Γιοχάνες Τσικόνια

Γιοχάνες Τσικόνια
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Johannes Ciconia (Γαλλικά)
Γέννηση1370[1][2][3]
Λιέγη[4]
Θάνατος1412
Πάντοβα[5]
Χώρα πολιτογράφησηςΕπισκοπή της Λιέγης
Γαλλία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυνθέτης
μουσικός θεωρητικός

Ο Γιοχάνες Τσικόνια (φλαμανδικά: Johannes Ciconia, π. 1370 - μεταξύ 10ης Ιουνίου και 13ης Ιουλίου 1412) ήταν συνθέτης και θεωρητικός της μουσικής του ύστερου Μεσαίωνα. Πιθανόν να συγχέεται με τον πατέρα του σε διάφορα ζητήματα βιογραφίας, λόγω της αβεβαιότητας για την ημερομηνία γέννησής του. Όλα τα έργα τους συνθέτη πιστεύεται ότι χρονολογούνται μετά το 1390 περίπου.

Ο Τσικόνια γεννήθηκε στη Λιέγη. Κάποιος Γιοχάνες Τσικόνια, πιθανόν ο πατέρας του, εργαζόταν στην Αβινιόν το 1350 ως γραμματέας για τη σύζυγο του ανιψιού του Πάπα Κλήμη ΣΤ΄. Το 1358 ο εν λόγω Γιοχάνες Τσικόνια κατοικούσε στην Ιταλία, εργαζόμενος στην Πάδουα. Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στην Ιταλία ταξίδεψε πολύ ως ακόλουθος του Καρδιναλίου Gil Alvarez De Albornoz και ήρθε σε επαφή με όλα τα τοπικά μουσικά στυλ· προφανώς ενσωμάτωσε ό,τι άκουσε στη μουσική του. Το 1372 επέστρεψε στη Λιέγη, όπου παρέμεινε για άγνωστο χρονικό διάστημα· αναφέρεται ότι έκανε εκεί οικογένεια, παρόλο που παρέμεινε άγαμος.

Ένας δεύτερος μουσικός με το όνομα Γιοχάνες Τσικόνια εμφανίζεται σε αρχεία στη Λιέγη το 1385 ως δωδεκαδάκτυλος, γενικά ένα πρόσωπο νεαρή ηλικίας, και γι’ αυτό πιθανότερα ο ίδιος ο συνθέτης. Παπικά αρχεία υπονοούν ότι αυτός ο Τσικόνια ήταν στην υπηρεσία του Πάπα Βονιφάκιου του 9ου στη Ρώμη το 1391. Ένας θρήνος που έγραψε για το θάνατο του Φραντσέσκο ντε Καρράρα χρονολογείται σίγουρα το 1393, δίνοντας περαιτέρω στοιχεία για την παρουσία του στην Ιταλία εκείνη την εποχή. Είναι άγνωστο το πότε ο Τσικόνια πήγε στην Πάδουα –υπάρχει μια πιθανότητα μια ενδιάμεσης παραμονής στην Πάβια που επιβεβαιώνεται από τους Ντι Μπάκο και Νάδας– αλλά είναι γνωστό ότι βρισκόταν στην Πάδουα το 1401, όπου παρέμεινε μέχρι το θάνατό του.

Η μουσική του Τσικόνια χαρακτηρίζεται από συγκρίσιμη σύμμιξη των στυλ. Μουσικά χαρακτηριστικό της Βόρειας Ιταλίας, όπως το μαδριγάλι του Una panthera, συνδυάζεται με τη γαλλική ars nova. Το πιο περίπλοκο στυλ της ars subtilior αναδύεται σε ένα έργο, το Sus un fontayne, και το ύστερο μεσαιωνικό στυλ αρχίζει να μορφοποιείται δια την γραφής που κατευθύνεται προς τα μελωδικά πρότυπα της Αναγέννησης (π.χ. Ο rosa bella). Έγραψε τόσο κοσμική (γαλλικά βιρελάι, ιταλικές μπαλλάτες και μαδριγάλια) όσο και θρησκευτική μουσική (μοτέτα, μέρη λειτουργίας, κάποια εκ των οποίων ισορυθμικά), ενώ έγραψε και πραγματείες για τη μουσική. Παραμένει πιθανό κάποια έγα να του έχουν αποδοθεί λανθασμένα.

Η εποχή από το θάνατο του Γκιγιώμ ντε Μασώ (1377) μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 15ου αιώνα χαρακτηρίζεται στη σύγχρονη μουσικολογία ως «εποχή Τσικόνια», λόγω του μεγάλου όγκου του έργου του σε σχέση με αυτό των συγχρόνων του.