Γιούστους Σούστερμανς | |
---|---|
Γέννηση | 28 Σεπτεμβρίου 1597[1][2][3] Αμβέρσα |
Θάνατος | 23 Απριλίου 1681[1][2][3] Φλωρεντία |
Χώρα πολιτογράφησης | Κάτω Χώρες των Αψβούργων |
Ιδιότητα | ζωγράφος |
Αδέλφια | Cornelis Sustermans |
Κίνημα | Ύστερη Αναγέννηση |
Είδος τέχνης | έργο ιστορικής θεματολογίας |
Καλλιτεχνικά ρεύματα | Ύστερη Αναγέννηση |
Σημαντικά έργα | The Family of Darius III in front of Alexander the Great και Claudia de’Medici? (1604–1648), Princess of Tuscany |
Χορηγός/οί | Κόζιμο Β΄ των Μεδίκων |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιούστους Σούστερμανς (φλαμανδικά: Justus Sustermans, 28 Σεπτεμβρίου 1597 – 23 Απριλίου 1681), γνωστός επίσης ως Τζούστο (Giusto) Σουστερμανς ήταν Φλαμανδός ζωγράφος του ρεύματος μπαρόκ. Γεννήθηκε στην Αμβέρσα και απεβίωσε στη Φλωρεντία.
Ο Σούστερμανς είναι κατά κύριο λόγο γνωστός για τις προσωπογραφίες μελών της οικογένειας των Μεδίκων, καθώς ήταν ο ζωγράφος της Αυλής τους. Τα έργα του υπάρχουν τόσο στο Παλάτσο Πίττι όσο και στην πινακοθήκη Ουφίτσι της Φλωρεντίας, αλλά και σε πολλές άλλες πινακοθήκες ανά τον κόσμο. Κατά τη διάρκεια του βίου του είχε αναγνωριστεί ως ο καλύτερος προσωπογράφος στην Ιταλία.
Σπούδασε ζωγραφική αρχικά στην Αμβέρσα υπό τον Βίλλεμ ντε Φος (ανεψιό του ζωγράφου Μέρτεν ντε Φος) και το 1609 έγινε βοηθός του. Στη συνέχεια πέρασε τρισήμισι χρόνια στο Παρίσι, όπου σπούδασε συνεργαζόμενος με τον Φρανς Πάουρμπους τον νεότερο. Στη συνέχεια προσκλήθηκε στη Φλωρεντία, υπό την πατρονία της οικογένειας των Μεδίκων, όπου μελέτησε τους Ιταλούς προσωπογράφους, όπως τον Γκουερτσίνο, τον Ισπανό Ντιέγκο Βελάσκεθ και τον Γάλλο Πιέρ Μινιάρ. Κατά τη διαμονή του στην Ιταλία επηρεάστηκε επίσης από τους Βενετσιάνους καλλιτέχνες.[4]
Το 1620 πήγε στη Φλωρεντία ως Αυλικός ζωγράφος του Κόζιμο Β΄ των Μεδίκων, Μεγάλου Δούκα της Τοσκάνης.[5] Τη χρονιά που άρχισε να σχετίζεται με την οικογένεια, ο Κόζιμο Β΄ απεβίωσε. Πέρασε το υπόλοιπο της σταδιοδρομίας του στην υπηρεσία των Μεδίκων, ζωγραφίζοντας σε πολλές ιταλικές πόλεις, καθώς και στο Ίννσμπρουκ και τη Βιέννη. Τα πορτρέτα του καταγράφουν τρεις γενεές της οικογένειας των Μεδίκων.
Πιστεύεται ότι το πρώτο έργο που ολοκλήρωσε, το 1622, για λογαριασμό των Μεδίκων ήταν το πορτρέτο της χήρας του Κόζιμο Β΄, Μαρίας Μανταλένας της Αυστρίας, το οποίο σήμερα βρίσκεται στα Βασιλικά Μουσεία Καλών Τεχνών του Βελγίου στις Βρυξέλλες.[6] Συνέπεια αυτού ήταν η Μαρία Μανταλένα να γίνει ο πρώτος πατρόνας του Σούστερμανς.[7] Το επόμενο έτος ολοκλήρωσε τον πίνακα Μαρία Μανταλένα της Αυστρίας]], σύζυγος του Μεγάλου Δούκα Κόζιμο Β΄ των Μεδίκων και αδελφή του Αυτοκράτορα Φερδινάνδου, με τον γιο της, μελλοντικό Μέγα Δούκα της Τοσκάνης Φερδινάνδο Γ΄, διπλό πορτρέτο της Μαρίας Μανταλένα και του γιου της Φερδινάνδου Β΄ των Μεδίκων, μελλοντικού Μεγάλου Δούκα της Τοσκάνης. Ολοκληρωμένος περί το 1623, μετά τον θάνατο του πατέρα του Φερδινάνδου, Κόζιμο Β΄, ο πίνακας απεικονίζει τη Μαρία Μανταλένα στο κέντρο, με το δεξιό χέρι στο στέμμα του Κόζιμο Β΄ και το αριστερό να αναπαύεται στον ώμο του γιου της.[8] Απεικονίζοντας το στέμμα του Μεγάλου Δούκα ο Σούστερμανς συμβολικά περιέλαβε τον Κόζιμο Β΄ στο έργο και, στεκόμενη ανάμεσά τους, η Μαρία Μανταλένα αποτελεί τον σύνδεσμο μεταξύ Φερδινάνδου και ηγεμονίας της Τοσκάνης.[9]
Ο Φερδινάνδος θα πρέπει να ήταν δεκατριών ετών όταν ολοκληρώθηκε ο πίνακας, εν τούτοις σε αυτόν μοιάζει σαν να είναι τεσσάρων ή πέντε ετών.[10] Επιπλέον, η μητέρα του μοιάζει πολύ νεότερη στο πορτρέτο αυτό σε σχέση με το άλλο της πορτρέτο που ο Σούστερμανς είχε φιλοτεχνήσει το 1622.[11] Sustermans was known for painting children accurately, so it is unlikely that the artist did not know how to make Ferdinand look his age.[12] Καθώς αυτό το πορτρέτο παραδόθηκε μαζί με μεταθανάτιο πορτρέτο το Κόζιμο Β΄, είναι πιθανόν αυτός ο πίνακας να έχει την έννοια της αναδρομής στο παρελθόν, όπως ακριβώς το μεταθανάτιο πορτρέτο του Κόζιμο Β΄ έκανε αναδρομή στο παρελθόν όσο αυτός ζούσε.[13]
Ο εγγονός του Σούστερμανς, Τζοβάννι Βανγκέλντρι (Giovanni Vangheldri, δραστηριοποιήθηκε την περίοδο 1651-1675) ήταν εξέχων προσωπογράφος για λογαριασμό των Δουκών της Μόντενα και των Κομήτων της Νοβελλάρα[14]
|