Τα αγγλικά είναι η de facto εθνική γλώσσα των Ηνωμένων Πολιτειών, με το 82% του πληθυσμού να δηλώνει ότι είναι η μητρική του γλώσσα και περίπου 96% να δηλώνει ότι την μιλά «καλά» ή «πολύ καλά».[1] Δεν υφίσταται ωστόσο σε ομοσπονδιακό επίπεδο κάποια επίσημη γλώσσα. Έχουν γίνει διάφορες προτάσεις για την υιοθέτηση της Αγγλικής ως εθνικής γλώσσας σε παραρτήματα νομοσχεδίων για την αναθεώρηση μεταναστευτικών πολιτικών,[2][3] όμως κανένα από αυτά τα νομοσχέδια δεν γίναν νόμοι με το παράρτημα αμετάβλητο. Η κατάσταση ποικίλει σε επίπεδο πολιτειών και ανεξαρτήτων εδαφών, με κάποιες πολιτείες να ακολουθούν την ομοσπονδιακή πρακτική και να μην έχουν υιοθετήσει de jure επίσημη γλώσσα, κάποιες άλλες να έχουν υιοθετήσει μόνο την Αγγλική, άλλες την Αγγλική και τοπικές γλώσσες, και άλλες να ακολουθούν πολιτική de facto διγλωσσίας.
Η ποικιλία των αγγλικών που ομιλείται στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι γνωστή ως αμερικανικά αγγλικά, και η οποία μαζί με τα καναδικά αγγλικά αποτελούν την ομάδα διαλέκτων που είναι γνωστή ως βορειοαμερικανικά αγγλικά.
Τα ισπανικά είναι η δεύτερη πιο διαδεδομένη γλώσσα της χώρας, και ομιλείται από πάνω από το 12% του πληθυσμού.[4] Οι ισπανόφωνοι κάτοικοι των Ηνωμένων Πολιτειών συνιστούν τον πέμπτο μεγαλύτερο ισπανόφωνο πληθυσμό του κόσμου, πίσω από το Μεξικό, την Ισπανία, την Αργεντινή και την Κολομβία. Σε όλη την έκταση των Νοτιοδυτικών Ηνωμένων Πολιτειών συνυπάρχουν παλιές ισπανόφωνες κοινότητες μαζί με πιο πρόσφατους ισπανόφωνους μετανάστες. Αν και πολύ νέοι λατινοαμερικάνοι μετανάστες δεν μιλούν καλά αγγλικά, σχεδόν όλοι της δεύτερης γενιάς μιλούν άνετα αγγλικά, ενώ περίπου οι μισοί από αυτούς γνωρίζουν ισπανικά.[5]
Σύμφωνα με την απογραφή των ΗΠΑ του 2000 οι γερμανικής καταγωγής αποτελούν τη μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα των Ηνωμένων Πολιτειών και η γερμανική γλώσσα είναι η πέμπτη πιο διαδεδομένη.[6][7] Τα γαλλικά ομιλούνται από έντεκα εκατομμύρια ως δεύτερη γλωσσα. Ωστόσο τα γαλλικά ομιλούνται από δύο εκατομμύρια ως πρώτη γλώσσα ενώ τα γερμανικά από ένα εκατομμυριο κατοίκους. Τα ιταλικά, τα πολωνικά και τα ελληνικά μιλιούνται ακόμα ευρέως στους πληθυσμούς που κατάγονται από μετανάστες που ήρθαν από αυτές τις χώρες στις αρχές του 20ου αιώνα, όμως η χρήση των γλωσσών φθίνει όσο οι παλαιότερες γενιές πεθαίνουν. Από πληθυσμούς μεταναστών ομιλείται επίσης και η ρωσική γλώσσα.
Τα ταγκαλόγκ και τα βιετναμέζικα έχουν πάω από ένα εκατομμύριο ομιλητές το καθένα στις Ηνωμένες Πολιτείες, όλοι σχεδόν από τους οποίους είναι πρόσφατοι μετανάστες. Και οι δύο γλώσσες μαζί με ποικιλίες τις κινεζικής, της ιαπωνικής και της κορεατικής, χρησιμοποιούνται στις εκλογές στην Αλάσκα την Καλιφόρνια, την Χαβάη, την Νέα Υόρκη, το Τέξας και την Ουάσινγκτον.[8]
Οι ιθαγενείς αμερικανικές γλώσσες μιλιούνται σε μικρότερους θύλακες της χώρας, αλλά οι πληθυσμοί τους φθίνουν, και οι γλώσσες δεν μιλιούνται σχεδόν ποτέ ευρέως έξω από τις περιοχές τους. Η χαβαΪκή, αν και έχει λίγους φυσικούς ομιλητές, είναι επίσημη γλώσσα μαζί με τα αγγλικά σε επίπεδο πολιτείας στη Χαβάη. Η κυβέρνηση της πολιτείας της Λουιζιάνας παρέχει υπηρεσίες και έγγραφα στα Γαλλικά, όπως και το Νιου Μέξικο στα ισπανικά. Εκτός από τα αγγλικά, τα ισπανικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά, τα ναβάχο και άλλες ιθαγενείς αμερικανικές γλώσσες, όλες οι υπόλοιπες προέρχονται από μετανάστες που ήρθαν μετά την ανεξαρτησία των ΗΠΑ ή από εκμάθησή τους σε κάποια διαδικασία εκπαίδευσης.
Από των πληθυσμό των ΗΠΑ ομιλούνται περίπου 337 γλώσσες, από τις οποίες 176 είναι ιθαγενείς. 52 γλώσσες που κάποτε μιλιούνταν στην επικράτεια της χώρας έχουν πλέον εξαφανιστεί.[9]