Γιαν Κόσσιερς | |
---|---|
Γέννηση | 15 Ιουλίου 1600[1][2] Αμβέρσα |
Θάνατος | 4 Ιουλίου 1671[3][4][1] Αμβέρσα[5] |
Χώρα πολιτογράφησης | Κάτω Χώρες των Αψβούργων |
Ιδιότητα | ζωγράφος[2] |
Κίνημα | Φλαμανδική ζωγραφική μπαρόκ |
Είδος τέχνης | έργο ιστορικής θεματολογίας |
Καλλιτεχνικά ρεύματα | Φλαμανδική ζωγραφική μπαρόκ |
Σημαντικά έργα | Ecce Homo |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιαν Κόσσιερς (φλαμανδικά: Jan Cossiers[6], Αμβέρσα, 15 Ιουλίου 1600 - Αμβέρσα, 4 Ιουλίου 1671) ήταν Φλαμανδός ζωγράφος και σχεδιαστής. Οι πρώιμοι πίνακες του Κόσσιερς ήταν κατά τα πρότυπα των οπαδών του Καραβάτζο και θεματικά ήταν ρωπογραφίες. Καθώς η σταδιοδρομία του εξελισσόταν, θεματολογικά ζωγράφιζε πίνακες με ιστορικά και θρησκευτικά θέματα, καθώς και προσωπογραφίες.[7] Ο Κόσσιερς ήταν ένας από τους κορυφαίους ζωγράφους της Αμβέρσας μετά τον θάνατο του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς το 1640 και ένας από τους πλέον αρχετυπικούς ζωγράφους της Φλάνδρας του 17ου αιώνα.[8]
Ο Γιαν Κόσσιερς ήταν γιος του Αντόον, ζωγράφου υδροχρωμάτων, και της Μαρία φαν Κλέεφ. Βαπτίστηκε στον Καθεδρικό ναό της Αμβέρσας στις 15 Ιουλίου 1600.[9] Έλαβε την πρώτη του εκπαίδευση από τον πατέρα του και στη συνέχεια πήγε στο εργαστήριο του επιφανούς προσωπογράφου Κορνέλις ντε Φος].[10]
Το 1623 ταξίδευσε στο Αιξ-αν-Προβάνς της Γαλλίας, όπου παρέμεινε και σπούδασε υπό τον Ολλανδό ζωγράφο Άμπραχαμ ντε Φρις. Επισκέφθηκε τη Ρώμη, όπου καταγράφεται τον Οκτώβριο του 1624.[8][11] Εκεί ήταν που μάλλον είδε έργα του Καραβάτζο, ο οποίος είχε σημαντική επιρροή στο έργο του.[7]
Επέστρεψε στο Αιξ-αν-Προβάνς το 1626. Εκεί συνάντησε τον Νικολά-Κλωντ Φαμπρί ντε Πεϊρέσκ (Nicolas-Claude Fabri de Peiresc), διάσημο ουμανιστή και στενό φίλο του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς. Ο Πεϊρέσκ σύστησε τον Κόσσιερς στον Ρούμπενς.[11] Συναντήθηκε, επίσης με άλλους Φλαμανδούς και Ολλανδούς καλλιτέχνες, όπως ο Σίμον ντε Φος και Γιόχαν Χέερλοφ, όπως φαίνεται από το ομαδικό πορτρέτο που δημιούργησε ο ντε Φος, με τίτλο Συνάντηση καπνιστών και ποτών. Το πορτρέτο αυτό πιστεύεται ότι δείχνει τους τρεις φίλους καλλιτέχνες να απολαμβάνουν μαζί ένα ποτό καπνίζοντας κατά τη διαμονή τους στο Αιξ-αν-Προβάνς.[12]
Ο Γιαν Κόσσιερς επέστρεψε στην Αμβέρσα το 1627. Το επόμενο έτος έγινε δεκτός ως "Δάσκαλος" στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της πόλης.[7] Είναι πιθανόν για μικρό χρονικό διάστημα να σχετίστηκε με το εργαστήριο του Ρούμπενς. Προφανώς ο Ρούμπενς είχε επιλέξει τον Κόσσιερς να τον συνοδεύσει στη Μαδρίτη το 1628, αλλά οι γονείς του Κόσσιερς αντιτάχθηκαν στην ιδέα αυτή.[13] Το 1630 ο Γιαν νυμφεύτηκε την Γιοάννα Νταρραγκόν στην εκκλησία του Αγίου Ιακώβου της Αμβέρσας. Έγινε "πρύτανις" της Συντεχνίας του Αγίου Λουκά το 1640.[7] Στις 26 Ιουλίου του ίδιου έτους νυμφεύτηκε για δεύτερη φορά με την Μαρία φαν ντερ Βίλλινγκεν. Εκλέχτηκε αρκετές φορές ως "σύμβουλος" στην Sodaliteit der getrouwden, μια αδελφότητα για νυμφευμένους άνδρες που δημιουργήθηκε από το Τάγμα των Ιησουιτών.[9]
Τη δεκαετία του 1630 ο Κόσσιερς έλαβε μερικές μεγάλες παραγγελίες, χάρη στη μεσολάβηση του Ρούμπενς. Βοήθησε τον Ρούμπενς το 1635 στις διακοσμήσεις για τη "θριαμβευτική είσοδο" του Καδριναλίου - Ινφάντη Φερδινάνδου. Ο Ρούμπενς είχε τη γενική επιστασία του προγράμματος.[14] Επιπλέον, βοήθησε στην παραγγελία του Ρούμπενς για τη διακόσμηση του "Torre de la Parada", κυνηγετικού περιπτέρου του Φιλίππου Β΄ της Ισπανίας κοντά στη Μαδρίτη. Ο Κόσσιερς ζωγράφισε σκηνές από τη μυθολογία σε σχέδια του Ρούμπενς.[7] Άλλοι ζωγράφοι από την Αμβέρσα, όπως οι αδελφοί Κορνέλις ντε Φος και Πάουλ ντε Φος εργάστηκαν επίσης για τη μεγάλη αυτή παραγγελία.[15]
Ο Κόσσιερς είχε την υποστήριξη των κυβερνητών της Νότιας Ολλανδίας, όπως οι Καρδινάλιος - Ινφάντης Φερδινάνδος και ο Αρχιδούκας Λέοπολντ Βίλχελμ της Αυστρίας. Μετά τον θάνατο του Ρούμπενς το 1640 αναγνωρίστηκε ως ένας από τους κορυφαίους ζωγράφους ιστορικών θεμάτων στη Φλάνδρα και έλαβε πολλές παραγγελίες για εικόνες Αγίας Τράπεζας της Αντιμεταρρύθμισης. Ήταν, επίσης, προσωπογράφος της πλούσιας αριστοκρατίας.[7]
Είχε πολλούς μαθητές, όπως οι Γιαν Κάρελ φαν Μπρεμπ, Χρέε Μέλσεν, Γιάκομπ ντε Λανγκε, Κάρελ φαν Σαβόγεν και Φρανσίσκους φαν Φέρμπιστ.[10]
Ο Γιαν Κόσσιερς ήταν πολύ ευέλικτος καλλιτέχνης, ο οποίος ζωγράφιζε ποικιλία θεμάτων, όπως προσωπογραφίες, ρωπογραφίες και έργα με ιστορικά θέματα. Υπάρχει σαφής εξέλιξη στη σταδιοδρομία του, όπως συνέβη και με άλλους καλλιτέχνες από την Αμβέρσα, π.χ. με τους Σίμον ντε Φος και Τέοντοορ Ρομπάουτς.
Ο Κόσσιερς ξεκίνησε ζωγραφίζοντας ρωπογραφίες με ύφος του Καραβάτζο. Αργότερα ενεπλάκη στην εκτέλεση θρησκευτικών και μυθολογικών συνθέσεων, που αποτελούσαν τμήματα μεγάλων παραγγελιών στο εργαστήριο του Ρούμπενς κατά τη δεκαετία του 1630. Μετά τον θάνατο του Ρούμπενς έγινε ένας από τους κορυφαίους ζωγράφους εικόνων για Αγία Τράπεζα στη Φλάνδρα.
Τα πρώτα έργα του Κόσσιερς ήταν απεικονίσεις καθημερινότητας, όπως η παραβολή του ασώτου σε μια ταβέρνα, χαρούμενες συντροφιές, καπνιστές, πότες, χαρτοπαίκτες, παίκτες ταβλιού, μάντεις κτλ. Μερικές από αυτές τις συνθέσεις επανήλθαν στο δημοφιλές, τότε, στην τέχνη της ρωπογραφίας στη Φλάνδρα, των πέντε αισθήσεων.
Οι πρώτες αυτές συνθέσεις του χρησιμοποιούν την τεχνική του κιαροσκούρο του Καραβάτζο, με δραματικούς φωτισμούς από μια μόνον πηγή φωτός, ώστε να επιτυγχάνονται τόσο η αίσθηση της δραματικότητας όσο και το βάθος.[11] Παράδειγμα έργου του αυτής της περιόδου είναι ο πίνακας Η μάντις (Μουσείο Καλών Τεχνών, Βαλανσιέν), στον οποίο απεικονίζεται ένας άνδρας με πολύ κομψή φορεσιά να ακούει την τύχη του από μια γυναίκα αθίγγανο. Ο άνδρας δεν αντιλαμβάνεται ότι η τσέπη του αδειάζει από νεαρό άνδρα. Το φως προσπίπτει στον άνδρα, δημιουργώντας το δραματικό αποτέλεσμα. Ο Κόσσιερς δημιούργησε πολλές παραλλαγές με το ίδιο θέμα.[16]
Ένα άλλο θέμα, το οποίο αναπαρήγαγε πολλές φορές ο Κόσσιερς είναι αυτό του ασώτου υιού. Μια παραλλαγή του θέματος έγινε αντικείμενο πλειστηριασμού από τον οίκο "Sotheby's" στις 3 Δεκεμβρίου 2014 στη Νέα Υόρκη. Παρουσιάζει τον άσωτο υιό που γλεντά και πίνει σε μια ταβέρνα, χωρίς να αντιλαμβάνεται ότι του αδειάζουν την τσέπη. Στο παρασκήνιο, ο υιός εκδιώκεται από το πανδοχείο, έχοντας κατασπαταλήσει την κληρονομιά του.[17]
Κατά τη δεκαετία του 1630 ο Κόσσιερς συνδέθηκε με τον Ρούμπενς και άρχισε να ζωγραφίζει έργα με ιστορικά θέματα. Παραδείγματα τέτοιων έργων είναι οι μυθολογικές σκηνές που ζωγράφισε σε σχέδια του Ρούμπενς για τον "Torre de la Parada" όπως Ο Προμηθέας φέρνει τη φωτιά, ο Νάρκισσος και Ο Δίας με τον Λυκάονα (Μουσείο Πράδο).[18] Κατά την περίοδο αυτή το έργο του υφίσταται την μνημειακή επίδραση καθώς και την υιοθέτηση της παλέτας του Ρούμπενς, τον οποίο βοήθησε σε πολλές μεγάλες παραγγελίες του. Μετά τον θάνατο του Ρούμπενς ήταν σε θέση να καλύψει το κενό που άφησε το τεράστιο εργαστήριο του θανόντος και δημιούργησε πολλές εικόνες για Αγία Τράπεζα για λογαριασμό ναών της Αντιμεταρρυθμιστικής Καθολικής Φλάνδρας, αλλά και για την ελεύθερη αγορά.
Τα έργα του των δεκαετιών 1630 και 1640 ήταν ιδιαίτερα πολύχρωμα, κάτι που μπορεί ν' αποδοθεί στην επιρροή του Ρούμπενς. Στα όψιμα έργα του η παλέτα του γίνεται πιο απαλή και οι πινελιές του είναι πιο ελεύθερες.[17] Οι συνθέσεις της τελευταίας του περιόδου δίνουν έμφαση στο πάθος των μορφών μέσω των υπερβολικών εκφράσεων και των ζωντανών χειρονομιών τους.[11] Παράδειγμα αποτελεί Η μαστίγωση του Χριστού (Βασιλικό Μουσείο Καλών Τεχνών Αμβέρσας). Μεταξύ των τελευταίων του έργων είναι επίσης ο μεγάλος πίνακας με το Πάθος του Χριστού (1655–6 στην εκκλησία "Beguines" του Μέχελεν.[19]
Ο Κόσσιερς δεν εγκατέλειψε ολοσχερώς τις ρωπογραφίες κατά την τελευταία περίοδο της σταδιοδρομίας του, όπως μαρτυρείται από τον πίνακα Χαρούμενη συντροφιά (Σε πλειστηριασμό από τον οίκο "Sotheby's" στις 9 Ιουλίου 2011, Νέα Υόρκη), πίνακας που έχει ελευθερία στις πινελιές του και την πιο απαλή παλέτα του καλλιτέχνη κατά την τελευταία περίοδο της σταδιοδρομίας του.[20]
Ο Κόσσιερς εκπαιδεύτηκε από κκορυφαίους προσωπογράφους, όπως οι Κορνέλις ντε Φος και Άμπραχαμ ντε Φρις. Είχε,, συνεπώς, αποκτήσει τις απαραίτητες δεξιότητες για να αντεπεξέλθει στη ζήτηση της ευκατάστατης αριστοκρατίας για ατομικά και ομαδικά πορτρέτα.[11]
Τα πορτρέτα του χαρακτηρίζονται από τις ευαίσθητες ομοιότητες, την ψυχολογική ενσυναίσθηση και την περιστασιακή κομψότητα. Στο πορτρέτο ενός κυρίου (δημοπρατήθηκε από τον οίκο "Christie's" στις 19 Απριλίου 2007 στη Νέα Υόρκη), ο Κόσσιερς μπόρεσε να αποτυπώσει την αυτοπεποίθηση και την αξιοπρέπεια του μοντέλου του χάρη σε λεπτομέρειες όπως η θέση του αριστερού του χεριού, που αναπαύεται με ασφάλεια στη μέση του.[21]
Ο Κόσσιερς άρχισε να συμμετέχει στον κύκλο του διάσημου Φλαμανδού ζωγράφου Άντριεν Μπράουβερ, ο οποίος ήταν γνωστός, μεταξύ άλλων για τα tronie (δηλ. σπουδές σε κεφαλές ή πρόσωπα που διερευνούν παραλλαγές εκφράσεων. Ο Μπράουβερ ζωγράφισε μια σκηνή, την επιλεγόμενη Οι καπνιστές, στην οποία περιέλαβε πορτρέτα του Κόσσιερς και των ζωγράφων Γιαν Λίφενς, Γιόος φαν Κρέσμπεϊκ, Γιαν Ντάβιντ ντε Χέιμ και του ίδιου του Μπράουβερ (περ.1636, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης (Νέα Υόρκη). Ο Κόσσιερς είναι η δεύτερη μορφή από δεξιά και παρουσιάζεται να έχει καπνό στο στόμα του, σαν να τον γεύεται πριν τον εκπνεύσει. Αυτός ο τύπος ομαδικού πορτρέτου αναπαράχθηκε ως μια από τις πέντε αισθήσεις (ο συγκεκριμένος πίνακας αφορά στη γεύση). Ο Κόσσιερς ζωγράφισε, επίσης, μερικά πορτρέται, που μπορούν να θεωρηθούν tronies.[22] Παραδείγματα αποτελούν τα πορτρέτα Άνδρας κοιτάζει την άδεια κούπα του (πωλήθηκε από τον οίκο "Hampel" του Μονάχου στις 25 Μαρτίου 2011) και Πορτρέτο άνδρα που λέγεται ότι είναι ο Άντριεν Μπράουβερ (πωλήθηκε από τον οίκο "Bonhams" στο Λονδίνο στις 5 Ιουλίου 2006), που πιθανόν είναι πορτρέτα του Μπράουβερ αλλά και αναπαραστάσεις της αίσθησης της γεύσης. Οι πίνακες πιστεύεται ότι αποτελούν τμήματα μιας σειράς επί των πέντε αισθήσεων .[23]
Όπως συνηθιζόταν στην Αμβέρσα εκείνη την εποχή, ο Κόσσιερς συνεργάστηκε με άλλους ειδικευμένους καλλιτέχνες, για λογαριασμό των οποίων ζωγράφισε τις μορφές. Είναι γνωστό ότι συνεργάστηκε με τον ζωγράφο νεκρών φύσεων και ζώων Άντριεν φαν Ούτρεχτ σε σκηνή κουζίνας (χρονολογούμενη το 1639, σήμερα σε ιδιωτική συλλογή). Ο Κόσσιερς ζωγράφισε τα πορτρέτα του φαν Ούτρεχτ και της συζύγου του, Κονστάνσια, σε μια κουζίνα ανάμεσα σε πλούσια νεκρή φύση που περιλαμβάνει θηράματα, αστακό, ψάρια και λαχανικά, τα οποία είχε ζωγραφίσει ο φαν Ούτρεχτ.[24]
Ο Κόσσιερς ήταν ικανότατος σχεδιαστής, όπως δείχνουν πολλά πορτρέτα παιδιών, ανάμεσα στα οποία και του δικού του.[11]
Ο Κόσσιερς δημιούργησε μια σειρά σπουδών σε πορτρέτα των μελών της οικογένειάς του. Κάθε σχέδιο φέρει αρίθμηση πάνω αριστερά και στα περισσότερα αναφέρεται το όνομα του εικονιζόμενου, ενώ χρονολογούνται το 1658. Η σειρά χαρακτηρίζεται από πολύ οικεία μεταχείριση και ιδιαίτερα αληθοφανή αποτελέσματα. Τα πορτρέτα που έχουν διασωθεί απεικονίζουν μόνον τους γιους του καλλιτέχνη και όχι τις πέντε θυγατέρες του. Τα πορτρέτα έχουν εκτελεστεί με ποικίλο και ρευστό τρόπο.[7]