Γιαν Πορσέλλις | |
---|---|
Γέννηση | 1583[1] Γάνδη |
Θάνατος | 29 Ιανουαρίου 1632[2][3] Ζουτερβάουντε |
Χώρα πολιτογράφησης | Ολλανδική Δημοκρατία Νότιες Κάτω Χώρες |
Ιδιότητα | ζωγράφος[3] |
Είδος τέχνης | θαλασσογραφία |
Σημαντικά έργα | Shipwreck off the Coast, Fishing boats in choppy waters και Fishing Boats at Sea |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιαν Πορσέλλις (ολλανδικά: Jan Porcellis, Γάνδη, 1580 /1584 - Ζουτερβάουντε, 29 Ιανουαρίου 1632[4]) ήταν Ολλανδός ζωγράφος και χαράκτης της Χρυσής Ολλανδικής Εποχής στη ζωγραφική.
Με το έργο του θεμελιώθηκε μια «αποφασιστική μετάβαση από τον πρώιμο ρεαλισμό στην τονική φάση», ενισχύοντας νέο ύφος και θεματολογία στη θαλασσογραφία, εστιάζοντας σε συννεφιασμένο ουρανό και ταραγμένη θάλασσα, μια ριζοσπαστική αλλαγή στην ως τότε θαλασσογραφία, η οποία εστίαζε στη μεγαλοπρέπεια των σκαφών, τοποθετημένων σε ιστορικό πλαίσιο.[5] (Slive, σελ. 216). Το ύφος αυτό της μεγάλης απλότητας στο περιβάλλον μιας θαλασσογραφίας, με το μεγαλύτερο μέρος του καμβά να απεικονίζει ουρανό και θάλασσα, έθεσε τις βάσεις για την περαιτέρω εξέλιξη του θέματος στα μελλοντικά έργα τέχνης με το θέμα αυτό.
Ο Γιαν Πορσέλλις γεννήθηκε στη Γάνδη μεταξύ 1580 και 1584.[5] Αν και η χρονολογία γέννησής του δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, δεν μπορεί να είναι μεταγενέστερη του 1584, καθώς εκείνο το έτος η οικογένεια του προτεστάντη λοχαγού Jan Pourchelles ή Porcellis[6] αναγκάστηκε να διαφύγει από τη Γάνδη, μετά την κατάληψή της από τα ισπανικά στρατεύματα. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Ρότερνταμ, όπου το 1605 καταγράφεται ο γάμος του.[7] Η πρώτη θυγατέρα του βαπτίστηκε στο Μίντελμπουρχ το 1609. Ο Γιαν ήταν καλλιτέχνης που μετακινιόταν πολύ. Σύμφωνα με τον Άρνολντ Χαουμπράκεν, Δάσκαλος του Πορσέλλις ήταν ο Χέντρικ Φρόομ (Hendrick Cornelisz Vroom), αν και αυτό παραμένει ατεκμηρίωτο.[8] Πιθανόν άρχισε τ σταδιοδρομία του ως καλλιτέχνης γραφικών τεχνών και όχι ως ζωγράφος, πιθανότατα εργαζόμενος για τον χαράκτη και εκδότη του Ρότερνταμ Γιαν φαν Ντούτεχουμ (Jan van Doetechum), ο οποίος εξέδιδε χάρτες, εικονογραφήσεις βιβλίων και χαρακτικά με εικόνες πλοίων. Μέσω της συζύγου του, ο Ντούτεχουμ συνδεόταν με τον Άγγλο εκδότη βιβλίων συμβόλων Τζέφρι Χουίτνεϊ (Geoffrey Whitney, 1548–?1601), γεγονός στο οποίο μπορεί να οφείλεται η διαμονή του Πορσέλλις στο Λονδίνο, όπου γεννήθηκε, πριν το 1615, μια ακόμη θυγατέρα του.[7] Οι πρώτοι του πίνακες χρονολογούνται από το 1612. Το ύφος του έγινε αναγνωρίσιμο, καθώς χρησιμοποίησε πολλές διαφορετικές φωτεινές αποχρώσεις, όπως φαίνεται στο έργο του Θύελλα στη Θάλασσα, όπου απεικονίζει εφέ με το φως που ως τότε δεν είχαν εμφανιστεί. Αξιοσημείωτο έργο της ίδιας περιόδου είναι, επίσης, η ΄΄Ναυμαχία τη νύκτα, στο οποίο, όπως φαίνεται και στο όνομα, απεικονίζεται ναυμαχία σε ημίφως, με τα εχθρικά πλοία μόλις ορατά και βαθμιαία αναγνώριση των αντικειμένων.[8]
Το 1615 ο Πορσέλλις αντιμετώπισε οικονομικές δυσχέρειες: Είχε ήδη τρία παιδιά και κήρυξε πτώχευση στο Ρότερνταμ, μετοικώντας στην Αμβέρσα. Οι περισσότεροι πίνακες που δημιούργησε εκείνη την περίοδο πωλήθηκαν στην ανοικτή αγορά και, καθώς δεν έφεραν την υπογραφή του, θεωρούνται πλέον χαμένοι. Γι' αυτόν τον λόγο μπορούν να ταυτοποιηθούν μόνο περίπου δέκα πίνακές του εκείνης της περιόδου και να αποδοθούν στον Πορσέλλις με βεβαιότητα. Οι περισσότεροι απεικονίζουν ναυμαχίες, θύελλες και απόψεις λιμανιών. Πριν ο Πορσέλλις εγκαταλείψει την Αμβέρσα, απεβίωσε η πρώτη του σύζυγος.[8]
Το 1622 ο Πορσέλλις μετοίκησε στο Χάαρλεμ με τα τρία του παιδιά. Εκεί νυμφεύτηκε τη Γιάννεκε Φλέσσιερς (Janneke Flessiers), θυγατέρα του ζωγράφου και εκδότη χαρακτικών Μπαλτάσαρ Φλέσσιερς. Ο Πορσέλλις συνέχισε την παράδοση της θαλασσογραφίας, αλλά η διάταξη των συνθέσεών του ποτέ δεν έγινε σαφής και παραμένει αδιασαφήνιστη. Σίγουρα ήταν αντίθετη με το συνηθισμένο ύφος των συγχρόνων του θαλασσογράφων, όπως οι Γιαν Μπρίγκελ και Φρόομ, που κατά παράδοση απεικόνιζαν το λιμάνι της Αμβέρσας ή τον κεντρικό δρόμο Spaarne του Χάαρλεμ.[8]
Η διαμονή του στο Χάαρλεμ συνοδεύτηκε από την έναρξη της οικονομικής του ανάκαμψης αλλά και της φήμης του.[9] Απέκτησε μεγαλύτερη δημοτικότητα λόγω των λεπτομερειών που περιλάμβανε στους πίνακές του, ιδιαίτερα στην απεικόνιση των παραλιών κοντά στην πόλη, έργα που βρέθηκαν διάσπαρτα σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις και ανάκτορα, όπως στο Παλάτσο Βενέτσια της Ρώμης και στη συλλογή του Γερμανού Αυτοκράτορα. Την εποχή εκείνη εξέδωσε και μια σειρά είκοσι χαρακτικών με τον τίτλο Verscheyden Stranden en Water Gezichten (σε ελεύθερη απόδοση: πέρασμα από θάλασσα και παραλίες), στην οποία απεικονίζει ψαράδες να επιδίδονται σε διάφορες δραστηριότητες και βασίστηκαν σε χαρακτικά του Χέντρικ Χόλτσιους, που είχαν ως θέμα τις δραστηριότητες των Αποστόλων, αλλά ο Πορσέλλις δεν δίνει έμφαση στον θρησκευτικό τομέα όσο στον συμβολικό.[10][8] Ύστερα από λίγο καιρό έφυγε και από το Χάαρλεμ και, το 1624, καταγράφεται να ζει στο Άμστερνταμ. Το 1626 είχε μετοικήσει στο Φόορμπουρχ, κοντά στη Χάγη και το 1627 εκδόθηκε μια σειρά δώδεκα χαρακτικών του στο Άμστερνταμ από τον C. J. Visscher, με τίτλο Icones Variarum navium hollandicarum (εικόνες διαφόρων ολλανφικών πλοίων), που αποτέλεσε την πρώτη εικονογράφηση πλοίων από την εποχή του Πίτερ Μπρίγκελ του πρεσβύτερου το 1565.[9]
Κάποια χρονική στιγμή μεταξύ 1627 και 1629 μετοίκησε, σχεδόν μόνιμα πλέον, στο Ζουτερβάουντε (Zoeterwoude) στα περίχωρα του Λέιντεν. Τα τελευταία του χρόνια τα πέρασε σε οικονομική ευφορία, χάρη στο μερίδιο που κληρονόμησε η σύζυγός του από την περιουσία της μητριάς της, αλλά και χάρη στις πωλήσεις των πινάκων του. Στις 19 Δεκεμβρίου 1631 ήταν «ziekelijk te bedde» (ασθενής στο κρεβάτι του) στο σπίτι του στο Ζουτερβάουντε και συνέταξε τη διαθήκη του. Απεβίωσε στις 29 Ιανουαρίου 1632. Κληρονόμο του είχε ονομάσει τη σύζυγό του, με την πρόβλεψη ότι ο μοναδικός του γιος, Γιούλιους, επίσης θαλασσογράφος[11] , θα λάμβανε «όλους τους πίνακες και τα έργα που ο καλλιτέχνης είχε στην κατοχή του κατά τον θάνατό του, ήταν δικά του δημιουργήματα και έφεραν την υπογραφή του, και όχι άλλα».[9]
Ο Πορσέλλις ήταν ο εξελικτικός κρίκος στην ολλανδική θαλασσογραφία. Ο Χέντρικ Φρόομ, τον οποίο ο Χαουμπράκεν αναφέρει ως «Δάσκαλο» του Πορσέλλις, ήταν ιδιαίτερα επιδέξιος στην απεικόνιση πλοίων και κάλυψε θεματολογία όπως ψάρια, ψαράδες και άλλους βαρκάρηδες. Ο Πορσέλλις στους πρώτους του πίνακες, στη περίοδο ως το 1612, έδειξε ότι είχε αφομοιώσει το ύφος του Φρόομ, το οποίο ήταν πολύ δημοφιλές εκείνη την εποχή. Ο πίνακας Θύελλα στη θάλασσα του Πορσέλλις απεικονίζει πολλά χαρακτηριστικά που θεωρούνταν πολύ σημαντικά στην εποχή του Φρόομ, τόσο από άποψη θεατρικότητας όσο και από άποψη της συμβατικής απόδοσής τους με χρώμα.[8]
Όταν απεικονίζει επικίνδυνες καταστάσεις, ο Πορσέλλις δίνει μικρότερη έμφαση σε τυχόν θαματικές καταστροφές. Γεγονός είναι ότι δεν έχει ζωγραφίσει ναυάγια μεγάλων σκαφών που να αποδεικνύουν αυτό το σημείο. Ο θεατής περισσότερο καλείται να αποφανθεί ο ίδιος για το τι θα σταδιακά θα συμβεί. Τα σκάφη του Πορσέλλις αποτελούν σταθερή παρουσία στο νερό, ενώ η γκρίζα, ομιχλώδης ατμόσφαιρα δημιουργεί αντίθεση και θολώνει τον ορίζοντα και τα σκάφη σε απόσταση. Ο ουρανός δημιουργείται από κηλίδες φωτός του ήλιου πάνω σε καφετιάς απόχρωσης έδαφος, που με το φως γίνεται πράσινο. Αυτά τα εφέ ποτέ δεν τα αποπειράθηκε ο Φρόομ και οι σύγχρονοί του και ήταν όντως πολύ προχωρημένα για της εποχή τους, αν και θα εξακολουθήσουν να απασχολούν τον Πορσέλλις δια βίου οι λεπτές αποχρώσεις του ουρανού.[12]
Η Θύελλα στη θάλασσα ήταν η μόνη αναπαράσταση νυκτερινής ναυμαχίας στην ολλανδική τέχνη. Κατά την εποχή του Πορσέλλις το πλοίο θεωρούνταν ως μεταφορά της έννοιας της ανθρώπινης ψυχής και το θαλάσσιο ταξίδι σύμβολο της ζωής του ανθρώπου. Για τον λόγο αυτόν τα θέματα θαλασσογραφίας, όπως θύελλα στη θάλασσα ή το ναυάγιο ενός πλοίου, υπενθύμιζαν στον θεατή την ανθρώπινη αδυναμία και τη θεία δύναμη. Δεν είναι βέβαιο αν οι πίνακες του Πορσέλλις εμπεριέχουν κάποιο ηθικό μήνυμα, αλλά η διάταξη του πίνακα Νυκτερινή Ναυμαχία, όπου η ναυμαχία διεξάγεται μακριά ενώ το ψάρεμα συνεχίζεται στο προσκήνιο, μοιάζει να εμπνέει σκέψεις επί του θνητού του ανθρώπου.[8]
Εννέα από τους δέκα πίνακες του Πορσέλλις πριν το 1620 απεικονίζουν σκάφη του ολλανδικού στόλου σε ναυμαχίες, θύελλες ή απόψεις λιμανιών. Ήταν γνωστό θέμα από παλαιότερους θαλασσογράφους. Όμως, το πρώτο χρονολογημένο έργο του του 1620 σηματοδοτεί μια αλλαγή ύφους. Στο πάνελ απεικονίζονται μικρά μεταφορικά σκάφη, που πλέουν με μιαν ελαφριά αύρα. Πρόκειται για τον πρώτο ολλανδικό πίνακα που τοποθετείται σε ανώνυμο θαλάσσιο τοπίο, που δεν μπορεί να εξακριβωθεί ποιο είναι, καθώς λείπουν τα γνωστά λιμάνια. Η αριστοτεχνική διάταξη των συμβατικών στοιχείων δείχνει ότι ο Πορσέλλις είχε φθάσει στην ωριμότητα του έργου του, την εποχή που ζωγράφισε αυτόν τον πίνακα.[8]
Με τη μετοίκηση του Πορσέλλις στο Χάαρλεμ πραγματοποιήθηκε η αρχή της περιόδου της επιτυχίας του και δημιούργησε πίνακες με θεματολογία απόψεις παραλιών, θέμα τοπικής «ειδικότητας». Κατά την περίοδο αυτή δημιούργησε, επίσης, έργα με σχεδόν μονοχρωματικό ουρανό, που χαρακτηρίζονται από αποτελεσματική διαχείριση φωτός και σκιάσεων. Οι ουρανοί του Πορσέλλις ήταν ριζοσπαστικοί σε πολλά σημεία, όπως στη σύνθεση, στις λεπτές μεταβολές του τοπίου και στις εναλλαγές διαθέσεων. Στην πλειονότητά τους, τα έργα της ώριμης περιόδου του εμφανίζουν τη θάλασσα ως φιλόξενη και όχι αφιλόξενη ή επικίνδυνη. Η συμβολή του στην ολλανδική τέχνη έγκειται, επίσης, στην έμφαση των δραματικών εφέ του φωτός, ενώ έχουν σχετικά συγκρατημένη σύνθεση.[9]
Ο Πορσέλλις εγκαθίδρυσε πρωτότυπο τρόπο στη θαλασσογραφία, καθώς εστίασε στα τονικά εφέ, δημιουργώντας ζωντανή ατμόσφαιρα και έργα σε σχεδόν μονοχρωματικές αποδόσεις. Τα υφολογικά αυτά στοιχεία αργότερα εμφανίστηκαν ανάμεσα στους συγχρόνους του θαλασσογράφους, όπως οι Γιαν φαν Χόγιεν, Πίτερ ντε Μολάιν και Σάλομον φαν Ράουσντελ[13] Αυτοί οι θαλασσογράφοι, συχνότερα από όλους, ακολούθησαν τον Πορσέλλις στην απεικόνιση ανώνυμων σκαφών που περιβάλλονται από εκτεταμένες περιοχές θάλασσας και ουρανού (Slive 217).[5] Τα έργα αυτά δεν αποτελούσαν παραγγελίες, αλλά τα δημιουργούσε προς πώληση στην ανοικτή αγορά, κάτι που είναι εμφανές από τη ρευστότητα των υφολογικών στοιχείων που δεν ήταν παραδοσιακά χαρακτηριστικά των θαλασσογραφιών[5] (Slive, p. 217).
Ο Πορσέλλις αναγνωριζόταν ως αξιόλογος ζωγράφος, κατά πολύ ανώτερος του συναδέλφου του Χέντρικ Φρόομ, όπως γράφει ο Κονσταντάιν Χόιχενς, ενώ είναι γνωστό ότι ζωγράφοι όπως οι Ρέμπραντ, Άλλερτ φαν Έφερντινγκεν, Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς και Γιαν φαν ντε Καπέλλε συνέλεγαν έργα του.[5][7][14] Ο Σάμουελ Χόοχστρατεν τον επαινούσε αποκαλώντας τον ως «Ραφαήλ της θαλασσογραφίας», ενώ ο Γιοάχιμ Άουντάαν (Joachim Oudaan) του αφιέρωσε ένα ποίημα υμνώντας το ταλέντο του. Ανάμεσα στους μαθητές του συγκαταλέγονται ο γιος του, Γιούλιους, ο αδελφός της συζύγου του, Χέντρικ φαν Αντόνισσεν και ο Σίμον ντε Φλίχερ [5] (Slive, p. 218).
Τα πλέον διάσημα έργα του μπορεί κανείς να τα συναντήσει σε μουσεία όλου του κόσμου, εκτός από την Ολλανδία, όπως στη Ρωσία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γερμανία και τη Βόρεια Αμερική. Σημαντικά έργα του υπάρχουν στο Μουσείο Ερμιτάζ στην Αγία Πετρούπολη και στο Ρέικσμουζεουμ του Άμστερνταμ.[15]