Γεώργιος Αριανίτης | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1383 |
Θάνατος | 1461 ή 1462[1] Δυρράχιο[1] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός ηγέτης στρατιωτικός |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Maria Muzaka[1] Petrina Frankone Arianiti[1] |
Τέκνα | Ντονίκα (Αντρονίκα) Καστριώτη Αγγελίνα Αριανίτι Κομνηνή[2] Κωνσταντίνος Κομνηνός Αριανίτης[3] Komita Komnina Arianita[2] Konstandini Comino Komnino Arianiti, Principe di Macedonia, Lord di Refrancore[2] |
Γονείς | Κομνηνός Αριανίτης και NN Sakati[2] |
Οικογένεια | Οικογένεια Αριανίτη |
Ο Γκιέργκι Αριανίτι, αλβαν.: Gjergj Arianiti (1383–1462) από την Οικογένεια Αριανίτη ήταν Αλβανός φεουδάρχης, που ηγήθηκε πολλών επιτυχημένων εκστρατειών κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ήταν πατέρας της Nτονίκας, συζύγου του Γεωργίου Καστριώτη (Σκεντέρμπεη), καθώς και μεγάλος θείος τού Μοϊσί Αριανίτ Γκολέμι. Ο Γκιέργκι Αριανίτι ήταν σύμμαχος του Σκεντέρμπεη εντός της Ένωσης του Λέζε μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα, επειδή εγκατέλειψε τη συμμαχία τους μετά την ήττα στο Βεράτιο το 1450, για να επιστρέψει μετά από λίγο.[4] Ο Ρόμπερτ Έλσιε τονίζει, ότι ο Aριανίτι ήταν συχνά ο αντίπαλος του Σκεντέρμπεη, συμμάχου τού βασιλείου της Νάπολης το 1446, άφησε τη συμμαχία του με τον Σκεντέρμπεη μέχρι το 1449 και συμμάχησε με τη Βενετία το 1456. Ωστόσο, η κόρη του παντρεύτηκε τον Σκεντέρμπεη και παρέμεινε επίσημα ως μέλος της Κοινωνίας των Λέζε και συνέχισε να πολεμά με επιτυχία τους Οθωμανούς μέχρι το τέλος του το 1462.[5]
Το όνομά του είναι πιο γνωστό στην αλβανική μορφή, Gjergj Arianiti. Στα ελληνικά συνήθως αποδίδεται ως Γεώργιος Αριανίτης.[6][7] Το πλήρες όνομά του στα αγγλικά γράφεται George Arianiti Thopia Comneni στο μεταφρασμένο έργο του Φαν Νόλι.[7]
Σε αντιστοιχία με τις σλαβικές καγκελαρίες, το όνομά του εμφανίζεται στη σλαβική μορφή ως "Golemi Arianit Komnenovic" (Golemi Arenit Cominovich),[8][9] και ένα έγγραφο του 1452 τον αναφέρει ως "Golemi Arenit Comninovich de Albania".[10] Η λέξη golem είναι σλαβική και σημαίνει «μεγάλος».[11] Μία άλλη μορφή του επωνύμου του, Haryanites, χρησιμοποιήθηκε σε ένα γαλλικό έγγραφο της εποχής του Καρόλου Ζ΄.[8]
Πατέρας του Γκιέργκι Αριανίτι ήταν ο Kόμνεν Αριανίτι, του οποίου οι περιοχές βρίσκοντο στην περιοχή του Δυρραχίου (in partibus Durrachii). [12] Σύμφωνα με τον Φραντς Μπάμπινγκερ και τη Λίντσαϋ Λ. Μπρουκ, η μητέρα του Aριανίτι ήταν σίγουρα κόρη του Nικολό Σεβάτι,[13] ενώ σύμφωνα με τον Ντιμίτερ Σουτερίκι ήταν κόρη του Nικόλα Ζαχαρία. Ο Γκιέργκι ήταν ο μεγαλύτερος από τρεις γιους: τα δύο αδέλφια του ήταν ο Mουζάκα και ο Βλάνταν. [12]
Νυμφεύτηκε τη Μαρία Μουζάκα και από αυτήν απέκτησε μία περιοχή από τη Μαλακάστρα στα νότια του Βλόρα (Αυλώνα). Τα εδάφη του έφτασαν τελικά προς τα βόρεια μέχρι το Ντέμπαρ και αργότερα επεκτάθηκαν στο Μοναστήρι. Το κέντρο των κτήσεών του βρισκόταν μεταξύ Λιμπράζντ και Eλμπασάν. Από το 1423 περιήλθε υπό οθωμανική πολιτική επιρροή και πιθανότατα διέμενε στο σουλτανικό παλάτι ως όμηρος, για να εξασφαλίσει την πίστη των μελών της φυλής του. Το 1427 επέστρεψε στην Αλβανία, για να κυβερνήσει τα εδάφη του.
Η οθωμανική κατάκτηση ορισμένων περιοχών της νότιας Αλβανίας έφερε οθωμανικά νομικά, πολιτικά και οικονομικά συστήματα στη χώρα, επηρεάζοντας όλους τους ευγενείς και απειλώντας να καταστρέψει το φεουδαρχικό σύστημα και την αυτονομία των ευγενών. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις αφαίρεσαν μεγάλο μέρος της εξουσίας του Γκιέργκι, αλλά παρέμεινε κυρίαρχος των εδαφών του, παρόλο που ήταν υποτελής τού σουλτάνου. Αυτές οι δραστικές αλλαγές ενθάρρυναν εξεγέρσεις κατά των Οθωμανών, των οποίων ο Γκιέργκι Αριανίτι ήταν ένας από τους κύριους ηγέτες.
Την άνοιξη του 1432, μετά το τέλος της πρώτης φάσης των μεταρρυθμίσεων, ξέσπασε μία Αλβανική εξέγερση, που εξαπλώθηκε σε μεγάλο μέρος της Αλβανίας. Οι πρώτες εξεγέρσεις άρχισαν στην κεντρική Αλβανία, όταν ο Aντρέα Τόπια επαναστάτησε κατά της οθωμανικής κυριαρχίας και νίκησε μία μικρή οθωμανική μονάδα στα βουνά της κεντρικής Αλβανίας. Η νίκη του ενέπνευσε άλλους οπλαρχηγούς να επαναστατήσουν, ιδιαίτερα τον Αριανίτι. Ο Γκιέργκι ήταν στην αρχή φοβισμένος, αλλά είδε την ευκαιρία να σώσει τις κυριαρχίες, που τού είχε αφήσει ο πατέρας του. Στο άκουσμα των εξεγέρσεων, πολλοί Αλβανοί πολιτικοί εχθροί του Γκιέργκι, που είχαν γίνει σπαχήδες (sipahi), επέστρεψαν από την Αδριανούπολη στην Αλβανία. Φτάνοντας στην Αλβανία, ο Γκιέρκι τους έδιωξε αμέσως. Επρόκειτο να ηγηθεί της ένοπλης εξέγερσης, που ξεκίνησε από τους αγρότες. Το Δυρράχιο, η περιοχή των Τιράνων και ο Νικόλας Ντουκαγκίνι στα βόρεια συμμετείχαν στην εξέγερση. Αν και ο Σκεντέρμπεης κλήθηκε στη χώρα του από τους συγγενείς του, όταν ο Γκιέργκι Αριανίτι και άλλοι οπλαρχηγοί από την περιοχή μεταξύ τού Αυλώνα και της Σκόδρας είχαν οργανώσει την εξέγερση, ο Σκεντέρμπεης δεν έκανε τίποτε, παραμένοντας πιστός στον σουλτάνο.[6] Η Πύλη απάντησε στέλνοντας ένα σώμα νέων στρατευμάτων στην Αλβανία υπό έμπειρους διοικητές. Το Ντάγκνo στη βόρεια Αλβανία έπεσε, ενώ οι Tόπια επέστρεψαν στην παλαιά τους κατάσταση. Μετά από ισχυρή αντεπίθεση τού Αριανίτι, οι Οθωμανοί ηττήθηκαν σύντομα. Αυτή η νίκη ενίσχυσε την εξέγερση στη νότια Αλβανία, ιδιαίτερα στο Kουρβέλες. Ο Μουράτ Β΄ κατευθύνθηκε προς την Αλβανία και επέλεξε να κατασκηνώσει στο Σέρεζ στη Μακεδονία, από όπου έστειλε μία δύναμη 10.000 στην Αλβανία υπό τον Αλί Μπέη. Ο στρατός του Aλί Μπέη, τον χειμώνα τού 1432–33, πέρασε από τις στενές κοιλάδες του Σκούμπιν, κοντά στο Μπουζουρσέκουτ (Bërzeshtës), όπου οι Αλβανοί έστησαν ενέδρα στον οθωμανικό στρατό. Ο Αριανίτι το παρατήρησε και έκανε ελιγμούς εναντίον των Οθωμανών, ενώ παράλληλα ενθάρρυνε τους άνδρες του, οδηγώντας τελικά σε μία οθωμανική καταστροφή. Αυτή η νίκη ενίσχυσε περαιτέρω την αλβανική υπόθεση και έδωσε ελπίδα στους Ευρωπαίους, που φοβούντο μία μεγάλη οθωμανική εισβολή. Ο Βυζαντινός χρονικογράφος Χαλκονδύλης έγραψε: «Σε αυτή τη μάχη ο Αριανίτης Κομνηνός κέρδισε μία ένδοξη νίκη». Με αυτές τις νίκες ο Γκιέργκι Αριανίτι επέκτεινε τις επικράτειές του μέχρι την πόλη του Mαναστίρ.
Ο Aριανίτ χρησιμοποίησε την κλασική τακτική του «Παράσυρε τον εχθρό μέσα, προετοίμασε την παγίδα και χτύπα ξαφνικά». Ο Aριανίτ κατέστρεψε επίσης έναν δεύτερο στρατό, που έστειλε ο Aλί Μπεγκ, αφήνοντας εκατοντάδες νεκρούς στις κοιλάδες τού Κουτς μέχρι το Μπορς. Η αποτυχία της δεύτερης οθωμανικής εκστρατείας έγινε γνωστή σε όλη την Ευρώπη, η οποία είχε συνηθίσει να ακούει για χριστιανικές ήττες στην Ανατολή. Τα κράτη της Ευρώπης, χαρούμενα, -ο πάπας Ευγένιος Δ΄, ο Αλφόνσος Ε΄, ο αυτοκράτορας Σιγισμούνδος, η Βενετία και η Ραγκούσα- υποσχέθηκαν βοήθεια. Στην τρίτη του μάχη (1434), για να ανακαταλάβει τον Αυλώνα και την Κανίνα, ο Αριανίτι χρησιμοποίησε αριθμούς, σκοπιμότητα και την τακτική του. Ο Αριανίτι ήταν γνωστός ως «ο προστάτης της ελευθερίας» σε όλα τα ευρωπαϊκά βασίλεια. Κατά τις εκστρατείες των Οθωμανών του 1435 και του 1436, ο Αλί Μπέη, μαζί με τον Tουραχάν Μπέη, πραγματοποίησαν μερική υποταγή των Αλβανών, ο Αριανίτι υποχώρησε στην περιοχή του Σκράπαρι και της Τομόριτσα, όπου συνέχισε τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Μουράτ Β' ένιωσε υποχρεωμένος να του παραχωρήσει σιωπηρά την περιοχή μεταξύ Σκούμπιν και νότια του ποταμού Βιόσα (Αώου) ως κυριαρχία του και να συνάψει ανακωχή μαζί του.
Τον Αύγουστο του 1443 ο Αριανίτι επαναστάτησε ξανά κατά των Οθωμανών, πιθανώς παρακινούμενος από τον πάπα Ευγένιο Δ΄ ή υποκινούμενος από την είδηση της ήττας του Σιχάμπ εντ-Ντιν Πασά.[14] Το φθινόπωρο του 1443 και τον χειμώνα του 1444 οδήγησε στρατό βαθιά στη Μακεδονία. Την ίδια περίοδο οι Οθωμανοί κατατροπώθηκαν στη Νις και ο Σκεντέρμπεης εγκατέλειψε τον οθωμανικό στρατό και ξεκίνησε μία άλλη εξέγερση. Ο Σκεντέρμπεης τελικά συμμάχησε με τον γκιέργκι Αριανίτι και μερικούς άλλους ευγενείς από την Αλβανία και τη Ζέτα μέσω της Ένωσης της Λέζα (Lezhë). Τον Μάιο-Ιούλιο του 1435 ο Φρουζίν των Σρατσιμίρ πρίγκιπας της Βουλγαρίας επισκέφτηκε την Αλβανία και συνάντησε τον Αριανίτη και τους ηγέτες της εξέγερσης, σε μυστική διπλωματική αποστολή του αυτοκράτορα Σιγισμούνδου.
Στις αρχές του 1449, ο Σκεντέρμπεης και ο Αριανίτι πλησίασαν τους Βενετούς ζητώντας την προστασία τους από τους Οθωμανούς. Η Βενετία επέλεξε την ουδέτερη προσέγγιση, να μη θέσει σε κίνδυνο την ειρήνη με τους Οθωμανούς και αρνήθηκε το αίτημά τους.[15] Το 1449 ο Γκιέργκι Αριανίτι εγκατέλειψε τη συμμαχία του με τον Σκεντέρμπεη.[5]
Όταν η Κρούγια πολιορκήθηκε από τους Οθωμανούς, ο 67χρονος Γκιέργκι Αριανίτι μπήκε στη μάχη και πολέμησε σκληρά. Μαζί με 3.000 πολεμιστές εντάχθηκε στην αντι-Βενετική δύναμη, που τελικά νίκησε τον Βενετικό στρατό στο Ντρίν. Υπήρξε ένας από τους κύριους διοικητές κατά τη σύντομη πολιορκία του Δυρραχίου και την πολιορκία του Ντρα΄γκνo. Μερικά από τα στρατεύματά του πήγαν μέχρι τις πύλες της Σκόδρας. Έτσι, τα συμφέροντά του δεν βλάπτοντο από τη Βενετία, η οποία ήθελε να ενσωματώσει τον κόλπο της Αυλώνας στις κυριαρχίες της.
Ο Aριανίτι υποστήριξε την ανακατάληψη του Σβέτιγκραντ με 4.000 άνδρες. Κατά τις δύο κύριες εμπλοκές της πολιορκίας, ο Αριανίτι έδειξε μεγάλη γενναιότητα. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας σκοτώθηκε ο αδελφός του. Η εμπειρία τού Αριανίτι έπεισε τον Σκεντέρμπεη να νυμφευτεί τη Ντονίκα, την κόρη του Αριανίτι. Οι ισχυροί δεσμοί μεταξύ των οικογενειών Καστριώτι και Αριανίτι ωφέλησαν πολύ την αλβανική υπόθεση.
Το 1451, αφού ο Αλφόνσος Ε΄ υπέγραψε τη Συνθήκη της Γκαέτα με τον Σκεντέρμπεη, υπέγραψε παρόμοιες συνθήκες με τον Γκιέργκι Αριανίτι και άλλους οπλαρχηγούς από την Αλβανία: γκιν Μουζάκι, Γεώργιος Στρεζ Μπάλσιτς, Πέτερ Σπάνι, Παλ Γ΄ Ντουκαγκίνι,[16] Tόπια Μουζάκι, Πέτερ της Χειμάρρας, Σίμον, Zενεβίσι και Κάρλo Tόκκo.
Συγκεντρώνει την τελευταία του δύναμη αντίστασης μεταξύ 1460 και 1462. Σε ένα ανοιχτό μέτωπο, ο Μωάμεθ Β΄ διέταξε κινήσεις προς την Αλβανία, για να συμπλακεί με μία ομάδα πολεμιστών του Αριανίτι. Στη συνέχεια περικύκλωσε τον Γκιέργκι Αριανίτι περνώντας μέσα από την κοιλάδα της Φούρκα μέχρι το Σουσίτσα. Άρχισαν σφοδρές εμπλοκές, αλλά η Σοπότι δεν καταλήφθηκε και η οθωμανική περικύκλωση απέτυχε. Ο κόσμος συνέκρινε τον γκιέργκι Αριανίτι με τον Σκεντέρμπεη. Για να εορτάσουν αυτή τη νίκη, ο στρατός μεταφέρθηκε στο Γκαλίγκτ, αφού οι Οθωμανοί είχαν εγκαταλείψει πλήρως την Αλβανία. Ωστόσο, όταν το άκουσαν οι Οθωμανοί, ταξίδεψαν πίσω στην Αλβανία τη νύχτα. Το φρούριο τού Σόποτ, που έμεινε με φρουρά που επέλεξε ο Αριανίτης, δεν μπόρεσε ακόμη να καταληφθεί. Μόνο με δωροδοκία και προδοσία κατέστη δυνατό να καταληφθεί το κάστρο. Ο Οθωμανός διοικητής εκμεταλλεύτηκε την απουσία του Αριανίτι, εξαπολύοντας μεγάλη επίθεση με τον κύριο στρατό του. Οι Οθωμανοί μπήκαν σύντομα στο κάστρο και σε εκδίκηση για τις ήττες που είχαν υποστεί, ολόκληρος ο πληθυσμός σφαγιάστηκε.
Ο Αριανίτι ήταν ο μόνος Αλβανός ηγέτης, που είχε δύο πρωτεύουσες: μία κοντά στην ακτή στην Κανίνα, και μία άλλη κοντά στα ανατολικά βουνά στο Σόποτ. Οι κτήσεις του λειτούργησαν ως η πρώτη άμυνα ενάντια σε πολλές από τις οθωμανικές εκστρατείες και χρησίμευσαν ως ένα από τα κύρια κέντρα της Συμμαχίας της Λέζα. Η ένωση Καστριώτι και Αριανίτι δεν είχε μεγάλη επίδραση, λόγω των εκτεθειμένων περιοχών τού Αριανίτι.
Ο πρώτος του γάμος ήταν με τη Μαρία Μουζάκα, μία ευγενή από επιφανή αλβανική οικογένεια, με την οποία απέκτησε έξι κόρες:
Μετά το τέλος της Μαρίας Μουζάκα, ο Γκιέργκι Αριανίτι έκανε δεύτερο γάμο, με την αρχόντισσα Πιετρίνα Φρανκόνε, κόρη του Ιταλού ευγενή Oλίβερ Φρανκόνε. Το ζευγάρι απέκτησε τέσσερις κόρες και τρεις γιους:
AryanitesComnenius, Scanderbeg's father-in- law, was his ally and friend only for a short time. After the battle of Berat, Aryanites abandoned the Albanian league, dealing with Naples and Venice independently until his death in 1461
In 1432 Andrew Thopia revolted against his Ottoman overlords ... inspired other Albanian chiefs, in particular George Arianite (Arianiti) ... The revolt spread ... from region of Valona up to Skadar... At this time, though summoned home by his relatives ... Skanderbeg did nothing, he remained ... loyal to sultan
April 1452 aus Neapel an Skanderbeg gerichtetes Schreiben, das abschriftMch fùnf weiteren Adligen Albaniens, darunter 'Magnifico viro Golemi Arenit Cominovich [...] Auffallend ist hier die slavische Namensform Golem Arianit Komnenovic
In August of 1443, perhaps at the instigation of Eugene IV, or Sehabeddin's defeat, Arianiti took up arms again.
Млечани су заузимали неутралан став према догађајима у Албанији да не би изазвали Турке. Одбили су Аријанита и Скен- дербега када су тражили млетачку заштиту,
Later on Alphonse concluded similar treaties with George Aryaniti, Ghin Musachi, George Stresi Balsha, Peter Spani, Paul Ducaghini,...