Συντεταγμένες: 51°48′18″N 1°13′30″W / 51.80500°N 1.22500°W
Γουντίτον | |
---|---|
51°48′18″N 1°13′30″W | |
Χώρα | Ηνωμένο Βασίλειο |
Διοικητική υπαγωγή | South Oxfordshire |
Πληθυσμός | 67 (2021)[1] |
Ταχ. κωδ. | OX3 |
Τηλ. κωδ. | 01865 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Το Γουντίτον ή Γουντ Ίτον (αγγλικά: Woodeaton ή Wood Eaton) είναι χωριό και αστική κοινότητα περίπου 6,4 χιλιόμετρα (4 μίλια) από την Οξφόρδη.
Υπήρχε Ρωμαιό-Κελτικός ναός βόρεια από την περιοχή που πλέον βρίσκεται ο ενοριακός ναός, όπως και πιθανώς Ρωμαιοβρετανικός οικισμός και ναός.[2] Ο ναός χρησιμοποιούνταν διαδοχικά από Ρωμαίους παγανιστές και Χριστιανούς.[3]
Ένας μικρός τετραγωνικός ναός είχε χτιστεί τον πρώτο αιώνα μ.Χ.[4] Ο ναός αντικαταστάθηκε από πιο προσεγμένο κτίριο το οποίο διέθετε χυτευμένη λιθοδομή και διακοσμημένες γύψινες επιφάνειες. Ορθογώνιος περιμετρικός τοίχος κτίστηκε αργότερα και περιέκλεισε την περιοχή γύρω από το κτίσμα του ναού.[4]
Πολυάριθμα αξιοσημείωτα χάλκινα αντικείμενα ανακαλύφθηκαν στην περιοχή και γύρω από αυτή[4] και πλέον στεγάζονται στο Ασμόλειο μουσείο στην Οξφόρδη.[5] Αγγλοσαξωνικό μενταγιόν του 6ου αιώνα βρέθηκε στον χώρο, αλλά ο λόγος παρουσίας του σε Ρωμαϊκό χώρο δεν είναι ξεκάθαρος.[6]
Το τοπωνύμιο της περιοχής στην Αρχαία αγγλική γλώσσα ήταν αρχικά Eatun. Μέχρι τον 12ο αιώνα είχε γίνει Γουντ Ίτον, πιθανώς για να διαχωριστεί από το Γουότερ Ίτον μόλις 1,6 χιλιόμετρα (1 μίλι) προς τα δυτικά.[3]
Το Domesday Book καταγράφει πως μέχρι το 1086 ο Νορμανδός ευγενής Ρότζερ ντ'Ίβρ κατείχε το αρχοντικό του Ίτον. Περίπου το 1160 ο Χελιούις Άβενελ έδωσε τμήμα γης στο Αββαείο του Έινσαμ. Το Αββαείο διέθετε κτήρια αγροτικού συλλόγου και αρχοντικό στο Γουντίτον, όπως καταγράφηκε το 1366, αλλά δεν έχει μείνει κανένα ίχνος. Το Αρχοντικό παρέμεινε στο αββαείο μέχρι την Διάλυση των Μοναστηριών το 1538.[3]
Στο κέντρο του χωριού, βρίσκεται η βάση και το στέλεχος ενός πέτρινου σταυρού του 13ου αιώνα.[7] Ο σταυρός είναι προστατευόμενο μνημείο.[8][9]
Μετά την Διάλυση των Μοναστηριών το 1536 το αρχοντικό του Γουντίτον πωλήθηκε και αγοράστηκε διαδοχικά από δυο κερδοσκόπους. Έπειτα το 1544 ο Ρίτσαρντ Τάβερνερ (1505–75), ο μεταφραστής της Βίβλου Τάβερνερ, αγόρασε το αρχοντικό. Αποσύρθηκε στο χωριό και έκτισε μια έπαυλη την δεκαετία του 1550,[3] ενώ έχει ταφεί στον προαύλιο χώρο του ναού του Τιμίου Ξύλου. Το Γουντίτον παρέμεινε στην οικογένεια Τάβερνερ μέχρι το 1604.
Το αρχοντικό τότε πέρασε από πολλά χέρια μέχρι που αγοράστηκε από την οικογένεια Νουρς από το Μίντλετον Κέυνς, του Μπάκιγχαμσαϊρ κάποια στιγμή μεταξύ 1623 και 1625. Το 1774 ο Τζον Νουρς, ο τελευταίος στην σειρά των ανδρών, απεβίωσε και κληροδότησε το αρχοντικό στην κόρη του Ελίζαμπεθ Γουέιλαντ.[3]
Το 1775 η Γουέιλαντ κατεδάφισε το παλιο αρχοντικό και κατασκευάστηκε το κτίριο του αρχοντικού Γουντίτον που υπάρχει μέχρι και σήμερα. Η νέα οικία διέθετε απλό εξωτερικό χώρο αλλά το 1791 ο αρχιτέκτονας Σερ Τζον Σόουν ενίσχυσε τα κύρια δωμάτια του με μαρμάρινα διακοσμητικά πλαίσια, προσέθεσε προπύλαιο Ιωνικού ρυθμού από λιθοδύπρα, πτέρυγα για τους υπηρέτες και διακοσμημένη κύρια αίθουσα.[10]
Το αρχοντικό παρέμεινε στην οικογένεια μέχρι το 1912 όταν ο Λοχαγός Μαρκ Γουέιλαντ πούλησε την οικία και μέρος της γης. Η εκκλησία του Χριστού στην Οξφόρδη κατέχει το μεγαλύτερο μέρος των εκτάσεων του πρώην αρχοντικού.[3]
Από το 1950 η Έπαυλη του Γουντίτον είναι σχολείο που ανήκει στο Κομητειακό Συμβούλιο του Όξφορντσαϊρ για παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.[11] Η οικία αποτελεί προστατευόμενο μνημείο.[12]
Το Γουντίτον διαθέτει ενοριακό ναό από τις αρχές ή τα μέσα του 11ου αιώνα[13] όταν και κτίστηκε ναός από Σαξωνική ξυλεία.[14] Ο ναός αυτός καταστράφηκε από πυρκαγιά περίπου το 1080 το πολύ.[14]
Ο τρέχων ενοριακός ναός της Εκκλησίας της Αγγλίας, αφιερωμένος στο Τίμιο Ξύλο προέρχεται από πρώιμο Νορμανδικό λίθινο ναό που κατασκευάστηκε μεταξύ 1070 και 1120 προς αντικατάσταση του Σαξωνικού ναού.[15] Επρόκειτο για ένα μικρό κτίριο, στο οποίο ξεχώριζε πύργος στην δυτική πλευρά.[15] Η αρχική Νορμανδική διάταξη δεν είναι πλήρως ξεκάθαρη: ίσως υπήρχε ένας μικρός κύριος ναός ανατολικά του πύργου, και ένα ακόμη μικρότερο ιερό πέρα από αυτόν, ή ο πύργος ήταν «πύργος-κυρίως ναός» με ένα ιερό στα ανατολικά του.[16]
Την περίοδο 1180–1220 περίπου προστέθηκε διάδρομος Νορμανδικού ύφους στη νότια πλευρά και πιθανώς παρεκκλήσι στα νότια και την περίοδο 1200–50 περίπου το ιερό επεκτάθηκε.[17] Το πρώιμο Αγγλογοτθικό άνοιγμα της πύλης του ιερού χρονολογείται περίπου στην περίοδο 1200–30.[18] Πολλά πρώιμα Αγγλικά παράθυρα στο ιερό χρονολογούνται από αυτή την περίοδο.
Ο κυρίως ναός κτίστηκε ξανά μεταξύ 1250–1300.[18] Αργότερα τον Μεσαίωνα, οι ανατολικοί και δυτικοί τοίχοι του ιερού κτίστηκαν ξανά και απέκτησαν κάθετα γοτθικά παράθυρα.[18] Το ανατολικό παράθυρο του νότιου τοίχου του κυρίως ναού ανακαινίσθηκε και απέκτησε κάθετες ραβδώσεις.[18]
Το καμπαναριό Κάθετου Γοτθικού ύφους κτίστηκε αργότερα είτε τον 14ο[7][19] είτε τον 15ο αιώνα.[3] Κατά ασυνήθιστο τρόπο ο πύργος είναι κτισμένος σε κολώνες που υψώνονται εντός του κυρίως ναού. Αυτό φαίνεται πως συμβαίνει επειδή το έδαφος έχει κλίση στην δυτική πλευρά της εκκλησίας σε σημείο που ο πύργος κτίστηκε συμβατικά στο δυτικό μέρος του κυρίως ναού.[18]
Το προπύλαιο στη νότια πλευρά κτίστηκε τον 18ο αιώνα.[3] Το 2010 η οροφή της εκκλησίας αποκαταστάθηκε, χρησιμοποιώντας μεγάλο μέρος του αυθεντικού σχιστόλιθου.[20] Ο ναός του Τιμίου Ξύλου είναι προστατευόμενο μνημείο.[19]
Ο πύργος διαθέτει δαχτυλίδι με πέντε καμπάνες, εκ των οποίων όλες είναι εκμαγεία του Ερρίκου Β΄ Μπάγκλεϊ του Τσάκομπ,[21] του Νόρθαμπτονσαϊρ του 1680.[22] Ο ναός διαθέτει επίσης καμπάνες σε εκμαγεία του Ρίτσαρντ Κιν του Μπέρφορντ[21] του 1674.[22]
Ο πύργος διαθέτει ρολόι πύργου παρόμοιο με αυτό στο ναό του Αγίου Νικολάου στο Ίσλιπ, εκτός από τις σιδερένιες ράβδους στο πλαίσιο του που είναι βιδωμένες αντί για σφηνωμένες.[23] Ίσως κατασκευάστηκε το 1700.[23] Την δεκαετία του 1960 ο Δρ. Κ.Φ.Κ Μπίσον τον περιέγραψε ως «εγκαταλελειμμένο εδώ και καιρό, σκουριασμένο».[23]
Τον 14ο αιώνα σχεδιάστηκε μια μεγάλη τοιχογραφία του Αγίου Χριστοφόρου στον βόρειο τοίχο εντός του ιερού.[24] Η αναστήλωση του 2010 κατέδειξε απομεινάρια μια σκηνή σταύρωσης του 14ου αιώνα πάνω από την αψίδα του ιερού.[25]
Τόσο το ιερό όσο και ο κύριος ναός έχουν στασίδια με χαραγμένς άκρες του 15ο αιώνα.[7] Το ξύλινο παραπέτασμα της αψίδας του ιερού και μερικές θέσεις του κυρίως ναού προστέθηκαν στα τέλη του 15ου αιώνα ή στις αρχές του 16ου.[18] Σύμφωνα με αναφορές υπήρχε ξύλινο τύμπανο αλλά απομακρύνθηκε πριν το 1846.[18]
Τον 18ο αιώνα προστέθηκαν ξύλινος αμβώνας, στέγασμα και γραφείο ανάγνωσης,[7] μαζί με ξύλινη επένδυση και τον δυτικό εξώστη.[3] Μέρος των ξύλων από το προπέτασμα του ιερού φαίνεται πως επαναχρησιμοποιήθηκαν στο γραφείο ανάγνωσης του 18ου αιώνα και στο κάτω μέρος των στασιδιών.[18] Υπάρχει επίσης περίκλειστο στασίδι στο μπροστινό μέρος του κυρίως ναού, κυρίως για την αρχοντική οικογένεια.
Ο Τζέιμς Σάντλερ, ο πρώτος Άγγλος αεροστατιστής, προσγειώθηκε κοντά στο χωριό στην πρώτη του απογείωση από την Εκκλησία του Χριστού στην Οξφόρδη στις 4 Οκτωβρίου 1784. Πέταξε σε απόσταση 10 χιλιομέτρων (6 μίλια) και έφτασε σε ύψος 1.100 μέτρων (3.600 πόδια).[26]
Το Γουντίτον είναι μικρό χωριό χωρίς καταστήματα ή πανδοχεία.
Το Δάσος Γουντίτον βρίσκεται 800 μέτρα (0,5 μίλια) νοτιοανατολικά από το χωριό, στην νοτιοδυτική πλευρά του λόφου Ντραν.