Γιούρι Βαρντανιάν | |||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
1980 | |||||||||
Προσωπικές Πληροφορίες | |||||||||
Γέννηση | 16 Ιουνίου 1956 Λενινακάν, Σοβιετική Ένωση | ||||||||
Θάνατος | 1 Νοεμβρίου 2018 (62 ετών) Καλιφόρνια, Ηνωμένες Πολιτείες | ||||||||
Έτη δραστηριοποίησης | 1975 – 1985 | ||||||||
Ύψος | 1,71 μ. | ||||||||
Άθλημα | |||||||||
Χώρα | Σοβιετική Ένωση | ||||||||
Άθλημα | Άρση βαρών | ||||||||
Μετάλλια
|
Ο Γιούρι Νοράιροβιτς Βαρντανιάν (ρωσικά: Юрий Норайрович Варданян, αρμενικά: Յուրի Վարդանյան, 13 Ιουνίου 1956 – 1 Νοεμβρίου 2018) ήταν Σοβιετικός Αρμένιος αθλητής της άρσης βαρών.[1][2] Κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1980, έγινε ο πρώτος αρσιβαρίστας στον κόσμο που ανύψωσε συνολικά 400 κιλά στην κατηγορία βάρους 82,5 κιλών και θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους κορυφαίους όλων των εποχών.[3] Επτά φορές πρωταθλητής κόσμου και πέντε Ευρώπης, του απονεμήθηκε το Τάγμα του Λένιν το 1985.[4] Το 1994 εξελέγη μέλος του Hall of Fame της Διεθνούς Ομοσπονδίας Άρσης Βαρών.[5]
Ο Γιούρι Βαρντανιάν γεννήθηκε στις 13 Ιουνίου 1956 στο Λενινακάν (τώρα Γκιουμρί). Ξεκίνησε την άρση βαρών το 1970 υπό την καθοδήγηση του θείου του Σεργκέι. Εκπαιδεύτηκε στην αθλητική κοινωνία Λοκομοτίβ στη γενέτειρά του Λενινακάν. Το 1975–76 έγινε παγκόσμιος και ευρωπαίος πρωταθλητής νέων στην κατηγορία βάρους έως 75 κιλά. Στις 12 Δεκεμβρίου 1976 κατέρριψε το πρώτο του παγκόσμιο ρεκόρ ανυψώνοντας 155,5 κιλά στο αρασέ, ενώ ακολούθησε παγκόσμια επιδόση και στο ζετέ (193 κιλά). Από το 1977 ήταν μέλος της εθνικής ομάδας της ΕΣΣΔ, κατακτώντας τους τίτλους Ευρώπης και κόσμου την ίδια χρονιά. Επανέλαβε τις επιτυχίες του αυτές και τις δύο επόμενες χρονιές, ανεβαίνοντας στην κατηγορία των 82,5 κιλών.[6][7]
Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1980, ο Βαρντανιάν έγινε ο πρώτος Αρμένιος αρσιβαρίστας που κέρδισε χρυσό μετάλλιο στην άρση βαρών. Με μία εντυπωσιακή εμφάνιση στις 26 Ιουλίου έγινε επίσης ο πρώτος αρσιβαρίστας ελαφρών βαρών (82,5 κ.) που σήκωσε συνολικά 400 κιλά (177,5 στο αρασέ και 222,5 στο επολέ-ζετέ) σε επίσημο αγώνα, καταρρίπτοντας τόσο το Ολυμπιακό όσο και το παγκόσμιο ρεκόρ. Βελτίωσε δύο φορές την παγκόσμια επίδοση στο ζετέ, αρχικά με 215,5 κιλά και στη συνέχεια ανυψώνοντας 7,5 κιλά περισσότερα από την προηγούμενη παγκόσμια επίδοση.[6] Ο χρυσός Ολυμπιονίκης μεσαίων βαρών (90 κιλά), σήκωσε συνολικά 377,5 κιλά και ο χρυσός Ολυμπιονίκης των υποβαρέων βαρών (100 κ.), σήκωσε συνολικά σε 395 κιλά.[8] Όσον αφορά την κατηγορία των 82,5 κιλών, ο ασημένιος Ολυμπιονίκης, Μπλαγκόι Μπλαγκόεφ, σήκωσε συνολικά 372,5 κιλά και ο χάλκινος Ντούσαν Πολιατσίκ 367,5 κιλά.[9]
Την επόμενη χρονιά, ο Βαρντανιάν ανέβηκε στην κατηγορία μεσαίων βαρών (90 κιλά) για μία διοργάνωση στο Ντονέτσκ, στην οποία κατέρριψε όλα τα παγκόσμια ρεκόρ της κατηγορίας, αλλά αποφάσισε να επιστρέψει στην ελαφρών βαρών για το Παγκόσμιο και το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα στη Λιλ. Ήταν επίσης κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου που ο Βούλγαρος Ασέν Ζλάτεφ αναδείχθηκε κορυφαίος διεκδικητής στην κατηγορία. Ο Ζλάτεφ είχε επίσης κερδίσει χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1980 στα 75 κιλά και τώρα ανέβηκε στην ελαφρών βαρών. Κατετάγη τελικά δεύτερος πίσω από τον Βαρντανιάν και στις δύο διοργανώσεις στη Λιλ.[10][11]
Ο Βαρντανιάν επέστρεψε στην κατηγορία των μεσαίων βαρών και πάλι το 1982. Κατέρριψε ξανά όλα τα ρεκόρ της κατηγορίας στο Πρωτάθλημα Άρσης Βαρών της ΕΣΣΔ στο Ντνιπροπετρόβσκ με 188 και 190 κιλά στο αρασέ, 228 στο ζετέ, έχοντας σωματικό βάρος 87 κιλών.[6] Ωστόσο, ήρθε δεύτερος πίσω από τον Μπλαγκόι Μπλαγκόεφ στο Ευρωπαϊκό και το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και αποφάσισε να αγωνιστεί ξανά στην ελαφρών βαρών. Επανερχόμενος στη δική του κατηγορία, ανέκτησε με επιτυχία το Ευρωπαϊκό και το Παγκόσμιο του πρωτάθλημα από τον Ζλάτεφ, κερδίζοντας με μόλις 2,5 κιλά στο σύνολο και στα δύο. Στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Άρσης Βαρών του 1983, οι φίλοι του Βαρντανιάν, Οκσέν Μιρζογιάν και Γιούρι Σαρκισιάν, είχαν κερδίσει επίσης το χρυσό μετάλλιο στις αντίστοιχες κατηγορίες τους, γεγονός που σήμαινε ότι οι Αρμένιοι είχαν έρθει πρώτοι στον κόσμο σε τρεις από τις δέκα κατηγορίες.[12]
Ο Βαρντανιάν ηττήθηκε για μοναδική φορά στην κατηγορία ελαφρών βαρών στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Άρσης Βαρών του 1984, όπου τερμάτισε δεύτερος πίσω από τον Ζλάτεφ.[13]
Λόγω του μποϊκοτάζ των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 1984, ο Βαρντανιάν δεν μπόρεσε να αγωνιστεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες εκείνης της χρονιάς, παρά το γεγονός ότι ήταν απόλυτο φαβορί για το χρυσό μετάλλιο. Στη θέση των Ολυμπιακών Αγώνων του 1984, ο Βαρντανιάν και οι Σοβιετικοί και οι αθλητές των χωρών που συμμετείχαν στο μποϊκοτάζ αγωνίστηκαν στους Αγώνες Φιλίας του 1984, όπου έκανε μια ακόμη εντυπωσιακή εμφάνιση, αυτή τη φορά σηκώνοντας συνολικά 405 κιλά για να κερδίσει το χρυσό μετάλλιο, 20 κιλά μπροστά από τον ασημένιο Ολυμπιονίκη Ασέν Ζλάτεφ (385 κιλά) που επίσης σήκωσε 405 κιλά στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα του 1986 στη Σόφια. Ο χρυσός Ολυμπιονίκης του Λος Άντζελες σημείωσε επίδοση 50 κιλά λιγότερα από το Βαρντανιάν.[14][15] Τις πέντε πρώτες κατηγορίες είχε κερδίσει η βουλγαρική ομάδα. Ο Βαρντανιάν ήταν ο πρώτος αρσιβαρίστας από τη σοβιετική ομάδα (ή οποιαδήποτε άλλη χώρα) που κέρδισε χρυσό μετάλλιο. Την απόδοσή του θα ακολουθούσαν οι Σοβιετικοί αρσιβαριστές που κέρδισαν το χρυσό στις υπόλοιπες τέσσερις κατηγορίες, ισοφάρισαν τους Βούλγαρους σε χρυσά και συνολικά μετάλλια και κέρδισαν τη διοργάνωση λόγω των περισσότερων ασημένιων μεταλλίων.[16]
Ο Βαρντανιάν σημείωσε επίσης όλα τα παγκόσμια ρεκόρ για τελευταία φορά στην κατηγορία ελαφρών βαρών. Αν και καταρρίφθηκαν 30 παγκόσμια ρεκόρ στο αγώνισμα της άρσης βαρών ήταν ο μόνος αρσιβαρίστας που κατέρριψε και τα τρία παγκόσμια ρεκόρ στο αρασέ, στο ζετέ και στο σύνολο στην αντίστοιχη κατηγορία του.[17] Το 1985 κατέκτησε τον τελευταίο παγκόσμιο τίτλο του με 177,5 στο αρασέ και 220 στο ζετέ (σύνολο 392,5 κιλά). Κατά τη διάρκεια της καριέρας του σημείωσε 42 παγκόσμια ρεκόρ, πέντε στην κατηγορία των 75 κιλών (τρία στο αρασέ, ένα στο ζετέ και ένα συνολικά), 29 στην κατηγορία των 82,5 κιλών (9 στο αρασέ, 11 στο ζετέ και 9 στο σύνολο) και οκτώ στην κατηγορία των 90 κιλών (τρία στο αρασέ, τρία στο ζετέ και δύο στο σύνολο).[2] Τα 41 είναι επίσημα.[3][7] Έχοντας κατακτήσει 19 χρυσά μετάλλια στα Παγκόσμια πρωταθλήματα, υστερεί των Ναΐμ Σουλεϊμάνογλου, Βασίλι Αλεξέεφ (από 22) και του Λάσα Ταλαχάντζε (20), όταν αποχώρησε μόνο του Αλεξέεφ.[7][18]
Η τεχνική του Βαρντανιάν ήταν αξιοπρόσεκτη με τον ίδιο να δίνει μεγάλη σημασία σ' αυτή: ανέβαινε στο πλατό με αργά, σταθερά βήματα. Στεκόταν πάνω από την μπάρα λίγα δευτερόλεπτα και άρχιζε να σκύβει σιγά - σιγά, με τα χέρια ανοιχτά στο άνοιγμα για τη λαβή του επολέ. Άρπαζε την μπάρα και χωρίς να μείνει στη στάση αυτή για ν' αυτοσυγκεντρωθεί, όπως κάνουν σχεδόν όλοι οι αρσιβαρίστες, ξεκινούσε με μία απότομη κίνηση. Η μπάρα έφθανε στους ώμους. Εκεί έμεινε για λίγο ακίνητος και μ' εκρηκτική κίνηση και ασυνήθιστα μικρό ψαλίδι, ανύψωσε την μπάρα πάνω από το κεφάλι. Όμως αυτό για το οποίο μνημονεύεται εξίσου συχνά είναι το πολύπλευρο αθλητικό του ταλέντο: Είχε ατομικό ρεκόρ στο άλμα εις ύψος, σύμφωνα με την έγκυρη γαλλική αθλητική εφημερίδα L'Équipe, 2,12 μέτρα, ενώ κατά άλλη πηγή, είχε υπερβεί και τα 2,15 μ. Πηδούσε μήκος άνευ φοράς πάνω από 3,50 μέτρα, κοντά στα 3,70 μέτρα. «Κάρφωνε» την μπάλα του μπάσκετ στο καλάθι. Και όλα αυτά με σωματικό ύψος μόλις 1,71 μέτρα. Επί πλέον, έτρεχε τα 100 μέτρα σε χρόνο κάτω από 11 δευτερόλεπτα, έπαιζε τερματοφύλακας, ήταν καλός ξιφομάχος και εξαιρετικός ερασιτέχνης σκακιστής.[19] Υπήρξε είδωλο για πολλούς πρωταθλητές μεταξύ των οποίων και του Πύρρου Δήμα.[20]
Ο Βαρντανιάν γνώρισε τη σύζυγό του, Ελεονόρα, μια Ρωσίδα αθλήτρια στο άθλημα του λουτζ, ενώ προπονούνταν μαζί στις εθνικές αθλητικές επιλογές της ΕΣΣΔ. Παντρεύτηκαν το 1983 στην Αρμενία. Το ζευγάρι έχει τρεις γιους: τον Νταβίντ (γενν. 1983), τον Νοραΐρ (γενν. 1987) και τον Μάικλ (γενν. 1995). Ο μεσαίος γιος τους, ο Νοραΐρ Βαρντανιάν, είναι Ολυμπιονίκης αρσιβαρίστας που εκπροσώπησε την Αρμενία[21] στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012 και μετέπειτα τις Ηνωμένες Πολιτείες.[22]
Μετά την καριέρα του ως αθλητής, λόγω της δημοτικότητάς του στην ιδιαίτερη πατρίδα του ασχολήθηκε με την πολιτική. Το 1985 εξελέγη στο Ανώτατο Συμβούλιο της Αρμενικής ΣΣΔ.[15] Δέχθηκε πιέσεις από τη ρωσική πλευρά τις οποίες αρνήθηκε, μετακόμισε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1992 και εγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες.[6] Υποστήριξε επίσης ότι είχε πολιτικές διαφωνίες με τον τότε Πρόεδρο Λεβόν Τερ-Πετροσιάν και αυτό λειτούργησε ως αφορμή για να μετακομίσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήταν πυλώνας της Αρμενιο-Αμερικανικής κοινότητας στη Νότια Καλιφόρνια, εργαζόταν ως προπονητής στον ιδιωτικό τομέα και βοηθούσε άλλους μετανάστες από την Αρμενία στη μετάβαση στην αμερικανική ζωή. Επέστρεψε στην Αρμενία το 2009.[4][15] Στις 2 Απριλίου 2009, ο Βαρντανιάν διορίστηκε σύμβουλος του Προέδρου Σερζ Σαρκισιάν.[23]
Στις 8 Οκτωβρίου 2010, ο Βαρντανιάν είχε αυτοκινητιστικό ατύχημα όταν το όχημά του χτύπησε ένα τρακτέρ στον αυτοκινητόδρομο Γερεβάν-Γκιουμρί.[24] Μεταφέρθηκε στο Ιατρικό Κέντρο Ναΐρί και υποβλήθηκε σε επιτυχή χειρουργική επέμβαση στο μηρό.[25] Εισήχθη στο ιατρικό κέντρο Εραμπουνί στις 22 Απριλίου 2011, όπου διαγνώστηκε με πνευματική εμβολή και κατά τη διάρκεια χειρουργικής επέμβασης για αποκατάσταση του κάτω ποδιού έπεσε σε κώμα.[26] Η κατάστασή του βελτιώθηκε και βγήκε από το νοσοκομείο στις 13 Μαΐου 2011.[27] Στις 8 Μαΐου 2013, διορίστηκε Υπουργός Αθλητισμού και Νεολαίας. Στις 24 Ιουνίου 2014 διορίστηκε πρέσβης της Αρμενίας στη Γεωργία, θέση που διατήρησε ως το 2017.[28][29]
Μέχρι σήμερα, ο Βαρντανιάν αναγνωρίζεται ως ήρωας στην Αρμενία για τα επιτεύγματα του στο άθλημα της άρσης βαρών. Ένα γραμματόσημο τυπώθηκε το 2010 προς τιμήν του.[30] Απεβίωσε την 1η Νοεμβρίου 2018, σε ηλικία 62 ετών από πνευμονική εμβολή. Ετάφη στο κοιμητήριο Πάνθεον του Κομιτάς, στο Ερεβάν.[29]