιοι επιστήμονες έχουν υποστηρίξει ότι διαμορφώθηκαν υποθαλασσίως, ενώ άλλοι ότι δημιουργήθηκαν από τη διάβρωση και την εναπόθεση ιζημάτων. Υπό συζήτηση βρίσκεται επίσης ο σχετικός ρόλος των μεταβολών στη στάθμη της θάλασσας και των τεκτονικών κινήσεων στη διαμόρφωσή τους.[10] Τα περισσότερα ποτάμια συστήματα στην Ιρλανδία δημιουργήθηκαν στον Καινοζωικό αιώνα, πριν από τις εποχές παγετώνων του Τεταρτογενούς. Οι ποταμοί ακολουθούν στο μεγαλύτερο τμήμα του ρου τους δομικά γεωλογικά χαρακτηριστικά.[9] Η θαλάσσια διάβρωση από το Μειόκαινο μέχρι σήμερα πιθανώς έχει προκαλέσει την υποχώρηση της δυτικής ακτής της νήσου κατά περισσότερο από 100 χιλιόμετρα. Γενικώς, το τοπίο της Ιρλανδίας πριν από το Τεταρτογενές ήταν πιο εντυπωσιακό από το σημερινό, που έχει εξομαλυνθεί από την παγετωνική διάβρωση.[9]
Η Ιρλανδία αποτελείται από μια ευρεία πεδινή κεντρική περιοχή που πλαισιώνεται από ομάδες χαμηλών βουνών. Αρχίζοντας από το νοτιοδυτικό άκρο της νήσου και προχωρώντας αντίθετα από τη φορά των δεικτών του ρολογιού, συναντούμε τα Μακγκιλικάντι Ρικς (MacGillycuddy's Reeks, όπου και η υψηλότερη κορυφή της νήσου), τα Όρη Κιούμρα, τα Όρη Μπλάκσταιρς, τα Όρη Γουίκλοου, τα Μωρν, οι «Κοιλάδες του Άντριμ», τα Σπέριν, τα Όρη Μπλούστακ, τα Όρη Ντέρυβω, τα Όρη Οξ, τα Όρη Νέφιν-Μπεγκ, η Νέφιν και η ομάδα Δώδεκα Μπενς - Maumturks. Κάποιες μικρές οροσειρές εισχωρούν βαθύτερα στο εσωτερικό στα νότια της Ιρλανδίας, όπως το όρος Γκάλτη ή Γκάλτυμορ (το υψηλότερο μεσόγειο όρος της νήσου)[12], τα Όρη Σίλβερμαϊν και τα Όρη Σληβ Μπλουμ. Η υψηλότερη κορυφή της νήσου, το Καραντούελ με υψόμετρο 1.038,6 μέτρα πάνω από τη σημερινή στάθμη της θάλασσας[13], βρίσκεται στα Μακγκιλικάντι Ρικς, βουνά από ψαμμίτη σμιλεμένα από παγετώνες. Μόνο τρεις κορυφές σε όλη την Ιρλανδία ξεπερνούν τα χίλια μέτρα σε υψόμετρο[13], ενώ 457 ακόμα ξεπερνούν τα 500 μέτρα.[14]
Η Ιρλανδία αναφέρεται και ως το «Σμαραγδένιο Νησί» (Emerald Isle) εξαιτίας του πράσινου τοπίου της, που αφορά όμως κυρίως τη χλόη, παρά τα δάση.[15][16][17] Κάποτε η Ιρλανδία, όπως και η γειτονική Μεγάλη Βρετανία, καλυπτόταν από τεράστια δάση. Το «ξεκαθάρισμά» τους από τον άνθρωπο άρχισε ήδη από τη Νεολιθική Εποχή και επιταχύνθηκε μετά την κατάκτηση της Ιρλανδίας από την Αγγλία των Τυδώρ, μέχρι που στις αρχές του 20ού αιώνα η δασοκάλυψη ήταν μόλις 1%, πολύ μικρότερη εκείνης της Ελλάδας, παρά το ότι η Ιρλανδία έχει πολύ πιο βροχερό κλίμα.[18] Σήμερα (2018) το ποσοστό των φυσικών δασών έχει ανέβει μετά από προσπάθειες δεκαετιών μόνο στο 2% της εκτάσεως της χώρας, που είναι το τρίτο χαμηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη μετά από εκείνα της Ισλανδίας και της Μάλτας.[19]
Ο Ποταμός Σάνον, με μήκος 360,5 χιλιόμετρα, είναι ο μακρύτερος ποταμός όχι μόνο της Ιρλανδίας, αλλά και των Βρετανικών Νήσων γενικότερα, και έχει λεκάνη απορροής με έκταση[20] 16.865 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή το ένα πέμπτο της συνολικής εκτάσεως της νήσου. Ο Σάνον διασχίζει 11 κομητείες και χωρίζει τη δυτική Ιρλανδία από τη νότια και ανατολική. Υπάρχουν τρεις λίμνες κατά μήκος του ρου του, οι Λοχ Άλεν, Λοχ Ρη και Λοχ Ντεργκ.[13] Ο Σάνον εκβάλλει στη δυτική-νοτιοδυτική ακτή της νήσου, σχηματίζοντας μια μακρόστενη εκβολή μήκους 102 χιλιομέτρων αντί δέλτα, με την πόλη Λίμερικ στην αρχή της. Σημαντικοί ποταμοί είναι επίσης οι Λίφυ, Λη, Μπλάκγουοτερ, Νορ, Σούιρ, Μπάροου, Μπαν, Φόυλ, Ερν και Μπόυν.
Η Λοχ Νέι στο Ώλστερ της Βόρειας Ιρλανδίας[13] είναι η μεγαλύτερη λίμνη της νήσου και των Βρετανικών Νήσων γενικότερα, με έκταση 392 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Η μεγαλύτερη λίμνη στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας είναι η Λοχ Κόριμπ, με έκταση 176 τετρ. χιλιόμετρα. Αρκετά μεγάλες λίμνες είναι και οι Λοχ Ερν, Λοχ Μασκ και Λοχ Κον.[13]
Αρχίζοντας από τα βόρεια, το Λοχ Σουίλυ είναι ένα φιόρδ που βρέχει από τη δυτική πλευρά τη Χερσόνησο Ινισόουεν. Η άλλη πλευρά της χερσονήσου οριοθετείται από τον πλατύ κόλπο Λοχ Φόυλ, όπου εκβάλλει ο ομώνυμος ποταμός, ο οποίος αποτελεί εκεί το σύνορο μεταξύ Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και Βόρειας Ιρλανδίας.[21] Ακολουθώντας την ακτογραμμή με τη φορά των δεικτών του ρολογιού, συναντούμε το Μπέλφαστ Λοχ, στον μυχό του οποίου είναι κτισμένη η πόλη Μπέλφαστ[22] και τον Στράνγκφορντ Λοχ, πολύ κλειστό κόλπο που σχηματίζει στα δυτικά τη Χερσόνησο Αρντς. Καταβαίνοντας προς τον νότο βρίσκουμε το Κάρλινγκφορντ Λοχ.[22]
Ο Κόλπος του Δουβλίνου είναι ο επόμενος κάπως μεγάλος κόλπος και από εκεί και πέρα η ανατολική ακτή έχει μόνο το Γουέξφορντ Χάρμπορ στο στόμιο του ποταμού Σλέινι.[23] Στη νότια ακτή της Ιρλανδίας υπάρχει το Γουότερφορντ Χάρμπορ στο στόμιο του ποταμού Σούιρ[24], το φυσικό λιμάνι του Κορκ, επίσης στο στόμιο ποταμού (του Λη), που χαρακτηρίζεται από το Γκρέιτ Άιλαντ.
Η δυτική ακτή είναι μια διαδοχή από κόλπους/όρμους και χερσονήσους. Αξιοσημείωτοι κόλποι είναι οι Ντάνμανους, Ντινγκλ, Γκάλγουεϊ, Κλ(ι)ου, Μπρόουντχεβεν, Μπλάκσοντ, Σρουγουάντακον, Κιλάλα και Ντόνεγκαλ.[21]
Το βορειότερο σημείο της νήσου Ιρλανδίας είναι το ακρωτήριο Μάλιν Χεντ[25], ενώ το Μίζεν Χεντ είναι ένα από τα νοτιότερα, από όπου και η φράση «από το Μάλιν ως το Μίζεν» (ή αντιστρόφως), που χρησιμοποιείται για κάτι που αφορά το νησί της Ιρλανδίας ως σύνολο. Το νοτιοανατολικότερο σημείο του νησιού είναι το Ακρωτήριο Κάρνσορ, ενώ δύο από τα αρκετά ακρωτήρια της νότιας ακτής είναι το Χουκ Χεντ και το Ολντ Χεντ οφ Κινσέιλ. Στη δυτική ακτή δύο αξιοσημείωτα ακρωτήρια είναι τα Χαγκς Χεντ και Λουπ Χεντ (κοντά στους τουριστικούς Βράχους του Μοχέρ), με το Έρρις Χεντ να είναι το βορειοδυτικότερο άκρο.
Εκτός από την ίδια την Ιρλανδία, το μεγαλύτερο από τα νησιά που βρίσκονται γύρω της είναι το Άκιλ στα βορειοδυτικά, με έκταση 142,79 τετραγωνικά χιλιόμετρα, το οποίο είναι κατοικημένο και συνδέεται με την κυρίως νήσο με γέφυρα.[26] Το δεύτερο σε έκταση είναι το Ίνισμορ, ενώ άλλα ενδιαφέροντα μέτρια σε έκταση νησιά είναι οι Νήσοι Άραν, το Βαλέντια, επίσης συνδεόμενο με γέφυρα, ενώ η Νήσος Όμυ συνδέεται από μόνο του με τη στεριά όταν η παλίρροια είναι στη φάση της αμπώτιδας. Το βορειότερο από όλα είναι το Ινιστραχόλ, στα ανοικτά του Μάλιν Χεντ, ενώ το νοτιότερο, που ταυτίζεται με το νοτιότερο σημείο της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, είναι η βραχονησίδα Φάστνετ, γνωστή μόνο από τον φάρο της, τον υψηλότερο της χώρας.
Κάποιες από τις γνωστότερες χερσονήσους της Ιρλανδίας βρίσκονται στην Κομητεία Κέρυ: η Χερσόνησος Ντινγκλ, η Ίβεραχ και η Χερσόνησος Μπέαρα. Υπάρχει επίσης η μεγάλη Χερσόνησος Αρντς στη Βόρεια Ιρλανδία και η Ινισόουεν, που καταλήγει στο προαναφερθέν βορειότατο ακρωτήριο Μάλιν Χεντ.
Ως σημείωση ιστορικής γεωγραφίας, πρέπει να αναφερθεί ότι ο αρχαίος γεωγράφος Κλαύδιος Πτολεμαίος κατέτασσε τις Εβρίδες και το Άνγκλεσι στη νησιωτική ομάδα της Ιρλανδίας (Ἰουερνία, γνωστότερη ως Ἰέρνη από τον Πυθέα τον Μασσαλιώτη)[27]
Το κλίμα της Ιρλανδίας είναι ήπιο, υγρό και βροχερό, με απότομες μεταβολές του καιρού, αλλά χωρίς ακραίες θερμοκρασίες. Κατατάσσεται στα εύκρατα ωκεάνια κλίματα, Cfb στην Κλιματική ταξινόμηση Κέππεν, όπως εξάλλου και το μεγαλύτερο μέρος της βορειοδυτικής Ευρώπης.[28][29] Η νήσος έχει ευχάριστα ζεστό καλοκαίρι και ήπιους χειμώνες. Είναι πολύ θερμότερη από περιοχές με το ίδιο γεωγραφικό πλάτος που βρίσκονται στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού Ωκεανού, όπως η Νέα Γη. Είναι θερμότερη ακόμα και από περιοχές ίδιου γεωγραφικού πλάτους στον Ειρηνικό Ωκεανό, χάρη στη θερμότητα που απελευθερώνει το Ρεύμα του Κόλπου. Ενδεικτικά το Δουβλίνο είναι 9 °C θερμότερο από ό,τι ο Άγιος Ιωάννης Νέας Γης τον χειμώνα και 4 °C θερμότερο από το Σιάτλ, επίσης τον χειμώνα.[30]
Η επίδραση του θαλάσσιου ρεύματος είναι εξίσου εμφανής στο ότι η ακτογραμμή της νήσου παραμένει ελεύθερη από πάγους ακόμα και στους δριμύτερους χειμώνες.[31] Αλλά και άλλα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι ανεμοστρόβιλοι, είναι σπάνια.[32][33] Ωστόσο δέχεται πρώτη τα βαρομετρικά χαμηλά που κινούνται προς τα ανατολικά από τον Βόρειο Ατλαντικό.[34]
Οι επικρατούντες άνεμοι είναι οι νοτιοδυτικοί, οπότε ανακόπτονται από τα βουνά της δυτικής ακτής.[29] Οι βροχοπτώσεις αποτελούν έτσι εξέχουσα συνιστώσα ιδίως της ζωής της δυτικής Ιρλανδίας, με το νησί Βαλέντια να δέχεται τη διπλάσια μέση ετήσια βροχόπτωση από το Δουβλίνο (1.557 mm έναντι 714 mm).[35]
Ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος είναι οι ψυχρότεροι μήνες του έτους, με τις μέσες ημερήσιες θερμοκρασίες του αέρα να πέφτουν στους 4 έως 7 °C. Ο Ιούλιος και ο Αύγουστος είναι οι θερμότεροι μήνες, με μέσες ημερήσιες θερμοκρασίες του αέρα από 14 έως 16 °C και μέσες μέγιστες από 17 έως 18 °C κοντά στην ακτή ή 19 έως 21 °C στα μεσόγεια. Οι πιο ηλιόλουστοι μήνες είναι ο Μάιος και ο Ιούνιος.[36]
Παρότι τα ακραία καιρικά φαινόμενα στην Ιρλανδία είναι σχετικώς σπάνια σε σύγκριση με άλλες, ηπειρωτικές χώρες της Ευρώπης, ωστόσο συμβαίνουν. Τα βαρομετρικά χαμηλά του Ατλαντικού, που αναπτύσσονται κυρίως τους χειμερινούς μήνες, μπορούν κάποτε να δώσουν ανέμους με ταχύτητα μέχρι και 160 χιλιόμετρα την ώρα στις δυτικές παραλιακές περιοχές. Το καλοκαίρι πάλι, ιδίως κατά τα τέλη Ιουλίου και αρχές Αυγούστου, αναπτύσσονται καταιγίδες.[37][38][39]
Το σύνολο της νήσου χωρίζεται ιστορικά σε 4 Επαρχίες, τις Κόνοτ, Λένστερ, Μάνστερ και Όλστερ, και αυτές σε συνολικώς 32 κομητείες.[40] Οι 6 από τις εννέα κομητείες του Όλστερ συναπαρτίζουν τη Βόρεια Ιρλανδία και οι υπόλοιπες 26 της νήσου το ανεξάρτητο κράτος Δημοκρατία της Ιρλανδίας. The map shows the county boundaries for all 32 counties.
Δημοκρατία της Ιρλανδίας |
Βόρεια Ιρλανδία |
Από διοικητικής απόψεως, οι 21 από τις κομητείες της Δημοκρατίας αποτελούν ενιαίες αυτοδιοικητικές μονάδες, ενώ οι άλλες έχουν περισσότερα από ένα τοπικά συμβούλια, οπότε υπάρχουν συνολικά 31 διοικήσεις επιπέδου κομητείας. Η Κομητεία Τιπερέρυ χωριζόταν σε δύο υποκομητείες, τη Βόρεια και τη Νότια, που ιδρύθηκαν το 1838, μετονομάσθηκαν το 2001[41] και συνενώθηκαν το 2014.[42] Οι πόλεις Δουβλίνο, Κορκ και Γκόλγουεϊ έχουν δημοτικά συμβούλια και διοικούνται ξεχωριστά από τις κομητείες που φέρουν τα ονόματά τους. Οι πόλεις Λίμερικ και Γουότερφορντ συγχωνεύθηκαν με τα αντίστοιχα κομητειακά τους συμβούλια το 2014. Το εναπομείναν μέρος της Κομητείας του Δουβλίνου υποδιαιρέθηκε στις κομητείες Ντουν Λαίαρε-Ράθνταουν, Φίνγκαλ και Νότιο Δουβλίνο.[40]
Στη Βόρεια Ιρλανδία μία μείζων αναδιοργάνωση της τοπικής αυτοδιοικήσεως το 1973 αντικατέστησε τις 6 παραδοσιακές κομητείες και τους δύο «κομητειακούς δήμους» (Μπέλφαστ και Ντέρυ) με 26 «διαμερίσματα»[43], που διασχίζουν τα παραδοσιακά σύνορα των κομητειών. Οι κομητείες και οι κομητειακοί δήμοι παραμένουν σε χρήση για κάποιες παραδοσιακές λειτουργίες.
Ο συνολικός πληθυσμός της νήσου είναι σχεδόν 7 εκατομμύρια και είναι συγκεντρωμένος στα ανατολικά και στα νότια, ιδίως στο Δουβλίνο, το Μπέλφαστ, το Κορκ και τις περιβάλλουσες περιοχές τους.[44][45]
Περίπου 12 χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα της Ιρλανδίας καλύπτονται από τυρφώνες[46]. Μερικοί από αυτούς προήλθαν από την ανθρώπινη δραστηριότητα, βοηθούμενη από το υγρό ιρλανδικό κλίμα, καθώς σχηματίσθηκαν σε περιοχές όπου οι πρώτοι γεωργοί (Νεολιθική Εποχή) έκοβαν τα δέντρα για να αποδώσουν τη γη στην καλλιέργεια.[47] Καθώς αιώνες αργότερα σε κάποια από αυτά τα μέρη η αποψιλωμένη γη έπαψε να καλλιεργείται, το έδαφος άρχισε να γίνεται πιο όξινο και στυπτικό, δημιουργώντας ένα κατάλληλο περιβάλλον για την ανάπτυξη βρύων και ερεικοειδών θάμνων. Τα υπολείμματα αυτών των φυτών μεταμορφώθηκαν σε ένα στρώμα τύρφης. Μεγάλοι τυρφώνες στο νησί είναι το Μπογκ του Άλεν και οι τυρφώνες της Κομητείας Μέιοου.[47]
Από τον 17ο αιώνα οι κάτοικοι των περιοχών δίπλα στους τυρφώνες συνέλεγαν την τύρφη ως καύσιμο για την οικιακή θέρμανση και το μαγείρευμα. Η διαδικασία επιταχύνθηκε καθώς αναπτύχθηκε η εμπορική εκμετάλλευση των τυρφώνων. Τη δεκαετία του 1940 εισάχθηκε και η μηχανική κοπή-εξόρυξη της τύρφης και η κλίμακα της εκμεταλλεύσεως των τυρφώνων μεγάλωσε. Στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας αυτή η εκμετάλλευση πέρασε στο μονοπώλιο μιας ημικρατικής εταιρείας, της «Bord na Móna». Εκτός από τη χρήση σε αδιαφοροποίητη μορφή, η τύρφη μεταποιείται σε μπρικέτες για τζάκια και σόμπες, αλλά και σε αλεσμένη μορφή για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας[48], παρά το ότι είναι η φτωχότερη σε ενέργεια μορφή γαιάνθρακα, χειρότερη και από τον λιγνίτη. Πιο πρόσφατα, η τύρφη αναμειγνύεται με βιομάζα, και το μείγμα καίγεται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.[49]
Από τις αρχές του 21ου αιώνα η εξάλειψη των τυρφώνων έχει προκαλέσει περιβαλλοντικές ανησυχίες. Το θέμα είναι οξύτερο για τους λεγόμενους ανώτερους ή ομβροτροφικούς τυρφώνες, που δέχονται και τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση καθώς παρέχουν υψηλότερης ποιότητας τύρφη. Σήμερα έχουν καταρτισθεί σχέδια, τόσο στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας όσο και στη Βόρεια Ιρλανδία, για τη διατήρηση των περισσότερων από τους εναπομείναντες ομβροτροφικούς τυρφώνες στο νησί.[50]
Η εκμετάλλευση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου άρχισε από το 1970.[52] Η πρώτη μεγάλη ανακάλυψη ήταν το κοίτασμα αερίου του Kinsale Head το 1971.[53] Μετά ανακαλύφθηκαν το κοίτασμα Ballycotton και το κοίτασμα Corrib (1989 και 1996 αντιστοίχως).[54] Το αέριο από αυτά αντλείται στην ακτή και καταναλώνεται σε οικιακή και βιομηχανική χρήση.
Σημαντικά κοιτάσματα πετρελαίου ανακαλύφθηκαν λίγο αργότερα: Είναι το Helvick, που εκτιμάται ότι περιέχει πάνω από 28 εκατομμύρια βαρέλια (περίπου 7 εκατομμύρια τόνους) πετρελαίου και ανακαλύφθηκε το 2000, και το πολύ μεγαλύτερο Barryroe, που εκτιμάται ότι περιέχει 1,6 δισεκατομμύριο βαρέλια και ανακαλύφθηκε το 2012. Κανένα από τα δύο δεν έχει δεχθεί εκμετάλλευση.[55]
Η Δημοκρατία της Ιρλανδίας είναι η μεγαλύτερη παραγωγός ψευδαργύρου ευρωπαϊκή χώρα, με το ορυχείο ψευδαργύρου-μολύβδου Τάρα, που είναι το μεγαλύτερο και βαθύτερο τέτοιο ορυχείο σε λειτουργία σε ευρωπαϊκή χώρα. Ο ορυκτός πλούτος της Ιρλανδίας περιλαμβάνει επίσης χρυσό, άργυρο, γύψο, τάλκη, ασβεστίτη, δολομίτη, πλάκες σχιστολίθου, άμμο και χαλίκι.[56]
Τον Μάιο του 2007 το αρμόδιο υπουργείο της Δημοκρατία της Ιρλανδίας ανέφερε ότι ίσως υπάρχουν συνολικά αποθέματα 130 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και 1,4 τρισεκατομμύριο κυβικά μέτρα φυσικού αερίου στην ιρλανδική ΑΟΖ[57], συνολικής αξίας τρισεκατομμυρίων ευρώ. Η ελάχιστη επιβεβαιωμένη ποσότητα πετρελαίου είναι 10 δισεκατομμύρια βαρέλια. Υπάρχουν επίσης κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου κάτω από τη χερσαία επιφάνεια της νήσου, π.χ. στη λεκάνη της λίμνης Λοχ Άλεν με 270 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου και 1,5 δισεκατομμύριο βαρέλια πετρελαίου. Υπάρχει εκμετάλλευση μερικών πεδίων.
Τον Μάρτιο του 2012 γεωτρήθηκε για πρώτη φορά πετρελαιοπηγή, 70 χιλιόμετρα έξω από την ακτή του Κορκ (Barryroe) και σήμερα αποδίδει 3.500 βαρέλια την ημέρα.[58]
Tipperary County Council will become an official unified authority on 3 June 2014. The new authority combines the existing administration of North Tipperary County Council and South Tipperary County Council.