Γιάκομπ Τομάζιους | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 27 Αυγούστου 1622 Λειψία |
Θάνατος | 9 Σεπτεμβρίου 1684 Λειψία |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Λατινικά |
Σπουδές | Πανεπιστήμιο της Λειψίας |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | φιλόσοφος νομικός |
Εργοδότης | Πανεπιστήμιο της Λειψίας |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Κριστιάν Τομάσιους |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | διευθυντής σχολείου |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιάκομπ Τομάζιους (Jakob Thomasius, Λειψία, 27 Αυγούστου 1622 - 9 Σεπτεμβρίου 1684) ήταν Σάξονας παιδαγωγός, φιλόλογος, φιλόσοφος (συγκεκριμένα Αριστοτελικός) και Ουμανιστής. Διετέλεσε πρύτανης (γερμ. Rektor) του Nikolaischule, του Thomasschule και του Πανεπιστημίου της Λειψίας. Γνωστοί και αναγνωρισμένοι μαθητές του ήταν ο Γκότφριντ Βίλχελμ Λάιμπνιτς (Gottfried Wilhelm Leibniz) και ο υιός του Κρίστιαν Τομάζιους (Christian Thomasius). Με τον Λάιμπνιτς διατήρησε φιλικές σχέσεις και κρατούσαν επικοινωνία αλληλογραφώντας. Μάλιστα ο Τομάζιους θεωρείται μέντορας του μεγάλου αυτού επιστήμονα.[1]
Ήταν υιός του νομικού Michael Thomasius και αδελφός του ήταν ο επίσης νομικός Γιόχαν Τομάζιους (Johann Thomasius). Μορφώθηκε αρχικά από ιδιωτικό δάσκαλο και στα 1638-1640 φοίτησε στο Gymnasium zu Gera. Σπούδασε μεταξύ άλλων φιλοσοφία, φιλολογία και μαθηματικά στα Πανεπιστήμια της Λειψίας και της Βιτεμβέργης, έχοντας σπουδαίους διδασκάλους, όπως ο Αύγουστος Μπούχνερ (August Buchner), ο Γιόχαν Σπέρλινγκ (Johann Sperling) και ο Γιοχάνες Σαρφ (Johannes Scharff). Το 1642 έλαβε το πτυχίο του και το 1643 το μεταπτυχιακό του (Master of Arts) στη Λειψία.
Από το 1648 δίδαξε στο Nikolaischule, όπου διετέλεσε στα 1650-1653 υποδιευθυντής. Το 1653 διαδέχθηκε τον Φρίντριχ Λάιμπνιτς (Friedrich Leibniz) στην θέση του Καθηγητή Ηθικής Φιλοσοφίας στη Λειψίας, ενώ στα 1656 και 1659 έλαβε της έδρες της Διαλεκτικής και της Ρητορικής. Ακολουθούσε την σχολή σκέψης του Αριστοτέλη. Οι πιο διάσημοι μαθητές του ήταν ο Λάιμπνιτς και ο υιός του Κρίστιαν Τομάζιους. Επίσης διετέλεσε κοσμήτορας του Τμήματος Φιλοσοφικής και το 1669 έγινε πρύτανης του πανεπιστημίου. Το 1670 έγινε πρύτανης του Nikolaischule. Μεταρρύθμισε το πρόγραμμα μαθημάτων, υιοθετώντας την μελέτη της Καινής Διαθήκης στα ελληνικά. Θεωρούσε πως η μελέτη του Βιργιλίου και του Κικέρωνα ήταν πολύ δύσκολη για τους σπουδαστές. Από το 1676 ως το 1684 κατείχε την ιδιαίτερα τιμητική θέση του πρύτανη του Thomasschule.
Συνέγραψε έργα σχετικά με την ιστορία της φιλοσοφίας, την εκκλησιαστική ιστορία και την κλασική λογοτεχνία.[2] Στο έργο Orationes, το οποίο εκδόθηκε το 1683, περιέλαβε την πρώτη ιστορική αφήγηση του λεγομένου προβλήματος των καθόλου.[3]
Το 1653 νυμφεύθηκε τη Μαρία Βέμπερ (Maria Weber) (κόρη του Ιερεμία Βέμπερ, ο οποίος ήταν αρχιδιάκονος στον Άγιο Νικόλαο και αναπληρωτής καθηγητής), όμως η σύζυγός του απεβίωσε μερικά χρόνια αργότερα. Παντρεύτηκε ξανά στις 19 Σεπτεμβρίου 1664 και από το γάμο του με την Μαρία Άιχορν (Maria Eichhorn) απέκτησε δέκα παιδιά.