Γιόος φαν Κρέσμπεϊκ

Γιόος φαν Κρέσμπεϊκ
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Joos van Craesbeeck (Ολλανδικά)
Γέννηση1605[1][2][3]
Λίντερ
Θάνατος1660[2][3]
Βρυξέλλες
Χώρα πολιτογράφησηςΝότιες Κάτω Χώρες
Ιδιότηταζωγράφος[4]
Κίνημαμπαρόκ
Είδος τέχνηςρωπογραφία
Καλλιτεχνικά ρεύματαμπαρόκ
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γιόος φαν Κρέσμπεϊκ (φλαμανδικά: Joos van Craesbeeck[5] (περ. 1605/06 – περ. 1660) ήταν Φλαμανδός αρτοποιός και ζωγράφος, ο οποίος διαδραμάτισε σοβαρό ρόλο στην εξέλιξη της φλαμανδικής ρωπογραφίας στα μέσα του 17ου αιώνα, μέσω των πινάκων με σκηνές σε ταβέρνες και τα "ακόλαστα" πορτρέτα του. Ζωγράφισε, επίσης, ορισμένους θρησκευτικού περιεχομένου πίνακες.[6]

Ο Γιόος φαν Κρέσμπεϊκ γεννήθηκε στο Λίντερ (Linter, πρώην Neerlinter), χωριό της φλαμανδικής Βραβάντης στο σημερινό Βέλγιο. Ο πατέρας τοπυ λεγόταν επίσης Γιόος και πιστεύεται ότι ήταν αρτοποιός. Η μητέρα του λεγόταν Χερτράουντ φαν Κάλλενμπορχ. Το 1630 ή το 1631 ο Γιόος φαν Κρέσμπεϊκ νυμφεύτηκε την Γιοχάννα Τίλενς. Ο πατέρας της συζύγου του ήταν αρτοποιός αλλά στην οικογένειά του υπήρχαν και καλλιτέχνες, ανάμεσα στους οποίους ο τοπιογράφος Γιαν Τίλενς, ο οποίος ήταν θείος της Γιοχάννα, ενώ δύο θείοι της από την πλευρά της μητέρας της ήταν επίσης καλλιτέχνες: Οι γλύπτες Μέλχιορ και Κάσπαρ Χρίσον (Grison).[7]

Ο Πειρασμός του Αγίου Αντωνίου

Η οικογένεια Τίλενς ήταν επίσης υπεύθυνη για τη λειτουργία του αρτοποιίου στο κάστρο της Αμβέρσας. Όταν ο ζωγράφος Άντριεν Μπράουβερ φυλακίστηκε στο κάστρο, είναι πιθανόν να γνωρίστηκε με τον φαν Κρέσμπεϊκ. Βασιζόμενοι σε πληροφορίες που αναγράφει ο σύγχρονός του βιογράφος Κορνέλις ντε Μπι στο βιβλίο του Het Gulden Cabinet, ο φαν Κρέσμπεϊκ πιστεύεται ότι έγινε μαθητής του Μπράουβερ και επιστήθιος φίλος του. Η σχέση τους περιγράφεται από τον ντε Μπι με τη φράση "Soo d’oude songhen, soo pypen de jonghen" (όπως τραγουδά ο παλιός, έτσι τραγουδούν και οι νέοι - φλαμανδική παροιμία).[8] The stylistic similarities of van Craesbeeck’s early work with that of Brouwer seems to corroborate such pupilage.[6]

Ο φαν Κρέσμπεϊκ έγινε "Δάσκαλος" στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά της Αμβέρσας κατά την περίοδο 1633 - 34 και καταγράφηκε ως αρτοποιός και ζωγράφος.[6] Το 1637 χήρεψε και έλαβε κληρονομιά.[8] Το ίδιο έτος καταγράφεται ως ιδιοκτήτης μιας νέας οικίας με αρτοποιείο στην Αμβέρσα.[6] Από τότε και στο εξής αφοσιώνεται ολοσχερώς στη ζωγραφική.[8]

Οι μετακινήσεις του φαν Κρέσμπεϊκ μεταξύ 1637 και 1651, όταν καταγράφηκε ως "Δάσκαλος" στη Συντεχνία του Αγίου Λουκά των Βρυξελλών δεν είναι σαφείς. Είναι πιθανόν η μετακίνησή του στις Βρυξέλλες να σχετίζεται με αυτήν του Ντάβιντ Τένιερς του νεότερου, ο οποίος εγκαταστάθηκε σε αυτή την πόλη στις 7 Σεπτεμβρίου 1650. Το 1653 ο Άντριεν Ρομπάουτς ήταν μαθητής του.[7]

Η ημερομηνία θανάτου του φαν Κρέσμπεϊκ δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά τοποθετείται μεταξύ 1660 και 1661, καθώς το 1660 κάποιος Λούκας Φίτερς καταγράφηκε από τη Συντεχνία ως μαθητής του και ένα έτος αργότερα ο Κορνέλις ντε Μπι τον αναφέρει ως εκλιπόντα.[7]

Το εργαστήρι του ζωγράφου

Ο Γιόος φαν Κρέσμπεϊκ ζωγράφισε κυρίως ρωπογραφίες και λίγες συνθέσεις με θρησκευτικά θέματα. Οι ρωπογραφίες του παριστούν μορφές των κοινωνικά κατώτερων τάξεων αλλά και σκηνές από τη μεσαία τάξη.[8] Το χρονολόγιο των έργων του είναι δύσκολο να καθοριστεί καθώς μόνον ένα έργο του, η Αυτοπροσωπογραφία μπροστά σε καθρέφτη, σήμερα απωλεσθέν, φέρει υπογραφή. Εκτός από αυτόν τον πίνακα, που είναι υπογεγραμμένος με το πλήρες του όνομα, υπάρχουν περίπου άλλοι 30 υπογεγραμμένοι με το μονόγραμμα "cb" ή "jvcb".[6]

Παρά τη δυσκολία χρονολόγησης των πινάκων του, πιστεύεται ότι τα πρώιμα έργα του ακολουθούν τόσο τη θεματολογία όσο και το ύφος του Μπράουβερ.[8] Στα έργα αυτά στηρίχτηκε στην τυπολογία αλλά και στην παλέτα του Μπράουβερ με απαλές αρμονίες και περιστασιακά αστραφτερές ανταύγειες. Όπως ο Μπράουβερ, έβαζε πολύ λεπτή στρώση χρώματος, αφήνοντας ορατό το υπόστρωμα.[6]

Μετά τον θάνατο του Μπράουβερ το 1638, ο φαν Κρέσμπεϊκ στράφηκε σε άλλους καλλιτέχνες για άντληση έμπνευσης, δανειζόμενος ιδέες από σύγχρονους Ολλανδούς ζωγράφους. Εν τούτοις, κύρια πηγή έμπνευσής του παρέμειναν οι καλλιτέχνες της Αμβέρσας. Ήταν σε θέση να βρει την προσωπική του ερμηνεία επί των θεμάτων της καθημερινότητας, που αποτέλεσαν το μεγαλύτερο μέρος της δημιουργίας του.[8] Η παλέτα του κυριαρχείται από αποχρώσεις του καφέ και του γκρίζου.[6]

Σε μια ακόμη πιο όψιμη φάση, όταν πλέον διέμενε στις Βρυξέλλες, ζωγράφισε τα έργα της ωριμότητάς του, εν πολλοίς ολοσχερώς ανεξαρτητοποιημένος από τον Μπράουβερ. Μια ομάδα έργων αυτής της περιόδου χαρακτηρίζεται από ζωηρά χρώματα και το δικό του "ρεπερτόριο" μορφών: Γενειοφόροι άνδρες με πλατιά ή γούνινα καπέλα, γυναίκες με λευκές ποδιές ή περίβλεπτα ψάθινα καπέλα.[6]

Επίσκεψη στον χειρουργό, πιθανώς μια αυτοπροσωπογραφία

Ο φαν Κρέσμπεϊκ ζωγράφισε πέντε τουλάχιστον πορτρέτα, τα οποία υποτίθεται ότι είναι αυτοπροσωπογραφίες του, στα οποία απεικονίζει τον εαυτό του με μη σεμνό, άσωτο τρόπο. Αυτό το είδος πορτρέτου είχε ριζώσει στις φλαμανδικές και ολλανδικές ρωπογραφίες του 17ου αιώνα. Ήταν αναστροφή του Αναγεννησιακού ιδεώδους του pictor doctus: Ο καλλιτέχνης ήταν διανοούμενος και τζέντλεμαν. Το ιδεώδες αυτό αντικαταστάθηκε από το νέο πρότυπο του άσωτου καλλιτέχνη, ο οποίος χαρακτηρίζεται από τη δημιουργική του έμπνευση και το ταλέντο του. Οι αυτοπροσωπογραφίες αυτές δίνουν έμφαση στην άσωτη φύση, δημιουργώντας συσχετισμούς με ηθικοπλαστική θεματολογία, όπως "οι πέντε αισθήσεις" και "Ο Άσωτος Υιός σε μια ταβέρνα". Ο φαν Κρέσμπεϊκ ζωγράφισε τον εαυτό του τέσσερις φορές με τη μορφή του καθημερινού ανθρώπου, απεικονίζοντας την αίσθηση της γεύσης. Τα πορτρέτα αυτά θυμίζουν "tronies", δηλ. σπουδές κεφαλών ή προσώπων που εξερευνούν παραλλαγές εκφράσεων, αλλά οι υπερβολικές εκφράσεις τείνουν να δώσουν στον χαρακτήρα μια αίσθηση φυσικότητας. Στην περίπτωση των πορτρέτων του φαν Κρέσμπεϊκ, η αίσθηση που απεικονίζεται είναι η γεύση. Παράδειγμα τέτοιου πίνακα είναι Ο καπνιστής (σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου).

Η σύνθεσή του Το εργαστήρι του ζωγράφου είναι "ταμπλώ βιβάν", που αναπαριστά μορφές, που συμβολίζουν τις πέντε αισθήσεις, καθισμένες γύρω από ένα τραπέζι, ενώ ο καλλιτέχνης εργάζεται στο τρίποδό του. Κάθε μορφή της ομάδας αντιπροσωπεύει μια από τις πέντε αισθήσεις: Ο παίκτης του λαούτου την ακοή, αυτός που κρατά το κρασοπότηρο τη γεύση, ο άνδρας με την πίπα την όσφρηση, το ζευγάρι την αφή και η γυναίκα που διαβάζει την όραση.[9]

Ο Κρέσμπεϊκ ζωγράφισε πολλά εσωτερικά ταβέρνας. Ορισμένα από αυτά τα έργα ανακλούν την εισαγωγή νέων θεμάτων, που εισήχθησαν στις ρωπογραφίες από τους οπαδούς του Καραβάτζο ("Καραβατζίστι"), όπως π.χ. το θέμα του μουσικού.

Παίκτης λαούτου

Παράδειγμα είναι ο πίνακας Παίκτης λαούτου (σήμερα στο Μουσείο Λίχτενσταϊν), που παρουσιάζει δύο γυναίκες να διασκεδάζουν έναν ιππότη, ο οποίος μοιάζει να έχει πέσει αναίσθητος με γεμάτο το ποτήρι του κρασιού μπροστά του. Το φλάουτο που κρέμεται πάνω από το κεφάλι ενός ηλικιωμένου που σκύβει πάνω από τον ώμο της γυναίκας που παίζει λαούτο συμβολίζει τις σκέψεις του άνδρα. Ο φαν Κρέσμπεϊκ εκσυγχρόνισε το υπόδειγμα που είχαν εισαγάγει οι "Καραβατζίστι", της εμφάνισης μορφών καθισμένων γύρω από ένα τραπεζι, με αυτούς που τοποθετεί μπροστά να εμφανίζονται ως σιλιουέτες, περιγράφοντας έτσι καλύτερα τον εσωτερικό χώρο, παρουσιάζοντας το αποτέλεσμα του φωτός της ημέρας και επιλέγοντας μια πιο "κατακόρυφη" φόρμα.[8]

Πίνακες όπως Ο θάνατος είναι βίαιος και γρήγορος είναι τυπικοί των μικρών, θεατρικών εικόνων των φιλονικιών ανάμεσα σε χωρικούς, με βίαιες, εκφραστικές μορφές. Ο μικρός σκελετός που τοποθετείται μέσα σε μια κούπα στο κάτω δεξιό τμήμα του προσκηνίου, αντιπροσωπεύει την έννοια του θανάτου στη σύνθεση.[10]

Σκηνές σε δωμάτια φυλάκων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο φαν Κρέσμπεϊκ ζωγράφισε, επίσης, Εσωτερικό δωματίου φυλάκων με στρατιώτες που παίζουν χαρτιά, πίνακας που εμπίπτει στην κατηγορία των σκηνών σε δωμάτια φυλάκων. Μια παρόμοια σκηνή τυπικά είναι σκηνή εσωτερικού χώρου με αξιωματικούς και στρατιώτες ασχολουμένους με διασκέδαση. Συχνά περιλάμβαναν μισθοφόρους και πόρνες να μοιράζουν λεία, να βασανίζουν κρατουμένους ή να επιδίδονται σε άλλες μορφές κατακριτέων πράξεων.[11]


Ο φαν Κρέσμπεϊκ ζωγράφισε, επίσης, μερικούς πίνακες που εντάσσονται στην υποκατηγορία "piskijken" (= εξέταση ούρων), στην οποία τυπικά απεικονίζεται μια γυναίκα με γιατρό ή κομπογιαννίτη να εκτελεί τεστ εγκυμοσύνης εξετάζοντας δείγμα από τα ούρα της. Παράδειγμα τέτοιου πίνακά του είναι Η επίσκεψη του γιατρού, στον οποίο απεικονίζεται μια νεαρή γυναίκα που έχει καταρρεύσει και την περιποιείται γιατρός (ή κομπογιαννίτης;) που κρατά μια φιάλη με ούρα της γυναίκας και έχει ανακαλύψει σκιά εμβρύου σε αυτά, σημείο ότι είναι έγκυος.[12]

Ο θάνατος είναι βίαιος και γρήγορος

Περαιτέρω ανάγνωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 12999457X. Ανακτήθηκε στις 14  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 15517402d. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 (Ολλανδικά) RKDartists. 18939. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/139470. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  5. Παραλλαγές του ονόματος: Josse van Craesbeeck, Joos van Craesbeke, Josse van Craesbeke, Joos Van Craesbeeck, Joes van Kraesbeick
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 6,6 6,7 Konrad Renger, Craesbeeck [Craesbeke], Joos van, Grove Art Online. Oxford University Press, [προσπελάστηκε την 1η Μαρτίου 2015]
  7. 7,0 7,1 7,2 Joos van Craesbeeck Αρχειοθετήθηκε 2016-09-15 στο Wayback Machine. στο Ολλανδικό Ίδρυμα Ιστορίας της Τέχνης (Ολλανδικά)
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 8,5 8,6 Liechtenstein, the Princely Collections, Metropolitan Museum of Art, 1985, p. 304-305
  9. Ingrid A. Cartwright, Hoe schilder hoe wilder: Dissolute Self-Portraiture in Seventeenth-Century Dutch and Flemish Art, Advisors: Wheelock, Arthur, Ph.D., 2007 Dissertation, University of Maryland University of Maryland (College Park, Md.)
  10. Jennifer Eckman, Forbidden Indulgences: A Study of Adriaen Brouwer’s Peasant Scenes, 1631-1638 Αρχειοθετήθηκε 2016-03-04 στο Wayback Machine., Master Thesis University of Cincinnati, 1 May 2006, p. 58
  11. Review of Jochai Rosen, Soldiers at Leisure, The Guardroom Scene in Dutch Genre Painting of the Golden Age at historians of Netherlandish art
  12. Claire Witlox, De kunst van het piskijken in de Gouden Eeuw in Nederland, Over de ontwikkeling van een apart genrestuk, Master thesis 2011, Faculty of Humanities, University of Utrecht, p. 18 (Ολλανδικά)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]