Γιόνας Κάουφμαν | |
---|---|
Ο Γιόνας Κάουφμαν, στην Σκάλα του Μιλάνου το 2015 | |
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 10 Ιουλίου 1969[1][2][3] Μόναχο[4] |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανία Αυστρία[5] |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[6] |
Σπουδές | Ανώτατη Ακαδημία Μουσικής και Θεάτρου του Μονάχου |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | λυρικός τραγουδιστής |
Περίοδος ακμής | 1992 |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Margarete Joswig (έως 2014) |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Βραβεύσεις | Βαυαρικό Μαξιμιλιανό Τάγμα για τις Επιστήμες και Τέχνες (2018)[7] Σταυρός του Τάγματος της Αξίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (2016) Echo Klassik Male Singer of the Year (2010) Echo Klassik Male Singer of the Year (2013) Echo Klassik Male Singer of the Year (2015) Classic Brit Awards |
Ιστότοπος | |
jonaskaufmann | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιόνας Κάουφμαν (γερμανικά: Jonas Kaufmann, γεν. 10 Ιουλίου 1969) είναι Γερμανός τενόρος όπερας. Είναι γνωστός για τις εμφανίσεις του σε spinto ρόλους όπως του Δον Χοσέ στην Κάρμεν, του Καβαραντόσι στην Τόσκα, του Μαουρίτσιο στην Αδριανή Λεκουβρέρ, και στον ομώνυμο ρόλο στον Δον Κάρλος. Επίσης, έχει ερμηνεύσει κορυφαίους ρόλους σε όπερες του Ρίχαρντ Βάγκνερ με μεγάλη επιτυχία στη Γερμανία αλλά και στο εξωτερικό, κυρίως στη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης.[8] Είναι επίσης ένας καταξιωμένος Ληντ τραγουδιστής.[9][10] Το 2014 οι The New York Times περιέγραψαν τον Κάουφμαν ως «box-office draw» (δηλαδή ανάρπαστος σε πωλήσεις εισιτηρίων), «και... τον πιο σημαντικό, ευέλικτο τενόρο της γενιάς του».[11]
Ο Κάουφμαν γεννήθηκε στο Μόναχο. Ο πατέρας του εργαζόταν για μια ασφαλιστική εταιρεία, η μητέρα του ήταν δασκάλα σε νηπιαγωγείο ενώ είχε και μια μεγαλύτερη αδελφή. Ξεκίνησε να σπουδάζει πιάνο όταν ήταν οκτώ χρονών ενώ παράλληλα τραγουδούσε στην χορωδία του δημοτικού του σχολείου. Αν και μελετούσε για τις εισαγωγικές εξετάσεις στα μαθηματικά, το καλοκαίρι του 1989 ξεκίνησε φωνητικές σπουδές στην Ανώτατη Ακαδημία Μουσικής και Θεάτρου του Μονάχου. Κατά την διάρκεια των σπουδών του, τραγούδησε κάποιους μικρούς ρόλους στην Βαυαρική Κρατική Όπερα. Αποφοίτησε από την σχολή το 1994, επιτυγχάνοντας διακρίσεις τόσο σε όπερες όσο και σε συναυλίες.[12]
Το 1995, μετά από μια φωνητική κρίση, ο Κάουφμαν έλαβε βοήθεια από τον Αμερικανό βαρύτονο Michael Rhodes, που τον δίδαξε ένα «νέο τρόπο απόδοσης τραγουδιού» και πως να γίνει «πιο άνετος με την φωνή του και τον εαυτό του».[13] Στο βιβλίο του Κάουφμαν «Meinen die wirklich mich?» αναφέρει, «Το να βρεις έναν Michael Rhodes ο οποίος μπορεί πραγματικά να σε βοηθήσει και να σε φέρει στην επιτυχία, είναι πολύ μεγάλη τύχη."[14]
Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα στο Κρατικό Θέατρο του Σααρμπρύκεν το 1994[15] και σύντομα προσκλήθηκε να κάνει το ντεμπούτο του σε γερμανικά θέατρα όπως στην Όπερα της Στουτγκάρδης και στην Κρατική Όπερα του Αμβούργου, καθώς και το διεθνές ντεμπούτο του στη Λυρική Όπερα του Σικάγο, στην Εθνική Όπερα του Παρισιού και στην Σκάλα του Μιλάνου. Έκανε το ντεμπούτο του στο Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ το 1999, σε μια νέα παραγωγή του Δόκτωρ Φάουστ του Μπουσόνι και επέστρεψε πάλι το 2003 ως Μπελμόντε στην Απαγωγή από το Σεράι του Μότσαρτ και για κονσέρτα της Ενάτης Συμφωνίας του Μπετόβεν με την Φιλαρμονική του Βερολίνου.
Το 2006-2007 ερμήνευσε στο Covent Garden του Λονδίνου τον ρόλο του Δον Χοσέ στην Carmen του Μπιζέ αποσπώντας κριτικούς επαίνους. Έκανε το ντεμπούτο του στην Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης το 2006, ως Αλφρέδος στην Τραβιάτα του Βέρντι μαζί με την Άντζελα Γκεοργκίου αποσπώντας μεγάλους κριτικούς επαίνους [16] ενώ επίσης ερμήνευσε τον ίδιο ρόλο το 2007 και το 2008 στο The Met και το 2008 στο Covent Garden του Λονδίνου. Τον Μάιο του 2008, ο Κάουφμαν έκανε το ντεμπούτο στον ρόλο ως Καβαραντόσι στην Τόσκα του Πουτσίνι στο Covent Garden, πάλι με κριτικούς επαίνους.[17]
Το 2008-2009, ερμήνευσε στο Μανόν του Μανσέ στο Σικάγο, απέναντι στην Natalie Dessay και τον κύριο ρόλο μιας νέας παραγωγής του Λόενγκριν του Βάγκνερ στην Βαυαρική Κρατική Όπερα. Ερμήνευσε επίσης τον Λόενγκριν στο Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ στην πρεμιέρα της σεζόν του 2010. Η παραγωγή ήταν σε σκηνοθεσία του Hans Neuenfels και σε διεύθυνση του Andris Nelsons.
Ξεκίνησε τις ηχογραφήσεις με την Decca, κυκλοφορώντας τις Ρομαντικές Άριες τον Ιανουάριο του 2008. Επίσης ηχογράφησε ένα κύκλο κομματιών του Σούμπερτ με την ίδια δισκογραφική εταιρία και τον ρόλο του Πίνκερτον στην Μαντάμα Μπατερφλάι του Πουτσίνι για την EMI.
Τον Ιανουάριο του 2010, ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο Werther του Μασνέ στην Όπερα της Βαστίλης. Η παράσταση ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε DVD τον Νοέμβριο του 2010.
Τον Απρίλιο του 2011, επέστρεψε στην Μετροπόλιταν Όπερα ως Ζίγκμουντ στη νέα παραγωγή του σκηνοθέτη Robert Lepage της Βαλκυρίας του Βάγκνερ, που ήταν προγραμματισμένη να την παρουσιάσει στο σύνολό της κατά τη διάρκεια της σεζόν 2011-2012.[18] Ωστόσο, τον Σεπτέμβριο του 2011 υποβλήθηκε σε εγχείρηση για αφαίρεση λεμφαδένων από το στήθος του.[19][20][21] Τον Δεκέμβριο επέστρεψε ερμηνεύοντας τον ομώνυμο ρόλο στον Φάουστ του Γκουνώ.
Στις 15 Νοεμβρίου του 2013, ο Κάουφμαν έκανε την πρώτη του εμφάνιση στον ομώνυμο ρόλο στον Πάρσιφαλ του Βάγκνερ στην Μετροπόλιταν Όπερα. Η εκτέλεση του έλαβε διθυραμβικές κριτικές από τους κριτικούς.[22] Τον Ιούλιο του ίδιου έτους διορίσθηκε ως Kammersänger της Βαυαρικής Κρατικής Όπερας από το Βαυαρικό Υπουργείο Πολιτισμού. Τον Δεκέμβριο ερμήνευσε το ρόλο του Δον Άλβαρο, στη Δύναμη του πεπρωμένου του Βέρντι με την Κρατική Όπερα.[23]
Τον Φεβρουάριο του 2014 ο Κάουφμαν ερμήνευσε τον ομώνυμο ρόλο στον Werther του Μασνέ στην Μετροπόλιταν Όπερα. Ακολούθησε μια περιοδεία του κύκλου τραγουδιών Χειμωνιάτικο ταξίδι του Σούμπερτ με τον Helmut Deutsch. Τον Ιούνιο του 2014 έκανε το ντεμπούτο του στο ρόλο του Ντε Γκριέ στην Μανόν Λεσκώ του Πουτσίνι στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου.[24] Τον επόμενο Νοέμβριο τραγούδησε τον ίδιο ρόλο σε μια νέα παραγωγή της Μανόν Λεσκώ στην Βαυαρική Κρατική Όπερα.[25]
Στις 12 Σεπτεμβρίου του 2015, ο Κάουφμαν έγινε ο πρώτος Γερμανός που εκτέλεσε τον Βρετανικό ναυτικό ύμνο Rule Britannia στο φεστιβάλ The Proms.[26]
Στις 23 Φεβρουαρίου του 2016, κυκλοφόρησε το ντοκιμαντέρ «Γιόνας Κάουφμαν: Μια Βραδιά με τον Πουτσίνι» σε επιλεγμένες αίθουσες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ταινία επικεντρώνεται γύρω από την ερμηνεία του Κάουφμαν το 2015 στη Σκάλα του Μιλάνου και περιέχει σπάνιο αρχειακό υλικό.[27]
Το 2018, ο Κάουφμαν κάνει το ντεμπούτο του ως Τριστάνος σε παραστάσεις της δεύτερης πράξης του Τριστάνος και Ιζόλδη του Βάγκνερ.[28] Την σεζόν 2018/2019 ο Κάουφμαν θα ανεβάσει στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου μια παραγωγή της Δύναμης του πεπρωμένου του Βέρντι.[29]
Ο Κάουφμαν ήταν παντρεμένος με τη μέτζο-σοπράνο Μαργκαρέτε Γιόσβιγκ. Χώρισαν τον Απρίλιο του 2014. Έχουν τρία παιδιά.[30][31]
Η νέα του σύντροφος είναι η διευθύντρια όπερας Κριστιάνε Λούτς.[32]