Γιόχαν Γιάκομπ Μπόντμερ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 19 Ιουλίου 1698[1][2][3] Γκράιφενζεε[4] |
Θάνατος | 2 Ιανουαρίου 1783[1][5][3] ή 1783[6] Schönenberg |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανία Ελβετία |
Ύψος | 163 cm |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά[7][8] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ποιητής ιστορικός μεταφραστής δημοσιογράφος συγγραφέας[9] κριτικός λογοτεχνίας |
Εργοδότης | Πανεπιστήμιο Ζυρίχης |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Γιόχαν Γιάκομπ Μπόντμερ (γερμανικά: Johann Jakob Bodmer, 19 Ιουλίου 1698 - 2 Ιανουαρίου 1783) ήταν Ελβετός ιστορικός, ακαδημαϊκός, συντάκτης και κριτικός λογοτεχνίας. Με τις πραγματείες του, στις οποίες υποστήριξε την ελευθερία της φαντασίας έναντι του Ορθολογισμού, επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τη γερμανική λογοτεχνία του 18ου αιώνα.[10]
Ο Μπόντμερ γεννήθηκε στο Γκράινφεζεε κοντά στη Ζυρίχη, και ήταν γιος πάστορα. Αρχικά σπούδασε θεολογία, στη συνέχεια δοκίμασε μια εμπορική καριέρα και τελικά αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία και την ιστορία. Το 1725 διορίστηκε καθηγητής της Ελβετικής ιστορίας και πολιτικής στην ακαδημία Carolinum στη Ζυρίχη, προκάτοχο εκπαιδευτικό ίδρυμα της θεολογικής σχολής του πανεπιστημίου της Ζυρίχης, μια έδρα την οποία κράτησε για μισό αιώνα. Το 1735 έγινε μέλος του Συμβουλίου της Ζυρίχης και συμμετείχε ενεργά σε όλες τις δημόσιες υποθέσεις. Πέθανε στη Ζυρίχη το 1783.[11]
Από το 1721, μαζί με τον Γιόχαν Γιάκομπ Μπράιτινγκερ, δημοσίευσε ένα ηθικό εβδομαδιαίο περιοδικό στα αγγλικά πρότυπα για τη διάδοση των ιδεών του Διαφωτισμού. [12] Το 1727 ίδρυσε μια ελβετική εταιρεία για τη διατήρηση και έρευνα της τοπικής ιστορίας της Ζυρίχης και της Ελβετικής ιστορίας.
Επανέφερε στο προσκήνιο το ενδιαφέρον για την ποίηση της μεσαιωνικής γερμανικής λογοτεχνίας εκδίδοντας ποιήματα των Ερωτοτραγουδιστών και αποσπάσματα από το Τραγούδι των Νιμπελούγκεν. Το έργο του ως μεταφραστή του Ομήρου είναι σημαντικό. Μετέφρασε επίσης τον Χαμένο Παράδεισο του Τζον Μίλτον που προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον για την αγγλική λογοτεχνία στις γερμανόφωνες χώρες.[13]
Η καθοριστική συμβολή του Μπόντμερ στη γερμανική λογοτεχνία ήταν η λογοτεχνική διαμάχη του με τον Γερμανό κριτικό Γιόχαν Κρίστοφ Γκότσεντ, στις απόψεις του οποίου αντιτάχθηκε μαζί με τον φίλο του Μπράιτινγκερ και υποστήριξε την ελευθερία της φαντασίας έναντι των αυστηρών περιορισμών που επέβαλαν οι κανόνες του γαλλικού κλασικισμού. Το 1740 ο Μπόντμερ διατύπωσε τις αρχές του για τη λογοτεχνική θεωρία στην Κριτική πραγματεία για το θαυμαστό στην ποίηση. Ενάντια στον Ορθολογισμό και τα γαλλικά πρότυπα (Μπουαλώ) του Γκότσεντ, υποστήριξε τον αγγλικό αισθησιασμό του έργου του Τζον Μίλτον Χαμένος παράδεισος (1667). Ενάντια στη λατρεία της αρχαιότητας, υποστήριξε τον Μεσαίωνα, ασκώντας έτσι καθοριστική επίδραση στον Ρομαντισμό. Κατά μία έννοια, η διαμάχη μεταξύ Μπόντμερ, Μπράιτινγκερ και Γκότσεντ ήταν μια γερμανική παραλλαγή της γαλλικής Διαμάχης των Αρχαίων και των Σύγχρονων.[14]
Ως λογοτέχνης, τα επικά του ποιήματα - αδύναμες μιμήσεις του επικού ποιήματος του Φρίντριχ Κλόπστοκ Μεσσίας - και τα θεατρικά έργα του, παρά τον ηρωικό ή εθνικό χαρακτήρα των θεμάτων, έχουν μόνο ιστορική και φιλολογική σημασία.
Εκτός από τη διαμορφωτική του επιρροή στη λογοτεχνική ζωή στη Ζυρίχη, ο Μπόντμερ ήταν μια σημαντική προσωπικότητα στην ιστορία της βιβλιοθήκης της πόλης. Το 1722 έγινε μέλος της Δημοτικής βιβλιοθηκονομικής εταιρείας και από το 1758 υπηρέτησε ως αντιπρόεδρός της. Ο Μπόντμερ κληροδότησε επίσης ένα γενναιόδωρο χρηματικό ποσό στη βιβλιοθήκη της πόλης της Ζυρίχης καθώς και ένα σημαντικό μέρος της ιδιωτικής συλλογής βιβλίων του, η οποία έγινε μέρος της βιβλιοθήκης μετά τον θάνατό του.
Επιστολές, προσωπικά έγγραφα και απομνημονεύματά του βρίσκονται στο τμήμα χειρογράφων της Κεντρικής Βιβλιοθήκης της Ζυρίχης. Ως φόρος τιμής σε αυτόν τον σημαντικό κάτοικο της Ζυρίχης και υποστηρικτή της βιβλιοθήκης, το άγαλμα του Μπόντμερ βρίσκεται στα δεξιά του Κόνραντ Γκέσνερ πάνω από την είσοδο της Κεντρικής Βιβλιοθήκης.[15]
Η Μπόντμερστρασε στη Ζυρίχη φέρει το όνομά του.