Προσωπικές πληροφορίες | ||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Ημερ. γέννησης | 4 Φεβρουαρίου 1926 | |||||||||||||
Τόπος γέννησης | Ντορόγκ, Ουγγαρία | |||||||||||||
Ημερ. θανάτου | 13 Ιουνίου 2014 (88 ετών) | |||||||||||||
Τόπος θανάτου | Βουδαπέστη, Ουγγαρία | |||||||||||||
Ύψος | 1,78 μ.[1] | |||||||||||||
Θέση | Τερματοφύλακας | |||||||||||||
Επαγγελματική καριέρα* | ||||||||||||||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† | |||||||||||
1945-1947 | Ντόρογκι | 61 | (0) | |||||||||||
1947-1949 | MATEOSZ Βουδαπέστης | 55 | (0) | |||||||||||
1949-1950 | Τεχερφούβαρ | 30 | (0) | |||||||||||
1950-1957 | Χόνβεντ Βουδαπέστης | 125 | (0) | |||||||||||
1957-1962 | Ταταμπάνια | 123 | (0) | |||||||||||
Σύνολο | 394 | (0) | ||||||||||||
Εθνική ομάδα | ||||||||||||||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† | |||||||||||
1947-1962 | Ουγγαρία | 86 | (0) | |||||||||||
Προπονητική καριέρα | ||||||||||||||
Περίοδος | Ομάδα | |||||||||||||
1963 | Ταταμπάνια | |||||||||||||
1964-1965 | Σαλγκοταριάνι ΒΤΚ | |||||||||||||
1966 | KSI | |||||||||||||
1966-1968 | Κουβέιτ | |||||||||||||
Τίτλοι
| ||||||||||||||
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα. † Συμμετοχές (Γκολ). |
Ο Γκιούλα Γκρόσιτς (ουγγρική προφορά: ˈɟulɒ ˈɡroʃit͡ʃ) ήταν Ούγγρος ποδοσφαιριστής που αγωνιζόταν ως τερματοφύλακας. Ήταν μέλος της «Χρυσή Ομάδας» της Εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Ουγγαρίας της δεκαετίας του 1950. Θεωρείται ως ένας από τους μεγαλύτερους τερματοφύλακες όλων των εποχών και από τους πρώτους που αγωνίστηκε ως «sweeper-keeper».[2][3] Ονομάστηκε «Μαύρος Πάνθηρας» (ουγγρικά: Fekete Párduc), επειδή συχνά φορούσε μαύρα ρούχα κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού.[4] Κέρδισε χρυσό μετάλλιο στο ποδόσφαιρο στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952.[5] Στις εκλογές της IFFHS για την ανάδειξη των καλύτερων του 20ού αιώνα κατέλαβε την 18η θέση.[6]
Ο Γκιούλα Γκρόσιτς γεννήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 1926 στο Ντόρογκ της Ουγγαρίας. Μεγαλώνοντας, η μητέρα του τον ενθάρρυνε να γίνει ιερέας. Αντίθετα, ο Γκρόσιτς ξεκίνησε την επαγγελματική του ποδοσφαιρική καριέρα στο Ντόρογκ, παίζοντας για την Ντορόγκι Μπάνιας το 1943. Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, πολέμησε για λίγο καιρό με τις δυνάμεις του Άξονα και συνελήφθη από τις αμερικανικές δυνάμεις.[7]
Το 1947, ο Γκρόσις υπέγραψε για την MATEOSZ Βουδαπέστης, όπου θα παραμείνει για τρία χρόνια.[8] Την ίδια χρονιά έκανε το ντεμπούτο του με την εθνική ομάδα της Ουγγαρίας. Με τον μάλλον κοντό[9] Γκρόσιτς στο τέρμα, η ομάδα ξεκίνησε μια αήττητη σειρά το 1948 που θα διαρκούσε μέχρι το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954.[4] Το 1949, προσπάθησε να αυτομολήσει αλλά τον έπιασαν. Η μυστική υπηρεσία τον κατηγόρησε για κατασκοπεία και προδοσία και τον έβαλε υπό κατ' οίκον περιορισμό. Οι κατηγορίες τελικά αποσύρθηκαν λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων, αλλά του Γκρόσιτς του απαγορεύτηκε να παίξει για την εθνική ομάδα για δύο χρόνια. Έχασε τους τίτλους που κατέκτησε τη σεζόν του 1955 από τη Χόνβεντ, αλλά το 1956, μετά από ένα χρόνο επέστρεψε στην εθνική ομάδα.[10] Μετακόμισε στην Χόνβεντ Βουδαπέστης το 1950, με την οποία κέρδισε το πρωτάθλημα τη σεζόν του 1950 και μετά από μια δεύτερη θέση την επόμενη χρονιά επανέλαβε την επιτυχία της το 1952 χωρίς να χάσει κανένα αγώνα.[7][8]
Το 1952, ο Γκρόσιτς ήταν μέλος της ομάδας που κατέκτησε το χρυσό Ολυμπιακό μετάλλιο, ενώ συμπεριλήφθηκε και στην καλύτερη ενδεκάδα του τουρνουά.[11][12] Το 1953, η Ουγγαρία νίκησε την Αγγλία σε ένα παιχνίδι που ονομάστηκε «Ο Αγώνας του Αιώνα».[4] Η Ουγγαρία κέρδισε με σκορ 6–3, και με αυτό το αποτέλεσμα έγινε η πρώτη ομάδα εκτός των Βρετανικών Νήσων που κερδίσει την Αγγλία εντός έδρας.[10]
Η Ουγγαρία μπήκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954 με ένα αήττητο σερί τεσσάρων ετών και ως απόλυτο φαβορί. Παρόλα αυτά, η ομάδα έχασε στον τελικό της διοργάνωσης με 3–2 από τη Δυτική Γερμανία, μια ομάδα που νίκησε με 8–3 στη φάση των ομίλων.[10] Ο Γκρόσιτς επιλέχθηκε ως τερματοφύλακας στην καλύτερη ομάδα της διοργάνωσης.[13][14] Μέχρι το 1954, η Ουγγαρία είχε καταγράψει 42 νίκες με τον Γκρόσιτς ως τερματοφύλακα, 7 ισοπαλίες και μόνο αυτή την ήττα. Κατά τη διάρκεια της Ουγγρικής Επανάστασης του 1956, ο Γκρόσιτς και η οικογένειά του εγκατέλειψαν τη χώρα και προσπάθησαν να ξεκινήσουν μια νέα ζωή. Ωστόσο, αναγκάστηκαν να επιστρέψουν. Στη συνέχεια, ο Γκρόσιτς πήρε μεταγραφή στην Ταταμπάνια. [10]
Η εθνική ομάδα έπεσε σε παρακμή, αλλά προκρίθηκε τόσο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958 και όσο και του 1962 με τον Γκρόσιτς ως τερματοφύλακα.[4][10] Όταν το Υπουργείο Αθλητισμού της Ουγγαρίας απαγόρευσε στον Γκρόσιτς να μεταγραφεί στην Φερεντσβάρος μετά τη σεζόν του 1962, αυτός αποχώρησε.[10][15] Συνολικά, ο Γκρόσιτς αγωνίστηκε σε 86 παιχνίδια για την εθνική ομάδα της Ουγγαρίας, ενώ έπαιξε σε 390 αγώνες πρώτης κατηγορίας της Ουγγαρίας. [4] Το 2011, το ποδοσφαιρικό στάδιο της Ταταμπάνια πήρε το όνομά του.[10]
Ο Γκρόσιτς πιστώνεται ότι ανέπτυξε το στυλ παιχνιδιού «sweeper-keeper», σύμφωνα με το οποίο ο τερματοφύλακας μπορεί να ενεργεί ως επιπλέον αμυντικός όταν χρειάζεται.[4] Αυτό επέτρεπε επίσης στους συμπαίκτες του να πιέζουν βαθιά στο μισό των αντιπάλων τους, καθώς και η προθυμία του Γκρόσιτς να βγει και να προκαλεί τους αντίπαλους επιθετικούς τους έκανε να χάνουν σουτ μπροστά στο τέρμα. [16][9]
Μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση, ο Γκρόσιτς άρχισε να προπονεί. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, κατείχε θέσεις σε πολλές ουγγρικές ομάδες και την εθνική ομάδα του Κουβέιτ. Όταν η Ουγγαρία έγινε δημοκρατία το 1990, ο Γκρόσιτς ανεπιτυχώς έθεσε υποψηφιότητα για το κοινοβούλιο στο πλαίσιο του Ουγγρικού Δημοκρατικού Φόρουμ.[7]
Το 2008, δόθηκε η ευκαιρία στον Γκρόσις να παίξει για τη Φερεντσβάρος, 46 χρόνια αφότου του απαγορεύτηκε να υπογράψει μαζί τους. Ο 82χρονος Γκρόσιτς πραγματοποίησε το εναρκτήριο λάκτισμα σε φιλικό αγώνα απέναντι στην Σέφιλντ Γιουνάιτεντ. Στη συνέχεια αντικαταστάθηκε ως αλλαγή καθώς το πλήθος χειροκροτούσε όρθιο.[15][5]
Ο Γκρόσιτς πέθανε στις 13 Ιουνίου 2014 μετά από καρδιακά και πνευμονικά προβλήματα, σε ηλικία 88 ετών.[4]
Χόνβεντ Βουδαπέστης
Ουγγαρία
Ατομικές